Γράφει ο Χρήστος Ζέρβας
(Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 19/5/2013)
c.zervas@eleftherotypia.net
______________
Πριν από τρία χρονιά, στην αρχή της μεγάλης κρίσης και της
έναρξης της μνημονιακής λαίλαπας, ο ελληνικός λαός ήταν εκείνος που
συκοφαντήθηκε οτο σύνολό του. Ξένοι παράγοντες, διεθνή μέσα ενημέρωσης, κυρίως
ευρωπαϊκά και προεχόντως γερμανικά, απέδωσαν απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς
στους Ελληνες πολίτες, αποκαλώντας τους τεμπέληδες του Νότου, απατεώνες,
διεφθαρμένους. Χωρίς καμία απολύτως εξαίρεση, όλοι μπήκαμε στον ίδιο ντορβά. Ο
διασυρμός έπρεπε και ήταν καθολικός.
Στην ίδια θέση βρέθηκαν, άλλωστε, όλοι οι λαοί του
ευρωπαϊκού Νότου, καθώς θεωρήθηκαν εκ προοιμίου «ένοχοι», με την «τιμωρία» να
μοιάζει περίπου ως αναγκαίο κακό, ως θεία δίκη και λύτρωση μαζί. Κάτι ανάλογο
έγινε και στη συνέχεια, όταν στο στόχαστρο μπήκαν άλλες, ειδικότερες
κατηγορίες πολιτών. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, για παράδειγμα, όχι μόνο στην
Ελλάδα, έγιναν αντικείμενο έντονης κριτικής. Εγιναν ξαφνικά, εν συνόλω,
κοπανατζήδες, επίορκοι, διεφθαρμένοι, «πελάτες» του φαυλοκρατικού κομματικού
συστήματος, εχθροί του δημοσίου συμφέροντος.
Η γενίκευση των ευθυνών ήταν και είναι πάντα ο καλύτερος
σύμμαχος της εξουσίας. Ιδίως αυτής που παραπαίει και αναζητεί τρόπους
επιβίωσης, εξαπα- τώντας τους πάντες ώστε να μείνει αυτή μόνη ανεύθυνη και...
ατιμώρητη.
Κάτι ανάλογο έγινε και με τους καθηγητές. Η απεργία της ΟΛΜΕ αποτελεί βέβαια παρελθόν. Οι ευθύνες της συνδικαλιστικής ηγεσίας στο χειρισμό της υπόθεσης είναι, αδιαμφισβήτητα, τεράστιες. Ωστόσο η επίθεση που εξαπολύθηκε εναντίον τους ξεπέρασε κάθε όριο. Oi καθηγητές κατηγορήθηκαν για αδιαφορία προς τους μαθητές που δίνουν πανελλαδικές και τους γονείς τους. Λοιδορήθηκαν για ανευθυνότητα απέναντι στις υποχρεώσεις που φέρει το λειτούργημα του εκπαιδευτικού. Τους αποδόθηκαν σχεδόν όλα τα κακά της Παιδείας. Ολόκληρος ο κλάδος, με τόσο σημαντικό ρόλο στη κοινωνία, χαρακτηρίστηκε από τον πρωθυπουργό «συντεχνία», ενώ σημαίνοντα στελέχη του απερχόμενου και απαξιωμένου πολιτικού συστήματος τούς αποκάλεσαν περίπου «εχθρούς» της κοινωνίας και του «δημοσίου συμφέροντος». Η ηρεμία των υποψηφίων και των οικογενειών τους στις εξετάσεις αποτελεί, ανεξάρτητα από τα παιχνίδια της όποιας εξουσίας, ιδιαίτερα σημαντικό θέμα. Αρκεί όμως η επίκλησή του, για να δικαιολογηθεί η νέα επιχείρηση πολιτικής επιστράτευσης; Είναι μάλλον προφανές ότι η έννοια του «δημοσίου συμφέροντος» χρησιμοποιήθηκε και πάλι ως άλλοθι ενεργοποίησης κοινωνικών αυτοματισμών, ως πρόβα επιβολής αυταρχικών λύσεων.
Κάτι ανάλογο έγινε και με τους καθηγητές. Η απεργία της ΟΛΜΕ αποτελεί βέβαια παρελθόν. Οι ευθύνες της συνδικαλιστικής ηγεσίας στο χειρισμό της υπόθεσης είναι, αδιαμφισβήτητα, τεράστιες. Ωστόσο η επίθεση που εξαπολύθηκε εναντίον τους ξεπέρασε κάθε όριο. Oi καθηγητές κατηγορήθηκαν για αδιαφορία προς τους μαθητές που δίνουν πανελλαδικές και τους γονείς τους. Λοιδορήθηκαν για ανευθυνότητα απέναντι στις υποχρεώσεις που φέρει το λειτούργημα του εκπαιδευτικού. Τους αποδόθηκαν σχεδόν όλα τα κακά της Παιδείας. Ολόκληρος ο κλάδος, με τόσο σημαντικό ρόλο στη κοινωνία, χαρακτηρίστηκε από τον πρωθυπουργό «συντεχνία», ενώ σημαίνοντα στελέχη του απερχόμενου και απαξιωμένου πολιτικού συστήματος τούς αποκάλεσαν περίπου «εχθρούς» της κοινωνίας και του «δημοσίου συμφέροντος». Η ηρεμία των υποψηφίων και των οικογενειών τους στις εξετάσεις αποτελεί, ανεξάρτητα από τα παιχνίδια της όποιας εξουσίας, ιδιαίτερα σημαντικό θέμα. Αρκεί όμως η επίκλησή του, για να δικαιολογηθεί η νέα επιχείρηση πολιτικής επιστράτευσης; Είναι μάλλον προφανές ότι η έννοια του «δημοσίου συμφέροντος» χρησιμοποιήθηκε και πάλι ως άλλοθι ενεργοποίησης κοινωνικών αυτοματισμών, ως πρόβα επιβολής αυταρχικών λύσεων.
Οι κυβερνήσεις, διαχρονικά, θεωρείται ότι υπάρχουν για να
υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και μόνο. Στην πράξη ωστόσο τα πράγματα είναι
λίγο διαφορετικά. Η εκάστοτε εξουσία αξιοποιεί το δημόσιο συμφέρον ως
εργαλείο επιβολής της πολιτικής της ηγεμονίας. Το ταυτίζει εντέχνως με τα
συμφέροντα της άρχουσας ελίτ, τα οποία αναδεικνύει ως την έκφραση της γενικής
βούλησης που ει- σήγαγε το αρχικό κοινωνικό συμβόλαιο. Εδώ αναφύονται
σημαντικά ερωτήματα:
1. Είναι η κυβέρνηση αυθεντικός και μοναδικός κριτής του
δημοσίου συμφέροντος, όπως επιδιώκει; Κάτι τέτοιο οδηγεί σε πλήρη κυβερνητική
αυθαιρεσία. Ο δικαστικός έλεγχος των πράξεών της είναι καθυστερημένος και
ελλιπής.
2. Μπορεί η έννοια του δημοσίου συμφέροντος να δικαιολογήσει
κάθε κυβερνητική ενέργεια; Αυτό επιθυμεί διακαώς η πολιτική τάξη που ασκεί
την εξουσία, για να καταργήσει κάθε άλλη διαμεσολάβηση. Αυτοανακηρύσσεται
μονομερώς σε καθολικό προστάτη της κοινωνίας και διεκδικεί να το πράξει,
ανέλεγκτα.
3. Ποιος ο ρόλος της συνταγματικής νομιμότητας; Στο όνομα
του δημοσίου συμφέροντος η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι επιλέγει πολιτικές που
στοχεύουν στο γενικό καλό. Κορυφαίο καλό θεωρείται η σωτηρία της χώρας.
Ωστόσο υπάρχουν διαφορετικές οπτικές για το τι είναι και πώς αυτό το καλό
υπηρετείται καλύτερα. Οταν οι πολιτικές ακυρώνουν στην πράξη συνταγματικές
κατακτήσεις που διέπουν τη δημοκρατική αρχή λειτουργίας του κράτους, υπάρχει
πρόβλημα. Οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, η κατάλυση της διάκρισης των εξουσιών,
η κυριαρχία της εξωθεσμικής τρόικας πάνω στην εκλεγμένη κυβέρνηση, είναι
μερικές από τις εκφάνσεις αυτού του θεσμικού προβλήματος.
4. Εχει το δημόσιο συμφέρον πολίτικο-ιδεολογικά
χαρακτηριστικά; Προφανώς. Το κράτος, ενώ υποστηρίζει ότι υπηρετεί το δημόσιο
συμφέρον, αφήνει μέχρι τώρα στο απυρόβλητο επιφανείς φοροφυγάδες και διεφθαρμένους
πολιτικούς. Γιατί επομένως ευνοούν το δημόσιο συμφέρον πράξεις που περικόπτουν
το κοινωνικό κράτος και υπονομεύουν την ποιότητα της δημόσιας Παδείας, μέσω
συνεχών περικοπών, τεχνητών συγχωνεύσεων σχολείων και πανεπιστημίων,
απαξίωσης των εκπαιδευτικών; Προφανώς γιατί βολεύει τους νομείς της εξουσίας.
Νέους και παλαιούς.