Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2019

Γιώργος Χατζηνάσιος: Η Μαρινέλλα του σήμερα... (1978)

Μετά το "Λεύκωμα" ο Γιώργος Χατζηνάσιος μετακινήθηκε στη Philips, όπου για μια διετία γνώρισε τις πιο λαμπρές εμπορικές στιγμές σε ολόκληρη την καριέρα του. Το 1977 συμμετείχε στη Eurovision παρουσιάζοντας το κατά κοινή ομολογία καλύτερο τραγούδι εκείνης της χρονιάς στο συγκεκριμένο διαγωνισμό, το περίφημο "Μάθημα σολφέζ", το οποίο αμέσως μετά ενσωματώθηκε στον ομότιτλο μεγάλο δίσκο που περιλάμβανε όμορφα ποπ τραγουδάκια ερμηνευμένα από τους γνωστότερους Έλληνες εκπροσώπους του είδους (Πασχάλης, Robert Williams, Μαριάννα Τόλη, Μπέσσυ Αργυράκη).
Την ίδια χρονιά ο Χατζηνάσιος είχε μια νέα συνεργασία με τη μεγάλη ντίβα του πενταγράμμου, τη Μαρινέλλα, η οποία βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας της μετά την τρομαχτική επιτυχία της συνεργασίας της με τον Κώστα Χατζή και του "Ρεσιτάλ". Ο συνθέτης είχε συναντηθεί με τη μεγάλη ερμηνεύτρια στο ξεκίνημα της καριέρας του, αφού η Μαρινέλλα πρωτοτραγούδησε δικά του τραγούδια το 1971 στους δίσκους "Ένας μύθος" και "Μια βραδιά με τη Μαρινέλλα". Το 1977 λοιπόν της έγραψε δυο θαυμάσια τραγούδια ("Θα 'θελα να ήσουν", "Πάρε με κοντά σου") για το δίσκο της "Μαρινέλλα-Αθηναίοι" ανοίγοντας έτσι το δρόμο για την πρώτη ολοκληρωμένη τους συνεργασία, ένα χρόνο αργότερα.
Το 1978 λοιπόν οι δυο καλλιτέχνες ηχογράφησαν το δίσκο "Η Μαρινέλλα του σήμερα... σε τραγούδια του Γιώργου Χατζηνάσιου", ο οποίος επίσης γνώρισε μεγάλη εμπορική απήχηση. Πρόκειται για ένα μάλλον ετερόκλητο άλμπουμ με ένδεκα τραγούδια που καλύπτουν ένα ευρύ μουσικό πεδίο, από τη λυρική ερωτική μπαλάντα μέχρι το ορθόδοξο λαϊκό τραγούδι. Κάποια τραγούδια κυριολεκτικά "χάλασαν" κόσμο εκείνο τον καιρό. Ιδού μερικά: "Να παίζει το τρανζίστορ", "Έχεις λίγα χρόνια", "Παιδί απ' την Ανάβυσσο", "Σήμερα". Συνήθως όμως τα πιο εμπορικά τραγούδια επισκιάζουν κάποια άλλα που συχνά είναι και τα καλύτερα ενός δίσκου, όπως ακριβώς συμβαίνει κι εδώ. Γιατί νομίζω πως τραγούδια, όπως: "Στην Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου", "Έγινε' ο κόσμος καφενές" και "Δεν είναι που φεύγεις", ανήκουν στις κορυφαίες στιγμές του συνθέτη. Αν έπρεπε οπωσδήποτε να κρατήσω ένα μονάχα από αυτόν το δίσκο, θα διάλεγα το "Δεν είναι που φεύγεις" για τη μοναδική λυρική και εκφραστική του δύναμη.

Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2019

Γιώργος Χατζηνάσιος: Λεύκωμα (1976)

Το 1976 ο Γιώργος Χατζηνάσιος επιστρέφει στην Columbia και ηχογραφεί έναν πολύ ξεχωριστό κύκλο τραγουδιών με τίτλο "Λεύκωμα", όπου για πρώτη φορά παραμερίζει το μπουζούκι ολοκληρωτικά από την ενορχήστρωση και βάζει το πιάνο σε πρώτο ρόλο διαμορφώνοντας ένα ηχοχρωματικό πεδίο πολύ αισθαντικό που παραπέμπει εμφανώς στο διεθνές πρότυπο του easy listening ήχου.
Το οξύμωρο όμως με το δίσκο αυτό είναι ότι οι στίχοι που έχουν επιλεγεί, δεν συμβαδίζουν απόλυτα με το ορχηστρικό ύφος, μιας και ο Γιώργος Κανελλόπουλος που τους υπογράφει εδώ δείχνει μια διάθεση πολιτικού χρωματισμού του λόγου του με διάσπαρτες αιχμές διαμαρτυρίας ή καταγγελίας εναντίον των κακώς κειμένων στην ελληνική και διεθνή πραγματικότητα! Αυτό άλλοτε γίνεται ευθέως ("Κλείσ' το ραδιόφωνο", "Πι πι το παπί", "Σύρε γιε μου στην Αθήνα") κι άλλοτε πλαγίως ή παρεμπιπτόντως ("Άλλη μια μέρα", "Τι να σου χαρίσω", "Καληνύχτα σας")
Ο δίσκος είναι δομημένος σε δυο ευδιάκριτες ενότητες, μία σε κάθε πλευρά αποτελούμενη από πέντε τραγούδια κι ένα οργανικό θέμα που βασίζεται στη μελωδία του εναρκτήριου τραγουδιού. Έχουν επιλεγεί και δύο κορυφαίες ερμηνεύτριες, μία για την κάθε ενότητα. Πρόκειται για τη Βίκυ Μοσχολιού και τη Δήμητρα Γαλάνη στην πρώτη δισκογραφική τους συνύπαρξη. Με τη Γαλάνη βέβαια ο συνθέτης είχε ήδη γόνιμη συνεργασία από το ξεκίνημα της καριέρας του ("4.5.3", "Έχει ο Θεός", "Διαδρομή"), αλλά με τη Βίκυ Μοσχολιού αυτή είναι η πρώτη (και τελευταία) του συνάντηση.

Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2019

Γιώργος Χατζηνάσιος: Αντιθέσεις (1975)

Βρισκόμαστε στα μέσα της δεκαετίας του '70, την εποχή που ο συνθέτης Γιώργος Χατζηνάσιος γνώριζε μεγάλη εμπορική αποδοχή με δεκάδες τραγούδια του ερμηνευμένα από τους πιο καταξιωμένους τραγουδιστές του ελληνικού πενταγράμμου, όπως η Γιάννης Πάριος, η Μαρινέλλα, ο Σταμάτης Κόκοτας, ο Μανώλης Μητσιάς, η Δήμητρα Γαλάνη, ο Τόλης Βοσκόπουλος και άλλοι. 
Το 1975 λοιπόν ο συνθέτης παρουσίασε τις "Αντιθέσεις", ένα δίσκο με τον οποίο θέλησε να χαλαρώσει κάπως την ένταση της υπερπαραγωγής σουξέ γράφοντας τραγούδια χαμηλών τόνων ερμηνευμένα από άσημα ονόματα. Τέτοια τραγούδια περιέχουν οι "Αντιθέσεις", τραγούδια μελωδικά και αισθαντικά, μακριά από το αβανταδόρικο ύφος των τραγουδιών που έγραφε ως τότε. Ομολογουμένως είναι ένας δίσκος αδικημένος αυτός, γιατί αποτυπώνει μια πιο σοβαρή πλευρά του συνθέτη με μερικά πανέμορφα τραγούδια που αξίζει να τα "ανακαλύψουμε". Ένα από αυτά βέβαια ξεχώρισε κι έγινε επιτυχία, όχι όμως στην εκτέλεση αυτού του δίσκου, αλλά σε μιαν άλλη με τη φωνή του Αντώνη Καλογιάννη. Αναφέρομαι στο εξαιρετικό "Άνοιξε το παράθυρο", γραμμένο αρχικά για την ταινία "Ένας νομοταγής πολίτης".
Στο δίσκο αυτό ο συνθέτης εμπιστεύτηκε τα τραγούδια του σε δυο άσημα τότε ονόματα. Κύριος ερμηνευτής είναι ο Περικλής Περάκης που είχε ξεκινήσει την καριέρα του σε ένα είδος περιθωριακού λαϊκού ρεπερτορίου, έκανε με τις "Αντιθέσεις" τη σημαντικότερη δισκογραφική του κατάθεση, αλλά κατέληξε στις αρχές της επόμενης δεκαετίας σε ένα παρακμιακό και εύπεπτο είδος τραγουδιού, μέχρι που χάθηκε οριστικά και άδοξα έχοντας κατάφωρα αδικήσει ο ίδιος τον εαυτό του, γιατί διέθετε πολύ εκφραστική φωνή. Μαζί του η άγνωστη Αιμιλία Νομικού, μια αξιόλογη τραγουδίστρια χωρίς όμως σοβαρή συνέχεια.
Εκτός από το υπέροχο "Άνοιξε το παράθυρο", άλλο ένα τραγούδι του δίσκου, το χορευτικό "Γιαρέμ γιαρέμ" με την Αιμιλία Νομικού, γνώρισε στη συνέχεια μεγάλη επιτυχία μέσα από τις πολλαπλές του επανεκτελέσεις (Γαλάνη, Χριστιάνα, Μούσχουρη). Ωστόσο πραγματικά ωραία τραγούδια, πέρα φυσικά από το κορυφαίο "Άνοιξε το παράθυρο" που προαναφέραμε, είναι και τα: "Εκεί στην άκρη", "Πήρα την άγονη γραμμή", "Της μοίρας τ' αδράχτι", "Αυτά που λεν οι ποιητές", "Στο καλό λοιπόν".
Από τα σημαντικά στοιχεία αυτού του δίσκου είναι η συνάντηση για πρώτη φορά του συνθέτη με τους μεγάλους στιχουργούς Νίκο Γκάτσο και Μάνο Ελευθερίου. Με τον Γκάτσο άλλωστε θα ολοκληρώσει μια δεκαετία αργότερα τη συνεχή ροή τραγουδιστικών δίσκων ("Η ενδεκάτη εντολή"), πριν στραφεί σε άλλα μουσικά ενδιαφέροντα. Στο δίσκο επίσης φιλοξενούνται και στίχοι του Ερρίκου ΘαλασσινούΓιάννη ΛογοθέτηΣέβης Τηλιακού και Γιώργου Κανελλόπουλου.
Εν κατακλείδι θα έλεγα ότι πρόκειται για έναν από τους καλύτερους δίσκους της πρώτης περιόδου του του Γιώργου Χατζηνάσιου και ταυτόχρονα ένας από τους πιο παραγνωρισμένους.

Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2019

Γιώργος Χατζηνάσιος: Άσπρο μαύρο (1974)

Μετά τους τρεις πρώτους του δίσκους ("4.5.3", "Έχει ο Θεός", "Διαδρομή") που εκδόθηκαν από την Columbia, το 1974 ο Γιώργος Χατζηνάσιος μετακομίζει προσωρινά στη Minos, όπου ηχογραφεί τον 4ο κύκλο τραγουδιών του με τίτλο "Άσπρο μαύρο". Είναι η χρονιά της μεταπολίτευσης και της κυριαρχίας του πολιτικού τραγουδιού, πράγμα που φαίνεται πως ουδόλως επηρέασε το ύφος του συνθέτη, ο οποίος μας έδωσε και πάλι έναν απλό κύκλο λαϊκών τραγουδιών ερωτικού και κοινωνικού περιεχομένου. 
Οι στίχοι όλων των τραγουδιών γράφτηκαν από τη Σώτια Τσώτου, τη σπουδαία αυτή εκπρόσωπο της γυναικείας στιχουργικής, η οποία εκείνη την εποχή είχε έντονη παρουσία στα μουσικά μας πράγματα μέσα από τις πολύ πετυχημένες συνεργασίες της με τον Κώστα Χατζή, τον Σταύρο Κουγιουμτζή, τον Δώρο Γεωργιάδη, τον Γιώργο Κριμιζάκη και άλλους συνθέτες. Η θεματολογία της εδώ κινείται ελεύθερα σε μια πληθώρα ετερόκλητων πεδίων, από την απλή καθημερινότητα, ως τα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ, τους πολεμικούς θούριους ή τα αχαρτογράφητα τοπία της Άγριας Δύσης!
Η μουσική του Χατζηνάσιου δεν ξεφεύγει από την προσωπική του μανιέρα, όπως είχε ήδη διαμορφωθεί στις προηγούμενες δουλειές του δείχνοντας πάντα μια ευκολία στο πλάσιμο εύπεπτων μελωδιών, ενίοτε σπάνιας ομορφιάς, αλλά και σε ρυθμικά, σχεδόν εμβατηριακά σχήματα. Και πάντα με πολύ επιδέξια ενορχήστρωση που σ' αυτόν τουλάχιστον το δίσκο συχνά ξεφεύγει από τα στερεότυπα πλαίσια του ελαφρολαϊκού ήχου, για να αποδώσει πιο μεγαλόστομες στιγμές (π.χ. "Ο βασιλιάς").
Στην ερμηνεία των τραγουδιών, μαζί με τους ήδη καταξιωμένους Γιάννη Πάριο και Χαρούλα Αλεξίου,  επιστρατεύτηκαν πολλοί από τους νεοφώτιστους αστέρες της εταιρίας, δηλαδή ο Κώστας Σμοκοβίτης, ο Δημήτρης Κοντολάζος και η έφηβη ακόμη Άννα Βίσση. Το ωραιότερο τραγούδι του δίσκου είναι το ομότιτλο και το ερμηνεύει ο Γιάννης Πάριος που έχει άλλωστε και τη μερίδα του λέοντος. Πανέμορφο επίσης είναι το τραγούδι που ερμηνεύει η Χαρούλα ("Τι ταλαιπωρία"), αλλά και το ακροτελεύτιο ("Κι όμως κι όμως") που ερμηνεύεται απ' όλη την παρέα. 

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2019

Γιώργος Χατζηνάσιος: Διαδρομή (1973)

Το 1973 υπήρξε πολύ παραγωγικό για τον Γιώργο Χατζηνάσιο, μιας και εκτός από αρκετά σκόρπια τραγούδια του που κυκλοφόρησαν στις 45 στροφές ή σε προσωπικούς δίσκους διαφόρων τραγουδιστών πρώτης γραμμής, μέσα στην ίδια χρονιά μας έδωσε και δύο ολοκληρωμένους κύκλους τραγουδιών. Χθες είδαμε τον ένα, με τίτλο "Έχει ο Θεός". Ο δεύτερος έχει τίτλο "Διαδρομή".
Και οι δυο αυτοί δίσκοι έχουν τραγούδια παρόμοιας αισθητικής γραμμής και ανέδειξαν τεράστιες λαϊκές επιτυχίες. Μάλιστα ο καθένας τους έχει κι από έναν διαφορετικό στιχουργό για το σύνολο των τραγουδιών. Στο "Έχει ο Θεός" όλα τα τραγούδια γράφτηκαν από τον Γιάννη Λογοθέτη. Στη "Διαδρομή" οι στίχοι ανήκουν στον Γιώργο Κανελλόπουλο, έναν καλό στιχουργό της εποχής που έγραψε πολλά ωραία τραγούδια με τον Χατζηνάσιο. Δύο μόνο τραγούδια του δίσκου γράφτηκαν από άλλους στιχουργούς: Το "Πού θα πάει πού" με στίχους του Τάσου Οικονόμου και το "Ήλιε μην κοιτάς" σε στίχους του σκηνοθέτη Ντίνου Δημόπουλου γραμμένο για την ταινία του "Ο βάλτος" που παίχτηκε την ίδια χρονιά.
Ανάμεσα στα τραγούδια που αγαπήθηκαν πολύ από τον κόσμο είναι το εναρκτήριο "Με λένε Γιώργο", το τρυφερό "Συγνώμη που σ' αγάπησα" και το "Πού θα πάει πού". Μάλιστα τα δυο τελευταία γνώρισαν λίγο αργότερα και μια δεύτερη, εξαιρετικά δημοφιλή, εκτέλεση με τη φωνή του Γιάννη Πάριου.

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2019

Γιώργος Χατζηνάσιος: Έχει ο Θεός (1973)

Με τίτλο "Έχει ο Θεός" κυκλοφόρησε το 1973 ο δεύτερος μεγάλος δίσκος του Γιώργου Χατζηνάσιου με 12 καινούργια τραγούδια γραμμένα στην ίδια αισθητική γραμμή με τα τραγούδια του δίσκου "4.5.3" που είχε προηγηθεί. Αυτή τη φορά οι στίχοι ανήκουν αποκλειστικά σε έναν στιχουργό, τον Γιάννη Λογοθέτη, που εκείνη την εποχή είχε τακτική παρουσία στα δισκογραφικά πράγματα έχοντας ξεκινήσει πλάι στον Δήμο Μούτση λίγα χρόνια νωρίτερα, ενώ στη συνέχεια συνεργάστηκε με τον Χριστόδουλο Χάλαρη στα "Παιδικά" (1974), αλλά κυρίως με τον Θέμη Ανδρεάδη σε μια μακριά σειρά χιουμοριστικών δίσκων, στους οποίους μάλιστα κάποια στιγμή ανέλαβε και ρόλο συνθέτη.
Τα τραγούδια αυτού του δίσκου γνώρισαν μεγαλύτερη ακόμη επιτυχία καθιερώνοντας τον συνθέτη σε σημαντικό δημιουργό. Σχεδόν όλα τα τραγούδια ακούστηκαν πολύ και τραγουδήθηκαν ευρέως. Ξεχώρισαν ίσως λίγο παραπάνω τα: "Τι να πούμε τι", "Ορκίστηκα στο λόγο μου", "Αν μ' αγαπάς φίλα σταυρό", "Πάρε τον ηλεκτρικό", "Τα μεσημέρια της Κυριακής", "Βρε πώς αλλάζουν οι καιροί", "Πέρνα να τα πούμε", "Έλα να σε κάνω ταίρι". Χμ, έμεινε και κανένα απέξω; Πάντως το ομώνυμο του δίσκου είναι από από αυτά που ακούστηκαν λιγότερο, αλλά είναι και το αγαπημένο μου.
Ο συνθέτης δείχνει τη μεγάλη ευχέρειά του στο στήσιμο απλών και εύηχων μελωδιών που ακολουθούν τον ελαφρολαϊκό συρμό της εποχής. Στιγμές στιγμές έχει κανείς την εντύπωση ότι κάποια τραγούδια θα μπορούσε να τα είχε γράψει κι ο Λουκιανός Κηλαηδόνης! Κι επίσης πρέπει να πω ότι δυο τουλάχιστον τραγούδια ("Έχει ο Θεός", "Στο σίδερο και στη φωτιά") δεν έχουν τη φυσιολογική ανάπτυξη των άλλων τραγουδιών, γιατί δεν έχουν κάποια οργανική εισαγωγή και μοιάζουν σαν να ξεκινούν από τη μέση!

Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2019

Γιώργος Χατζηνάσιος: 4.5.3 (1972)

Περνάω σήμερα στην παρουσίαση της δισκογραφίας ενός από τους πλέον εμπορικούς συνθέτες της δεκαετίας του '70, ο οποίος όμως μας χάρισε και πολλά όμορφα τραγούδια με τους μεγαλύτερους Έλληνες ερμηνευτές της εποχής του.
Ο λόγος λοιπόν για τον Γιώργο Χατζηνάσιο, ο οποίος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1945 και μεγάλωσε μέσα σ' ένα περιβάλλον μουσικό. Σπούδασε μουσική, κυρίως πιάνο, στο Παρίσι. Η επαγγελματική του σχέση με τη μουσική ξεκίνησε το 1964 παίζοντας ως πιανίστας σε διάφορους χώρους. Ως συνθέτης τραγουδιών πρωτοεμφανίστηκε στο ξεκίνημα της δεκαετίας του '70, όταν παρουσίασε τα πρώτα του τραγούδια με τη Μαρινέλλα, τον Τόλη Βοσκόπουλο, τον Γιάννη Πάριο και άλλους δημοφιλείς τραγουδιστές της εποχής. Μέσα στην ίδια δεκαετία ηχογράφησε πολυάριθμες ολοκληρωμένες δουλειές που γνώρισαν μεγάλη εμπορική επιτυχία, ενώ το 1977 έλαβε μέρος στο φεστιβάλ τραγουδιού της Eurovision ("Μάθημα σολφέζ"). Ένα πιο "σοβαρό" μουσικό πρόσωπο παρουσίασε μετά τα μέσα της δεκαετίας του '80 γράφοντας αξιόλογες μουσικές για κινηματογραφικές ταινίες κι αργότερα για την τηλεόραση.
Η πρώτη ολοκληρωμένη δισκογραφική κατάθεση του Γιώργου Χατζηνάσιου ήταν ο δίσκος "4.5.3". Ο τίτλος αναφέρεται στον αριθμό τραγουδιών που αναλογεί σε καθέναν από τους τρεις τραγουδιστές που αποδίδουν τα τραγούδια, τον Σταμάτη Κόκοτα, τον Στράτο Διονυσίου και τη Δήμητρα Γαλάνη. Πρόκειται για 12 καλογραμμένα τραγούδια στο συρμό του ελαφρολαϊκού ήχου που κυριαρχούσε εκείνο τον καιρό στην ελληνική δισκογραφία. Οι απλές και εύληπτες μελωδίες του συνθέτη, η καλοστημένη ενορχήστρωση και φυσικά οι ωραίες ερμηνείες συνέβαλαν στην επιτυχία αυτού του δίσκου που ανέδειξε αρκετά σουξέ, με κυριότερα τα "Αφιλότιμη", "Μια παρένθεση και μόνο", "Σ' αγάπησα για μια φορά" και "Ήταν μια φορά κι έναν καιρό"

Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2019

Λίνος Κόκοτος: Αποχαιρετισμός (1975)

Ο Λίνος Κόκοτος ανήκει στην κατηγορία των ελάχιστων συνθετών του Νέου Κύματος που κατάφεραν να συνεχίσουν και μετά την παρακμή του μουσικού αυτού ρεύματος. Τα πρώτα του χρόνια βρήκε φιλόξενη στέγη στη δισκογραφική εταιρία Lyra, όπου είχε παρουσιάσει το 1966 το πρώτο του μεγάλο τραγούδι ("Μικρό παιδί"), για να μας δώσει στη συνέχεια τρεις πολύ όμορφους μεγάλους δίσκους στην ίδια εταιρία ("Οι ώρες", "Ο κήπος", "Το θαλασσινό τριφύλλι"), πριν μετακομίσει σε άλλο περιβάλλον, πράγμα που τελικά συνέβη στα μέσα της δεκαετίας του '70, όταν ηχογράφησε για λογαριασμό της Columbia τον 4ο δίσκο του με τίτλο "Αποχαιρετισμός".
Ο "Αποχαιρετισμός" λοιπόν, ένας κύκλος δώδεκα πανέμορφων λαϊκών τραγουδιών σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου, κυκλοφόρησε το 1975 κι έκανε μεγάλη αίσθηση στον καιρό του με μερικά μεγάλα σουξέ που ανέδειξε, όπως το "Κορίτσι με τα παντελόνια", αλλά και το "Πίκρα σταλάζει η Κυριακή". Όλα τα τραγούδια πάντως αυτού του δίσκου είναι ωραιότατα, πλημμυρισμένα από μελωδίες, δροσιά και λυρισμό, ώστε δύσκολα να μπορεί κανείς να αγνοήσει κάποιο. Θυμίζω μερικούς τίτλους: "Να 'ταν και να σ' έκρυβα", "Αχ, η αγάπη", "Πράσινο δεντρί", "Φάλτσο τραγούδι", "Κάθε γράμμα" και κυρίως το "Ποια είσαι" με τους υπέροχους στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου.
Τα τραγούδια ερμηνεύει εξαιρετικά το αχώριστο (δισκογραφικά) δίδυμο της εποχής, ο Μανώλης Μητσιάς και η Δήμητρα Γαλάνη. Αυτή είναι μία από τις πάμπολλες κοινές δισκογραφικές τους εμφανίσεις εκείνη τη δεκαετία. Οι υπόλοιποι δίσκοι με αποκλειστικούς ερμηνευτές τους δύο είναι οι εξής: "Της γης το χρυσάφι" (1971), "Η κόκκινη κλωστή" (1972), "Έχει ο Θεός" (1973) και "Αθανασία" (1976). 

Ο Νίκος Σκαλκώτας στο Βερολίνο του Μεσοπολέμου

Έτος Νίκου Σκαλκώτα το 2019, μιας και συμπληρώνονται ήδη 70 χρόνια από τον πρόωρο και άδικο θάνατό του. Ας μην μένουμε λοιπόν κολλημένοι αποκλειστικά στη λαϊκή μουσική, γιατί αυτός ο τόπος γέννησε και σημαντικούς λόγιους δημιουργούς της μουσικής τέχνης, κορυφαίος των οποίων υπήρξε ο Νίκος Σκαλκώτας (1904-1949).
Για όσους "τυχερούς" κατοικούν στο"κλεινόν άστυ" ή για όσους έχουν τη δυνατότητα να ταξιδέψουν στην πρωτεύουσα, αυτές τις ημέρες εκτυλίσσεται εκεί το πολυσήμαντο ετήσιο φεστιβάλ με γενικό τίτλο "Το μικρό Παρίσι των Αθηνών", το οποίο φέτος ξεκίνησε στις 21 αυτού του μήνα και θα ολοκληρωθεί την 1η Δεκεμβρίου. Το φετινό θέμα του φεστιβάλ είναι "Τα Καμπαρέ του Κόσμου" και στο θεματικό αυτό πλαίσιο ο έγκυρος και πολυπράγμων μουσικοκριτικός και ιστορικός της μουσικής τέχνης Γιώργος Β. Μονεμβασίτης θα παρουσιάσει μια εξόχως ενδιαφέρουσα ομιλία με θέμα "Το Βερολινέζικο Καμπαρέ στην εποχή του μεσοπολέμου, με το βλέμμα και τη μουσική του Νίκου Σκαλκώτα". Ιδού τι αναφέρει η σχετική αναγγελία της ομιλίας στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ:
Ο επιφανέστερος των Ελλήνων μουσουργών Νικος Σκαλκώτας - συμπληρώθηκαν φέτος 70 χρόνια από το θάνατό του - έζησε στο Βερολίνο από το 1921 έως το 1933, οπότε επέστρεψε στην Ελλάδα. Υπήρξε επομένως αυτόπτης μάρτυρας της μεγάλης ακμής του βερολινέζικου καμπαρέ. Δεν υπάρχουν προφορικές μαρτυρίες του ίδιου για τη σχετική εμπειρία του, μια και ήταν ιδιαιτέρως εσωστρεφής. Στη μουσική του ωστόσο, αυτή που συνέθεσε τόσο στην εκεί παραμονή του, όσο και μετέπειτα, αντικαθρεφτίζονται ξεκάθαρα τα χαρακτηριστικά ηχοχρώματα του βερολινέζικου καμπαρέ...
Η ομιλία του Γιώργου Μονεμβασίτη θα πραγματοποιηθεί στις 26 Νοεμβρίου, στις 6:30 το απόγευμα στο ιστορικό ξενοδοχείο της Πλατείας Ομονοίας "Μπάρκειον" και η είσοδος θα είναι ελεύθερη.

Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2019

Χριστόδουλος Χάλαρης, Νίκος Γκάτσος: Δροσουλίτες (1975)

Οι Δροσουλίτες αποτελούν ένα παράδοξο φαινόμενο οφθαλμαπάτης που εμφανίζεται στη θάλασσα του Φραγκοκάστελλου στα νότια της Κρήτης. Εκεί στα τέλη της άνοιξης κάθε χρόνο και για δέκα ημέρες τις πρώτες πρωινές ώρες εμφανίζονται τεράστιες σκιές σε μορφή έφιππων πολεμιστών που διασχίζουν το πέλαγο και χάνονται στα βάθη του ορίζοντα.
Ο θρύλος αυτός, καθώς και μια σειρά άλλοι βυζαντινοί θρύλοι και ιστορικά πρόσωπα έδωσαν την πρώτη ύλη στην έμπνευση του Νίκου Γκάτσου, ο οποίος έγραψε δέκα μπαλάντες εξαιρετικής ποιητικής πνοής που αποτέλεσαν το υλικό του δίσκου "Δροσουλίτες". Ο ποιητής βουτάει βαθιά στη βυζαντινή παράδοση και στον ακριτικό κύκλο επιστρατεύοντας όλο το γλωσσικό και θεματικό οπλοστάσιο του δημοτικού τραγουδιού και των παραλογών, για να μας χαρίσει καινούργια "δημοτικά" τραγούδια που αποπνέουν το δροσερό αεράκι της ζωντανής ελληνικής παράδοσης έτσι όπως διατρέχει αναλλοίωτη τους αιώνες. Ένας απίθανος γλωσσικός πλούτος από τη δημώδη μεσαιωνική ελληνική γλώσσα κατακλύζει τις εικόνες των τραγουδιών που έχουν συντεθεί με υλικά άλλοτε ιστορικά κι άλλοτε μυθοπλαστικά. Ιδού μια μικρή λεξιλογική ανθολόγηση: λυκοποριά, ρεγάλο, πατουλιά, λογάρι, κλησαρωμένε, δοραμίσουνε, γιογκάρι, διωματάρης, σινί, λαχούρι, φορτσέρι, διάτα. Μόνο ο Νίκος Γκάτσος θα μπορούσε με τόση άνεση να επιστρατεύει ένα τέτοιο γλωσσικό θησαυρό και να τον ενσωματώνει με απόλυτη φυσικότητα στα τραγούδια του, χωρίς ποτέ να ξεφεύγει και από την εμμονή του στην απόλυτη ρίμα. Έτσι, με τον "κλήδονα" συνταιριάζει τα "αγριοκύδωνα", τα "Τριπόταμα" με το "απόκαμα", το "αγγελόκρουστο" με τον "Χριστό", τη "χλόη" με την "αλόη" και το "μοιρολόι", την "περγαμηνή" με την "Κομνηνή" και πάει λέγοντας!
Ο Χριστόδουλος Χάλαρης μελοποίησε έξοχα αυτό το ακριβό υλικό και δημιούργησε δέκα σύγχρονα "δημώδη" άσματα με μια πλημμυρίδα μελωδικών και ρυθμικών ευρημάτων που μορφοποιούνται αριστοτεχνικά μέσα από την ευφάνταστη ενορχήστρωση βασισμένη στο μεγάλο πλούτο της παραδοσιακής οργανολογίας, όπως ποντιακή λύρα, βιολί, σαντούρι, κανονάκι, τζουράς, κεμανέ, ρεμανέ, κρουστά και πνευστά. Τα περισσότερα τα εκτελεί ό ίδιος ο συνθέτης, ο οποίος άλλωστε στα μετέπειτα χρόνια ασχολήθηκε συστηματικά με την οργανοποιία στο μουσικό εργαστήρι που διηύθυνε για πολλά χρόνια στη Θεσσαλονίκη.
Για την ερμηνεία των ιδιαίτερων αυτών τραγουδιών επιλέχθηκαν δύο εκλεκτοί, αν και εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους, ερμηνευτές. Η Δήμητρα Γαλάνη, η οποία είχε ήδη συμμετοχή σε άλλους δυο δίσκους του συνθέτη ("Τα παιδικά", "Ακολουθία"), και ο σπάνιας φωνητικής ιδιομορφίας τραγουδιστής Χρύσανθος, ο οποίος δίνει πραγματικό ρεσιτάλ στα τραγούδια που ερμηνεύει με κορυφαίες στιγμές το "Μάνα μου, μάνα" και το "Μαδριγάλι".
Ο δίσκος κυκλοφόρησε το 1975 από την Columbia, ενώ το 2006 επανεκδόθηκε σε νέα ψηφιακή επεξεργασία με την προσθήκη μάλιστα του ανέκδοτου τραγουδιού "Είπα τραγούδι να σου γράψω" των ίδιων δημιουργών και με τη φωνή του Χρύσανθου. Μάλιστα κάποια στιγμή ο συνθέτης είχε εκφράσει την επιθυμία να ηχογραφήσει εκ νέου το έργο προσθέτοντας μικρά πρελούδια σε κάθε τραγούδι, αλλά αυτό το σχέδιο δεν ευοδώθηκε ποτέ, δυστυχώς. Κλείνοντας να επισημάνω ότι το εικαστικό μέρος της έκδοσης επιμελήθηκε ο ζωγράφος Γιώργος Σταθόπουλος.

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2019

Χριστόδουλος Χάλαρης: Ακολουθία (1974)

Στην αρχή της χρονιάς που διανύουμε έφυγε πρόωρα από τη ζωή ο σπουδαίος συνθέτης και μουσικολόγος Χριστόδουλος Χάλαρης, αλλά σαν σήμερα, στις 21 Νοεμβρίου 1946, γεννήθηκε στην Αθήνα και μ' αυτή την αφορμή σκέφτηκα να του κάνουμε ένα μικρό αφιέρωμα παρουσιάζοντας τους δύο σημαντικότερους δίσκους τραγουδιών που ηχογράφησε στη δεκαετία του '70, τότε που έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για το ελληνικό τραγούδι και μας χάρισε μια έξοχη σειρά δίσκων με τραγούδια βασισμένα σε ποίηση και στίχους των Γιάννη Κακουλίδη, Νίκου Γκάτσου και Γιάννη Λογοθέτη.
Ξεκίνησε με τον "Τροπικό της Παρθένου" το 1973, ενώ την επόμενη χρονιά παρουσίασε τα "Παιδικά" και την "Ακολουθία", για να ακολουθήσουν το 1975 οι "Δροσουλίτες" που αποτελούν το αριστούργημά του.
Η "Ακολουθία" λοιπόν κυκλοφόρησε από την ΕΜΙ το 1974 και περιλαμβάνει εννέα τραγούδια σε ποίηση Γιάννη Κακουλίδη, όπως και στον "Τροπικό της Παρθένου", με τον οποίο άλλωστε συγγενεύει απόλυτα στη θεματολογία, αλλά και το μουσικό ύφος που διακρίνεται για το έντονα παραδοσιακό του χρώμα.
Ο δίσκος περιέχει μερικά θαυμάσια τραγούδια που ακούστηκαν πολύ στην εποχή τους. Ξεχωρίζει το συγκλονιστικό "Του θάνατου παράγγειλα", όπου ο Ξυλούρης τραγουδά, για μοναδική μάλλον φορά, ένα τραγούδι με ποντιακό χρώμα! Εξαιρετικό επίσης είναι το παιγνιώδες "Η γη όπου ανθεί φαιδρά πορτοκαλέα" (αλληγορική αναφορά στην Ελλάδα). Αλλά και τα τραγούδια: "Του Μικροκωνσταντίνου" (που θυμάμαι εκείνη την εποχή ότι παρεξηγήθηκε ως αναφερόμενο στον αποπεμφθέντα ...βασιλιά), "Η ώρα τούτη" και "Δε σου τα 'πα μωρέ Νικόλα". Ένας κλασικός και σπουδαίος δίσκος από τη χρυσή εποχή του ελληνικού τραγουδιού.
Βασικός ερμηνευτής είναι ο Νίκος Ξυλούρης, που αποδίδει βέβαια τα τραγούδια εξαιρετικά με το ξεχωριστό φωνητικό του μέταλλο. Δίπλα του η μεγάλη ερμηνεύτρια Δήμητρα Γαλάνη που βρισκόταν ακόμα στα πρώτα της βήματα. Σ' αυτόν το δίσκο και στους "Δροσουλίτες" θα κάνει μερικές από τις καλύτερες ερμηνείες της μεγάλης της καριέρας και νομίζω πως θα αποδείξει ότι υπήρξε η μεγαλύτερη φωνή της 10τίας του '70.
Αλλά η πραγματική έκπληξη του δίσκου είναι ο Χρύσανθος, ένας sui generis τραγουδιστής με εντελώς ιδιαίτερο φωνητικό χρώμα, που θα αναδειχθεί στη συνέχεια στο μεγάλο βάρδο του ποντιακού τραγουδιού. Εδώ ακούγεται για λίγο σε ένα τραγούδι μαζί με τον Νίκο Ξυλούρη, αλλά ο Χάλαρης θα τον αξιοποιήσει περισσότερο σε άλλους δίσκους του ("Παιδικά", "Δροσουλίτες", "Μεγαλέξαντρος").

Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2019

Μίμης Πλέσσας: Το Πανόραμα (1976)

Επανέρχομαι στον μεγάλο συνθέτη Μίμη Πλέσσα, για να σας παρουσιάσω έναν εντελώς ιδιαίτερο δίσκο του από τη δεκαετία του '70 με τίτλο "Το Πανόραμα". Η ιδιαιτερότητα αυτού του δίσκου έγκειται στο ότι αρχικά κυκλοφόρησε το 1971 με αποκλειστικό ερμηνευτή τον Δώρο Γεωργιάδη, ο οποίος με το δίσκο αυτό έκανε την πρώτη του δισκογραφική εμφάνιση στο χώρο του λαϊκού τραγουδιού, όπου στη συνέχεια θα διακριθεί περισσότερο ως συνθέτης. Η πρώτη αυτή εκδοχή του δίσκου δεν είχε ιδιαίτερη απήχηση κι έτσι - πράγμα εντελώς ασυνήθιστο - πέντε χρόνια αργότερα η εταιρία Minos προχώρησε σε νέα ηχογράφηση του έργου με εντελώς διαφορετικούς ερμηνευτές! 
Η περίπτωση της διπλής εκδοχής ενός δίσκου είναι όντως σπανιότατη. Εύκολα στο μυαλό μου έρχεται η διπλή εκτέλεση με διαφορά ενός χρόνου του δίσκου "Χειμωνιάτικος ήλιος" του Μάνου Χατζιδάκι, όπου όμως είχαμε τον ίδιο ερμηνευτή και στις δυο εκτελέσεις, αλλά εντελώς διαφορετική ενορχήστρωση, ενώ στο "Πανόραμα" η ενορχήστρωση κρατήθηκε η ίδια, αλλά είχαμε άλλους ερμηνευτές. 
Υπάρχει ακόμη μια διαφορά μεταξύ των δύο εκδόσεων: Δεν έχουν ακριβώς το ίδιο υλικό. Η πρώτη έκδοση είχε δύο τραγούδια ("Ο Μιμίκος και η Μαίρη", "Η κοιμωμένη") που δεν κρατήθηκαν στη δεύτερη έκδοση, η οποία όμως έχει πρόσθετο υλικό με συνολικά δεκατέσσερα τραγούδια.
Το έργο βασίζεται σε στίχους του Κώστα Βίρβου, με τον οποίο ο Μίμης Πλέσσας είχε μακρά και γονιμότατη συνεργασία μέσα στην ίδια δεκαετία ("Ζει;", "Το πανόραμα", "Θάλασσα πικροθάλασσα", "Νεκρικοί διάλογοι", "Λουκιανού διάλογοι"). Πρόκειται για στίχους εμπνευσμένους από την προπολεμική Αθήνα με εικόνες και χαρακτηριστικούς τύπους της τότε αθηναϊκής κοινωνίας. Ο συνθέτης αξιοποίησε άριστα το υλικό αυτό επιστρατεύοντας ρωμαλέες λαϊκές μελωδίες που βουτάνε βαθιά στους δρόμους του λαϊκού τραγουδιού και στη ρεμπέτικη παράδοση.
Στην έκδοση του 1976 που σας παρουσιάζω εδώ βασικός ερμηνευτής είναι ο Θέμης Ανδρεάδης που εκείνη τη χρονιά μεταπήδησε από την ΕΜΙ στη Minos και βρισκόταν στην απόλυτη ακμή του στον τυποποιημένο ρόλο του χιουμοριστικού τραγουδιστή. Μαζί του ο Δημήτρης Κοντολάζος και ο Πέτρος Κυριαζής.

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2019

Αργύρης Κουνάδης: Εν Αθήναις (1976)

Μιας και αναφερθήκαμε στον Νότη Μαυρουδή, έναν καλλιτέχνη με τη διπλή ιδιότητα του συνθέτη τραγουδιών και του σολίστ κλασικής κιθάρας στο πεδίο της λόγιας μουσικής, ευκαιρία να σταθούμε και σε έναν άλλο "διπρόσωπο" δημιουργό, τον Αργύρη Κουνάδη (1924-2011), που υπηρέτησε με συνέπεια τη "σοβαρή" μουσική ως όψιμος εκπρόσωπος της λεγόμενης "εθνικής σχολής" καταθέτοντας σημαντικό έργο, ελάχιστο μέρος του οποίου πέρασε στη δισκογραφία, ενώ παράλληλα και για μια δεκαετία (1973-1982) πέρασε και στο χώρο του απλού τραγουδιού ηχογραφώντας μια πανέμορφη σειρά δίσκων με πολλά ωραία τραγούδια που εκείνη την εποχή ακούστηκαν και αγαπήθηκαν πολύ.
Το 1976 λοιπόν ο Αργύρης Κουνάδης ηχογράφησε τον 5ο κατά σειρά τραγουδιστικό του δίσκο με τίτλο "Εν Αθήναις". Είχαν προηγηθεί οι κύκλοι τραγουδιών: "Δεν περισσεύει υπομονή" (1973), "Ρόδα είναι και γυρίζει" (1974), "Παραλογές" (1975) και "Το ταξίδι" (1975). Ο συγκεκριμένος δίσκος εκδόθηκε από την Polygram και αποτελεί το soundtrack της ομώνυμης τηλεοπτικής σειράς που προβλήθηκε κατά τη σεζόν 1975-1976 από την ΕΡΤ, όπως μετονομάστηκε ακριβώς εκείνη τη χρονιά το πρώην ΕΙΡΤ. Το σενάριο υπέγραφαν δύο σπουδαίοι άνθρωποι της τηλεόρασης, ο Βαγγέλης Γκούφας και ο Μάριος Ποντίκας. Οι ίδιοι υπογράφουν και τους στίχους των δέκα τραγουδιών του δίσκου, αν και αυτό παραδόξως δεν αναφέρεται πουθενά στα στοιχεία της έκδοσης! Κάθε πλευρά κλείνει με ένα οργανικό θέμα, χαρακτηριστικό της ατμόσφαιρας της σειράς. Το δεύτερο απ' αυτά με τίτλο "Οδός Ανεμώνης, αδιέξοδο" είναι ένα όμορφο αργό θέμα έντονα μελαγχολικής διάθεσης που ακουγόταν στους τίτλους τέλους κάθε επεισοδίου.
Ο δίσκος περιλαμβάνει μερικά πασίγνωστα τραγούδια της εποχής. Δύο απ' αυτά αποτέλεσαν μεγάλες επιτυχίες. Πρόκειται για τα εμβληματικά: "Όρτσα τα πανιά" (ένα δυνατό στυλιζαρισμένο χασάπικο που παιζόταν στους τίτλους έναρξης) και "Στην Πλατεία Αβησσυνίας" (ένα καταπληκτικό σοφιστικέ ζεϊμπέκικο με έξοχη ενορχήστρωση). Το κλίμα των τραγουδιών αποπνέει μιαν αίσθηση φθοράς και μικροαστικής μιζέριας, χωρίς μελοδραματισμούς ωστόσο, αλλά με μια καθαρτική σατιρική διάθεση. Ιδού μερικοί χαρακτηριστικοί στίχοι από το τραγούδι "Η ωραία του Υπερπέραν", γραμμένοι σκόπιμα σε άπταιστη καθαρεύουσα:
"...Η ώρα του μοιραίου, | ο φονεύς εστάθη επί την θύραν  |  ενθυμίζων φρικωδώς την μοίραν, | ήτις καθορώσα λοιδορεί. | Αισθήματος ωραίου, | μήδ' αυτού εξαίρεσιν ποιούσα  |  τον θνητόν θανάτω απειλούσα, | ον λαμβάνει ούτος αυθωρεί..."
Βασικός ερμηνευτής είναι ο Αντώνης Καλογιάννης που είχε τραγουδήσει και στον προηγούμενο δίσκο του συνθέτη ("Το ταξίδι"), αλλά και στον επόμενο ("Made in Greece"). Μαζί του η υπέροχη Λήδα, κόρη της μεγάλης ιέρειας του ελαφρού τραγουδιού Δανάης, γνωστή μας ως μέλος του δίδυμου Λήδα και Σπύρος, η οποία ήδη ακολουθούσε προσωπική καριέρα. Η ενορχήστρωση φέρει την υπογραφή του συνθέτη, ενώ τη διεύθυνση ορχήστρας επιμελήθηκε ο Τάσος Καρακατσάνης.

Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2019

Νότης Μαυρουδής: The Classical Guitar (1972)

Μιας και το 'φερε η κουβέντα να αναφερθούμε στον Νότη Μαυρουδή με αφορμή το δίσκο "Τραγούδια από την ελληνική αντίσταση", θα ήθελα σήμερα να σταθώ λίγο παραπάνω στον υπέροχο αυτόν δημιουργό και δεξιοτέχνη της κλασικής κιθάρας, έναν σεμνό και συνεπή καλλιτέχνη που παραμένει δημιουργικός εδώ και 55 σχεδόν χρόνια, από τα μέσα της δεκαετίας του '60, όταν πρωτοεμφανίστηκε ενταγμένος στο ρεύμα του Νέου Κύματος με τις υπέροχες μπαλάντες που ερμήνευσε αρχικά ο Γιώργος Ζωγράφος και στη συνέχεια άλλοι νεοκυματικοί τραγουδιστές.
Σήμερα όμως θέλω να σταθώ ειδικότερα στον εξαιρετικό σολίστ της κλασικής κιθάρας, τον εκλεκτό θεράποντα της λόγιας μουσικής που αποτελεί την άλλη πλευρά της μουσικής του προσωπικότητας, την οποία υπηρέτησε πολύ συστηματικά στη μακρά μουσική του διαδρομή, έστω κι αν αυτή δεν τράβηξε ποτέ τα φώτα της δημοσιότητας, για να περάσει στο προσκήνιο και στους καταλόγους των μεγάλων εμπορικών επιτυχιών.
Έτσι λοιπόν ο Νότης Μαυρουδής, μετά την έκδοση του δίσκου "Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας" (1968) σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη, αποσύρθηκε για κάμποσα χρόνια (1968-1976) από το δισκογραφικό προσκήνιο του απλού τραγουδιού και επιδόθηκε στη συστηματική μελέτη της κλασικής κιθάρας. Το 1969 κέρδισε το Α' Βραβείο στο Διεθνή Διαγωνισμό Κλασικής Κιθάρας του Μιλάνου, καθώς και το ειδικό βραβείο "Mario de Luigi" του ιταλικού μουσικού τύπου. Ένα χρόνο αργότερα η Scuola Ciciva di Milano τού ανέθεσε την έδρα κλασικής κιθάρας κι εκεί παρέμεινε ως το 1975, οπότε και επέστρεψε μόνιμα στην Ελλάδα.
Στο διάστημα αυτό η περιορισμένη δισκογραφική του δραστηριότητα ήταν εντοπισμένη στο λόγιο κιθαριστικό ρεπερτόριο και μας έδωσε δύο σημαντικούς δίσκους: "The Classical Guitar" (1972) και "Notis Mavroudis Plays..." (1973). Αργότερα (1978) επανήλθε στο χώρο αυτό με άλλους δυο ανάλογου περιεχομένου δίσκους: "Fernando Sor: 20 Etudes for Guitar" και "Beatles for Classical Guitar". Και φυσικά τα πιο πρόσφατα χρόνια (1999-2008) ας μην ξεχάσουμε την εξαίσια σειρά κιθαριστικών δίσκων με το γενικό τίτλο "Cafe de l' art" που μας παρουσίασε σε συνεργασία με τον κιθαριστή και μαθητή του Παναγιώτη Μάργαρη.
Ο δίσκος "The Classical Guitar" εκδόθηκε το 1972 από τη Lyra και αποτελεί την πρώτη δισκογραφική καταγραφή της εξαιρετικής δεξιοτεχνίας του Νότη Μαυρουδή στην ερμηνεία απαιτητικών έργων της κλασικής κιθαριστικής φιλολογίας ανά τους αιώνες. Περιλαμβάνει συνθέσεις για σόλο κιθάρα που καλύπτουν ένα διάστημα περίπου πέντε αιώνων, με έργα των: Luis de Narvaez (Ισπανία, c.1500-c.1555), Johann Sebastian Bach (Γερμανία, 1685-1750), Agustin Barrios (Παραγουάη, 1885-1944), Guido Santorsola (Βραζιλία, 1904-1994), John Duarte (Αγγλία, 1919-2004) και Δημήτρη Φάμπα (Ελλάδα, 1921-1996). Το έργο του Μπαχ αποτελεί μεταγραφή για κιθάρα της 3ης Σουίτας για σόλο βιολοντσέλο.

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019

Νότης Μαυρουδής, Πέτρος Πανδής: Τραγούδια από την ελληνική αντίσταση (1974)

Ιδού ένας ξεχασμένος δίσκος της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου που κάποτε ακούστηκε πολύ και θεωρείται πια κλασικός. Ο σημαντικός επικο-λυρικός τραγουδιστής Πέτρος Πανδής, επί σειρά ετών στενός συνεργάτης του Μίκη Θεοδωράκη και ερμηνευτής μεγάλων έργων του ("Μπαλάντες", "Canto General", "Φαίδρα" κλπ.), ερμηνεύει συγκλονιστικά μια ανθολογία με "Τραγούδια από την Ελληνική Αντίσταση" που εκδόθηκε στο Παρίσι το 1974 από τον παραγωγό Νίκο Μωραΐτη, τον ίδιο παραγωγό (και συνθέτη) που υπογράφει και τον ανάλογου μουσικού προσανατολισμού δίσκο "Αλέκος Παναγούλης" (1977).
Ο δίσκος περιλαμβάνει ένδεκα πολύ γνωστά αγωνιστικά τραγούδια εμπνευσμένα από τον αγώνα κατά της φασιστικής κατοχής της πατρίδας μας στα χρόνια 1941-1944, αλλά και από τον τραγικό εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε. Οι μελωδίες των περισσότερων τραγουδιών είναι παρμένες από ξένα παραδοσιακά τραγούδια, κυρίως ρωσικά, με ελληνικούς στίχους ανώνυμων κατά κανόνα δημιουργών. Δύο μόνο είναι τα επώνυμα τραγούδια, το περίφημο εμβατήριο "Στ' άρματα, στ' άρματα" γραμμένο από τους Άκη Σμυρναίο και Νίκο Καρβούνη-Αστραπόγιαννο, και η συγκινητική ελεγεία "Μπελογιάννης" των Λάκη Χατζή και Δημήτρη Ραβάνη-Ρεντή.
Τη λιτή ενορχήστρωση με κλασική κιθάρα και λιγοστά συνοδευτικά όργανα επιμελήθηκε ο συνθέτης Νότης Μαυρουδής, ο οποίος παίζει με απαράμιλλη δεξιοτεχνία την κιθαριστική υπόκρουση. Ο συνθέτης σημειώνει στη νεότερη (εμπλουτισμένη) ψηφιακή επανέκδοση του δίσκου:
Τα "Αντάρτικα" είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση στο χώρο του τραγουδιού. Οι συνθήκες και η ψυχολογία του Έλληνα εκείνης της εποχής βάζαν σε λειτουργία την έκφραση πολύ διαφορετικά απ' ό,τι σήμερα. (...) Ο τότε Έλληνας έφτιαχνε τα τραγούδια του επηρεαζόμενος από χίλια δυο στοιχεία που υπήρχαν πέρα από την τραγουδιστική τέχνη. Το φαινόμενο των μεταγλωττισμένων τραγουδιών δέσποζε κι ένα περίεργο πάντρεμα ελληνικών αυτοσχέδιων στίχων πάνω σε ήδη προϋπάρχουσες μελωδίες έπαιρνε μορφή έξαρσης γι' αυτούς που τα τραγουδούσαν και για κείνους που τα άκουγαν. (...) Τα τραγούδια αυτού του δίσκου είναι ηρωικά και πένθιμα, όπως ακριβώς και το αποτέλεσμα εκείνου του μεγάλου αγώνα που χάραξε τόσο πολύ τη μετέπειτα εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας. (...) Κάθε επίκτητη έξαρση ή επιτηδευμένη επαναστατικότητα σήμερα πάει αλλού την ουσία των τραγουδιών και τούτο, γιατί οι ερμηνευτές δε διαθέτουν αυτά τα στοιχεία λόγω διαφοράς χρόνου-χώρου και σεβασμού στο μεγάλο αγώνα που δεν έζησαν και που χάθηκε...
Επισημαίνω ότι το 1981 από τη Lyra εκδόθηκε ανάλογου περιεχομένου δίσκος με τίτλο "Τα αντάρτικα" που επιμελήθηκε ο Θάνος Μικρούτσικος και τραγούδησαν η Μαρία Δημητριάδη και η Αφροδίτη Μάνου, χωρίς πάντως να έχουν καταφέρει να φτάσουν την αμεσότητα και συγκίνηση της συγκλονιστικής ερμηνείας του Πέτρου Πανδή. 
Αλλά μιας και θυμήθηκα αυτόν το δίσκο, αναρωτιέμαι σήμερα η Αφροδίτη Μάνου, με το δημόσιο λόγο που εμβρότητοι ακούμε τελευταία να εκπέμπει, πώς θα νιώθει έχοντας καταθέσει στο παρελθόν το φωνητικό της αποτύπωμα σε τέτοια τραγούδια ή έχοντας ερμηνεύσει Γιάννη Ρίτσο και Κώστα Βάρναλη! Την ίδια επίσης απορία έχω και για τη Μαρία Δουράκη. Άβυσσος τελικά η ψυχή του ανθρώπου!

Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2019

Μάνος Λοΐζος: Τραγούδια του δρόμου (1974)

Αμέσως μετά την κυκλοφορία του "Καλημέρα Ήλιε" κι ενώ ήδη είχαμε μπει στη μεταπολίτευση, ο Μάνος Λοΐζος ξαναμπαίνει στο στούντιο για την ηχογράφηση ενός νέου κύκλου τραγουδιών που θα ονομαστεί "Τραγούδια του Δρόμου". Με το δίσκο αυτό ολοκληρώνω σήμερα την πολιτική τριλογία του συνθέτη ("Καλημέρα ήλιε", "Τραγούδια του δρόμου", "Τα νέγρικα"), αφιερωμένη στην αυριανή επέτειο του Πολυτεχνείου.
Ήδη από τα μέσα του '60 ο συνθέτης, άγνωστος ακόμη, σχεδίαζε δύο φιλόδοξους κύκλους τραγουδιών που σκόπευε να τους ονομάσει "Τα εργατικά" και "Τα μεταπολεμικά", βασισμένους σε στίχους του Γιάννη Νεγρεπόντη, της Κωστούλας Μητροπούλου και του φίλου του Φώντα Λάδη. Και πράγματι έγραψε αρκετά τραγούδια για το σκοπό αυτό, όπως "Ο δρόμος", που μάλιστα ηχογραφήθηκε με την υπέροχη Σούλας Μπιρμπίλη, "Τ' ακορντεόν", "Τρίτος Παγκόσμιος" και "Στρατιώτης". Στα χρόνια της Δικτατορίας συνέχισε να γράφει τραγούδια ανάλογου περιεχομένου, άλλα σε δικούς του στίχους κι άλλα σε στίχους του στενού του φίλου Λευτέρη Παπαδόπουλου. Όλο αυτό το διάσπαρτο υλικό παρέμενε ανέκδοτο και αναξιοποίητο και ακριβώς αυτό αποτέλεσε και το περιεχόμενο του δίσκου "Τραγούδια του δρόμου"
Δε χρειάζεται να γράψουμε και πολλά αξιολογικά σχόλια για τον αριστουργηματικό αυτό κύκλο, μιας και τα περισσότερα τραγούδια του είναι πλέον κλασικά και δεν έπαψαν ποτέ να ακούγονται, ιδιαίτερα μάλιστα σε πολιτικές εκδηλώσεις, φεστιβάλ πολιτικών νεολαιών, σχολικές γιορτές κλπ. Το εμβληματικό τραγούδι "Ο δρόμος" είναι αυτό που έδωσε και τον τίτλο στο δίσκο, μαζί με το ομότιτλο "Τραγούδι του δρόμου" σε ποίηση F.G. Lorca και ελληνική απόδοση Νίκου Γκάτσου, το οποίο μάλιστα είναι και το πρώτο πρώτο τραγούδι που είχε ηχογραφήσει το 1962 ο συνθέτης με ερμηνευτή τον Γιώργο Μούτσιο. Και τα δυο αυτά τραγούδια εδώ τα ερμηνεύει με απαράμιλλη ευαισθησία ο ίδιος ο συνθέτης που διέθετε εξαιρετικά εκφραστική φωνή. Και είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις που οι δεύτερες εκτελέσεις ξεπερνούν τις πρώτες! Να επισημάνω επίσης ότι το χορωδιακό τραγούδι "Δώδεκα παιδιά" εδώ ακούγεται σε τρίτη εκτέλεση, αφού προηγήθηκαν άλλες δύο, μία φωνητική και μία οργανική, στο δίσκο "Καλημέρα ήλιε"
Ο δίσκος στο σύνολό του έχει πανέμορφα τραγούδια, όλα με άμεσες αναφορές στην πρόσφατη ιστορία του τόπου από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια ίσαμε τα χρόνια της Δικτατορίας. Πολλά απ' αυτά ακούστηκαν πολύ και ταυτίστηκαν με ιδεολογικούς και πολιτικούς αγώνες στα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια. Τους στίχους υπογράφουν οι Κωστούλα Μητροπούλου, Γιάννης Νεγρεπόντης, Λευτέρης Παπαδόπουλος και ο ίδιος ο συνθέτης, ενώ το τραγούδι του Λόρκα αποτελεί τη μοναδική συνεργασία του Λοΐζου με τον μεγάλο στιχουργό Νίκο Γκάτσο. Τα περισσότερα τραγούδια τα ερμηνεύει ο συνθέτης και μαζί του οι καινούργιοι τότε τραγουδιστές Βασίλης Παπακωνσταντίνου και Αλέκα Αλιμπέρτη
Προσωπικά από τον σπουδαίο αυτό δίσκο έχω μια ξεχωριστή αδυναμία στα τέσσερα τραγούδια που έχουν στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου ("Ο αρχηγός", "Μη με ρωτάς", "Συρματοπλέγματα", "Θα κλείσω το παράθυρο"). Τρυφερές μπαλάντες εξαίσιας μελωδικής έμπνευσης με φόντο ένα σκοτεινό περιβάλλον καταδίωξης και θανάτου. Και τα τέσσερα θα μπορούσαν άνετα να αποτελέσουν το ιδανικό soundtrack μιας ταινίας με θέμα το συγκλονιστικό χρονικό εκείνων των τριών ημερών που κατέληξαν στην τραγωδία του Πολυτεχνείου!

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2019

Μάνος Λοΐζος: Τα νέγρικα (1975)

Ο τρίτος από τους λεγόμενους "μαύρους" δίσκους του Μάνου Λοΐζου κυκλοφόρησε το 1975, ένα χρόνο μετά τα "Τραγούδια του δρόμου". Πρόκειται για τα "Νέγρικα", έναν κύκλο τραγουδιών που ξεχωρίζει μέσα στο σύνολο της δισκογραφίας του συνθέτη για τον εντελώς ιδιαίτερο ήχο που έδωσε στην ενορχήστρωση. Ροκ ήχοι, ηλεκτρικές κιθάρες και όργανα παρμένα από το χώρο του αυθεντικού μπλουζ μαζί με ανάλογους ρυθμούς έχουν υιοθετηθεί στην έκφραση αυτών των ιδιαίτερων τραγουδιών. Είναι ο μόνος επίσημος δίσκος του συνθέτη, απ' όπου απουσιάζει εξολοκλήρου το μπουζούκι, εξαιρουμένου φυσικά του μεταθανάτιου "Γράμματα στην αγαπημένη".
Πρέπει μάλιστα να διευκρινίσουμε ότι η αρχική γραφή του έργου είχε γίνει στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, αλλά χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν δέκα χρόνια μέχρι να εκδοθούν σε δίσκο, γιατί ο συνθέτης επιθυμούσε διακαώς να έχει στη διάθεσή του τη Μαρία Φαραντούρη ως ερμηνεύτρια, πράγμα που δεν μπορούσε να γίνει νωρίτερα.
Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη παρουσίαση των τραγουδιών είχε γίνει σε συναυλία που πραγματοποιήθηκε στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά στα τέλη του 1966. Τα ερμήνευσαν η νεαρή τότε Μαρία Φαραντούρη και ο Γιώργος Μούτσιος, ενώ εναλλακτικά στις συναυλίες που ακολούθησαν συμμετείχε και ο Διονύσης Σαββόπουλος, στενός φίλος του Λοΐζου εκείνη την εποχή. Η έλευση του δικτατορικού καθεστώτος λίγους μήνες αργότερα ακύρωσε τα σχέδια για την ηχογράφηση των τραγουδιών. Με τη μεταπολίτευση ο συνθέτης έσπευσε να ηχογραφήσει όλο το πολιτικό υλικό που είχε συγκεντρωθεί στα δύσκολα χρόνια. Πρώτα λοιπόν ηχογραφήθηκαν τα "Τραγούδια του Δρόμου" κι αμέσως μετά πήραν σειρά "Τα Νέγρικα"
Οι στίχοι των τραγουδιών ανήκουν στον Γιάννη Νεγρεπόντη, για τον οποίο ξαναμιλήσαμε πρόσφατα με αφορμή τα "Μικροαστικά" του Λουκιανού Κηλαηδόνη. Ο στιχουργός προσπάθησε με καθαρή διάθεση, χωρίς πάντως να αποφύγει και κάποιες στερεότυπες κοινοτοπίες ή μελοδραματισμούς, να απεικονίσει διάφορες εκφάνσεις του αγώνα για επιβίωση της "νέγρικης" ράτσας μέσα από τις ανεξάντλητες δοκιμασίες της καταπίεσης από τους λευκούς με φόντο την αμερικάνικη ρατσιστική κοινωνία της παλιότερης εποχής. 
Την ερμηνεία επωμίστηκε δικαιωματικά η Μαρία Φαραντούρη, της οποίας η φωνή έτσι κι αλλιώς είχε συνδεθεί εξαρχής μ' αυτό το υλικό και ήταν απόλυτα ταιριαστή με το ύφος των τραγουδιών. Δίπλα της με μικρή συμμετοχή εμφανίζεται ως τραγουδιστής ο Μανώλης Ρασούλης, λίγο πριν εκδηλώσει το πηγαίο ταλέντο του στη στιχουργική.

Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2019

Μάνος Λοΐζος: Καλημέρα ήλιε (1973)

Μετά τα "Μικροαστικά" ένας ακόμη δίσκος που πέρασε από τη λογοκρισία στη χαλαρή περίοδο του 1973 ήταν ο δίσκος "Καλημέρα ήλιε" του Μάνου Λοΐζου, που κυκλοφόρησε λίγες ημέρες μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, τον Δεκέμβρη του 1973 (αν και συχνά αναφέρεται ως έτος έκδοσης το 1974).
Είχαν προηγηθεί οι τρεις υπέροχοι λαϊκοί δίσκοι ("Ο Σταθμός", "Θαλασσογραφίες", "Να 'χαμε, τι να 'χαμε"), οι οποίοι ήδη είχαν εδραιώσει την παρουσία του συνθέτη στο δισκογραφικό προσκήνιο. Όλες αυτές οι πρώτες καταθέσεις του είχαν τους ίδιους συνεργάτες, τόσο στους στίχους (Λευτέρης Παπαδόπουλος), όσο και στους ερμηνευτές (Γιάννης Καλατζής, Γιώργος Νταλάρας) κι έτσι ο ανήσυχος δημιουργός θέλησε να ανανεώσει τη δουλειά του επωφελούμενος μάλιστα από την ψευδεπίγραφη και σύντομη προσπάθεια του καθεστώτος για κάποια φιλελευθεροποίηση και χαλάρωση των ασφυκτικών περιορισμών της λογοκρισίας.
Ήταν η ίδια εποχή που βρήκαν την ευκαιρία να επιστρέψουν από την αυτοεξορία τους στο εξωτερικό πολλοί πνευματικοί δημιουργοί. Ένας απ' αυτούς ήταν και ο ποιητής Δημήτρης Χριστοδούλου, ήδη πολύ γνωστός στο χώρο του τραγουδιού από τις σημαντικές συνεργασίες του στα χρόνια του '60 με τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Κώστα Χατζή, τον Χρήστο Λεοντή και τον Γιώργο Ζαμπέτα. Μέσα στο 1973 μάλιστα είχε ήδη κυκλοφορήσει ο δίσκος του "Για μια σταγόνα αλάτι" με μουσική του Μίμη Πλέσσα. Δικούς του λοιπόν στίχους αποφάσισε να μελοποιήσει ο Μάνος Λοΐζος για την καινούργια του δουλειά. 
Έτσι προέκυψε ο εξαιρετικός κύκλος τραγουδιών "Καλημέρα Ήλιε" (ο πρώτος από τους τρεις "μαύρους" δίσκους του Λοΐζου, μαζί με τα "Τραγούδια του δρόμου" και τα "Νέγρικα") με δώδεκα υπέροχα τραγούδια, από τα οποία τα δύο έχουν στίχους του ίδιου του συνθέτη, ενώ υπάρχει κι ένα οργανικό θέμα. Πρόκειται για τραγούδια σκοτεινά με μια διάχυτη διάθεση πικρίας και απογοήτευσης, που αντανακλούν έντονα το περιρρέον κλίμα της δύσκολης εκείνης εποχής. Οι αναφορές στα πολιτικά πράγματα είναι επίμονες, αλλά πάντα υπαινικτικές για τον φόβο των Ιουδαίων. Γιαυτό συχνά στίχοι πολιτικής στόχευσης ντύνονται τον μανδύα του ερωτικού τραγουδιού. 
Ο δίσκος κλείνει εντυπωσιακά με το ομότιτλο τραγούδι σε στίχους του ίδιου του συνθέτη, το οποίο ανατρέπει το κυρίαρχο κλειστοφοβικό κλίμα του υπόλοιπου έργου και δίνει ένα δυναμικό σύνθημα για τη "νέα" εποχή. Το τραγούδι αυτό, παρόλο που γράφτηκε με παιχνιδιάρικη διάθεση για χάρη της κόρης του συνθέτη Μυρσίνης, μετατράπηκε σε εμβληματικό παιάνα τα μεταγενέστερα χρόνια, ενώ η δημοτικότητά του έγινε αφορμή να κερδίσει ολόκληρη η δουλειά ευρεία αποδοχή κι ας μην είναι αυτό το καλύτερο τραγούδι του δίσκου! Θυμάμαι, έφηβος τότε, ήμουν γοητευμένος από τη μελωδία του "Μια καλημέρα", ενώ αργότερα "κόλλησα" στα τραγούδια "Ας μην είχες τόσα λάθη", "Όταν σε είδα να ξυπνάς" και - πάνω απ' όλα - το εξαίσιο "Με φάρο το φεγγάρι", μια μελαγχολική μπαλάντα έξοχης ποιητικής γραφής, που τη θεωρώ ως την κορύφωση του δίσκου:
Τις λέξεις μου τις έχασα χαράματα στο δρόμο  |  σε μια στροφή τα γράμματα τα πήρε μια βροχή  |  και τα φιλιά π' αστράφτανε στα χείλη απ' τον πόνο  |  γίναν πανιά και άλμπουρα χωρίς επιστροφή...
Ερμηνευτές του δίσκου ήταν δύο καινούργιοι τραγουδιστές, ο Κώστας Σμοκοβίτης και η Αλέκα Αλιμπέρτη. Η τελευταία έμοιαζε σαν υποκατάστατο της Μαρίας Φαραντούρη και ίσως γι' αυτόν το λόγο δεν μπόρεσε τελικά να σταθεί για πολύ στο χώρο, παρά τη θαυμάσια φωνή της. Συμμετείχε επίσης η Χάρις Αλεξίου, στην πρώτη της συνεργασία με τον συνθέτη, ενώ ο ίδιος ο Λοΐζος ερμηνεύει υποβλητικά το πιο μελαγχολικό τραγούδι του σπουδαίου αυτού δίσκου.

Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2019

Λουκιανός Κηλαηδόνης: Μικροαστικά (1973)

Λίγες μέρες πριν από την επέτειο του Πολυτεχνείου και σκέφτηκα να περάσω σε μια σειρά δίσκων με πολιτική απόχρωση, ώστε να κινούμαστε στο πνεύμα των ημερών. Κι ο πρώτος δίσκος που μου έρχεται στο μυαλό δεν είναι άλλος από τα περίφημα "Μικροαστικά" του Λουκιανού Κηλαηδόνη
Βρισκόμαστε λίγο πριν από την οριστική ανατροπή της Χούντας, μέσα στο σκληρό έτος 1973, τη  χρονιά του Πολυτεχνείου, όταν το δικτατορικό καθεστώς αίφνης φόρεσε - προσωρινά βέβαια - τον δημοκρατικό μανδύα αίροντας για λίγο τις ασφυκτικές απαγορεύσεις της λογοκρισίας. Μέσα σ' αυτήν την πρόσκαιρη ευκαιρία λοιπόν ξεπετάχτηκαν στην πιάτσα τα περίφημα "Μικροαστικά" του Λουκιανού Κηλαηδόνη και μάλιστα σε "προκλητικό" κόκκινο βινύλιο με τον αυτονόητο συμβολισμό του. Ήταν ο πρώτος "πολιτικός" δίσκος που εμφανίστηκε, ένα χρόνο πριν ξεσπάσει η καταιγίδα της θεοδωρακικής πλημμυρίδας.
Ο δίσκος περιλαμβάνει 14 απλά τραγούδια σε πρωτότυπες φόρμες, μακριά από το λαϊκό ύφος των δύο πρώτων δίσκων του συνθέτη ("Η πόλη μας", "Κόκκινη κλωστή"). Όλα σε στίχους του Γιάννη Νεγρεπόντη, σημαντικού ποιητή και δημοσιογράφου που είχε υποστεί τα πάνδεινα από το καθεστώς, ενώ ήταν αρκετά γνωστός ήδη στο χώρο από τα πρώτα του τραγούδια με τον Μάνο Λοΐζο, τα οποία - αν και ανέκδοτα - κυκλοφορούσαν ευρύτατα στα φοιτητικά στέκια κι αποτελούσαν μικρές εστίες αντίστασης. 
Στα "Μικροαστικά" ο Νεγρεπόντης απεικόνισε πολύ εύστοχα τις καθημερινές στιγμές του απλού και αμέτοχου, δηλαδή συνένοχου, ανθρωπάκου, με τις μικροαστικές του αδυναμίες και τις ταπεινές του φιλοδοξίες. Ο λόγος του ποιητή είναι αιχμηρός και συχνά ανελέητος, αν και μεταμφιεσμένος με τον παραπλανητικό μανδύα της σάτιρας. Ο συνθέτης πατώντας πάνω στην πολυσημία του λόγου επέλεξε μια γλώσσα που φλερτάρει ελεύθερα και χωρίς προκαταλήψεις με διάφορα μουσικά ιδιώματα, συχνά δυτικότροπα, χωρίς να διστάζει να επικαλεστεί ακόμη και ρετρό φόρμες, όταν αυτό επιβάλλεται από τη θεματολογία των στίχων, για να καταλήξει σε ένα διονυσιακό ροκ εν ρολ φινάλε με τη διαβολική του "Μάρω"!
Ιδού πώς βλέπει ο ίδιος ο Κηλαηδόνης το διάβημά του:
Μέσα στα "Μικροαστικά" μπορεί κανείς να βρει όλες τις μουσικές που άκουγα στα διαλείμματα των θερινών σινεμά των παιδικών μου χρόνων, στους διαδρόμους των πρώτων πολυκατοικιών που γνώρισα, σε σπίτια που γιόρταζαν κάτι, στις αναμεταδόσεις των παρελάσεων από το ραδιόφωνο. Μπορεί ακόμα να βρει την ατμόσφαιρα που υπήρχε διάχυτη τα χειμωνιάτικα απογεύματα με ήλιο στην Πανεπιστημίου έξω από το ΡΕΞ, στην ψηλοτάβανη εκείνη αίθουσα του Ιπποδρόμου του Δέλτα και στις ταινίες του Χόμφρεϊ Μπόγκαρτ. Έγραψα ακόμα μουσική για πράγματα που συνέβησαν πριν γεννηθώ και για άλλα πολύ σημερινά. Δεν νοσταλγώ, δεν «βγάζω» μιαν εποχή, ούτε προσπαθώ να συντηρήσω πράγματα που χάθηκαν. Λέω τη γνώμη μου πάνω σε όσα, χρόνια τώρα, μου λέγανε.
Βασικός ερμηνευτής του δίσκου είναι ο ίδιος ο Λουκιανός Κηλαηδόνης, κάμποσα χρόνια πριν αποφασίσει οριστικά να γίνει ο αποκλειστικός ερμηνευτής των τραγουδιών του. Μαζί του ο ηθοποιός του "Ελεύθερου Θεάτρου" Μίμης Χρυσομάλλης, καθώς επίσης και ο Λάκης Χαλκιάς, η Ιωάννα Κιουρτσόγλου και ο Νίκος Ρουσέας. Σε μια σπαρταριστή παρλάτα ακούγεται ο ηθοποιός Νίκος Σκυλοδήμος.
Δυο χρόνια αργότερα οι ίδιοι δημιουργοί μας έδωσαν τη συνέχεια των "Μικροαστικών" με το δίσκο "Απλά μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας", που δεν είχε ωστόσο την ίδια πηγαία έμπνευση, ούτε ανάλογη απήχηση στο κοινό της εποχής.

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2019

Γιώργος Κατσαρός: Ο δρόμος για τα Κύθηρα (1973)

Επανέρχομαι στον πολυγραφότατο συνθέτη Γιώργο Κατσαρό, για να παρουσιάσω τον κορυφαίο - κατά τη γνώμη μου - προσωπικό του δίσκο, τον περίφημο "Δρόμο για τα Κύθηρα" που κυκλοφόρησε το 1973 από τη Philips. Είναι η χρονιά που ο συνθέτης είχε παρουσιάσει στην ίδια εταιρία τον επίσης δημοφιλή του δίσκο "Αλβανία" με τη Μαρινέλλα, αλλά και τα "Φθινοπωρινά" με τη Λίτσα Σακελλαρίου στη Minos.
Με το "Δρόμο για τα Κύθηρα" ο Κατσαρός δοκιμάζει τις δυνάμεις του σε ένα πιο "έντεχνο" ύφος, πιο μελωδικό κι ευαίσθητο, χωρίς πάντως να λείπουν και τα τραγούδια στο οικείο του ύφος με τους χαρακτηριστικούς γρήγορους ή εμβατηριακούς ρυθμούς. Σ' αυτό συνέβαλαν και οι φροντισμένοι στίχοι του Ηλία Λυμπερόπουλου που διακρίνονται από την τεχνική τους αρτιότητα κι από μια διάθεση συμβολικής έκφρασης, όπως χαρακτηριστικά μπορούμε να εντοπίσουμε στο ομότιτλο τραγούδι που εμφανώς επιστρατεύει τα "Κύθηρα" όχι ως γεωγραφικό, αλλά ως συμβολικό προσδιορισμό ενισχύοντας έτσι τους εύλογους συνειρμούς με τον επίσης ομότιτλο ζωγραφικό πίνακα του Αντουάν Βατό.
Το τραγούδι των τίτλων που επαναλαμβάνεται και στον επίλογο του δίσκου είναι ασφαλώς ένα πανέμορφο τρυφερό τραγούδι, ίσως το ωραιότερο που έγραψε ποτέ ο συνθέτης. Δίπλα σ' αυτό θα έβαζα το αισθαντικότατο "Ρούχο τον ίσκιο σου φορώ" κι ας είναι από τα λιγότερο ακουσμένα του δίσκου. Αδυναμία μου επίσης και το "Γιε μου, γιε μου, γιε μου". Πολλά από τα υπόλοιπα τραγούδια γνώρισαν επιτυχία, όπως το πολυακουσμένο "Νικολή, Νικολή", αλλά και τα: "Μάνα κι αγαπητικιά μου", "Μαντήλι κόκκινο", "Σαράντα οργιές η πίκρα μου", "Μηνά τη βράκα φόρεσε".
Βασικός ερμηνευτής του δίσκου είναι ο Δημήτρης Μητροπάνος που συνεχίζει στην "έντεχνη" γραμμή που είχε ξεκινήσει με τον "Άγιο Φεβρουάριο" λίγο νωρίτερα, πριν ευθυγραμμίσει τον βηματισμό του με το καθαρόαιμο λαϊκό ρεπερτόριο. Μαζί του η υπέροχη Χριστιάνα που ερμηνεύει τέσσερα τραγούδια με μοναδική εκφραστικότητα. Ο πίνακας του εξωφύλλου σχεδιάστηκε από τον Τάσο Ζωγράφο.

Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2019

Πρόσφυγες: Χυδαιότητα και ανθρωπιά, 2019 μ.Χ.

Κάνω μια μικρή παρένθεση εδώ στη συνεχή ροή δίσκων από την κλασική περίοδο του ελληνικού τραγουδιού (δεκαετίες '60 και '70), για να σταθώ λίγο στο φλέγον ζήτημα του καιρού μας, τις αθρόες εισροές προσφύγων από χώρες της Μέσης Ανατολής.
Κι επειδή έχω και προσωπική εμπλοκή στο θέμα με τη λειτουργία τάξης υποδοχής προσφυγόπουλων στο σχολείο μου, οφείλω να ομολογήσω τη συγκλονιστική εμπειρία που αποκομίζω καθημερινά από το υπέροχο χαμόγελο ευγνωμοσύνης των παιδιών αυτών και την απίστευτη επιθυμία τους να επικοινωνήσουν με όλα τα υπόλοιπα παιδιά του σχολείου μαθαίνοντας με ταχύτατο ρυθμό την ελληνική γλώσσα, αλλά και από την τεράστια αγκαλιά άδολης αγάπης που άνοιξαν τα Ελληνόπουλα του σχολείου, για να ενσωματώσουν τα κατατρεγμένα αυτά παιδιά στο δικό τους μικρόκοσμο.
Πόσο θλιβερή λοιπόν είναι η απέναντι πλευρά, αυτή που εκπέμπει ασταμάτητα μίσος και χυδαιότητα προς αυτούς τους ανθρώπους, είτε με αποκρουστικές δηλώσεις σαν κι αυτές του παλαίμαχου ποδοσφαιριστή Αλέκου Αλεξανδρή, είτε με το αίσχος του απάνθρωπου μπάρμπεκιου στα Διαβατά, το οποίο μάλιστα φαίνεται να το επιβραβεύουν με την παρουσία τους γνωστοί πολιτικοί λειτουργοί της Ελληνικής Δημοκρατίας!
Κι όμως, δεν είναι όλα μαύρα σ' αυτή την ξενοφοβική κοινωνία που ζούμε. Υπάρχουν και υγιείς φωνές που έρχονται να ενώσουν τη δική τους διαμαρτυρία με τη σιωπηρή κραυγή όλων εκείνων των άσημων ανθρώπων που παρακολουθούν αποσβολωμένοι αυτό το ρατσιστικό παραλήρημα. Πρώτος ο Ολυμπιονίκης μας Αλέξανδρος Νικολαΐδης που απάντησε με πολύ καίριο και σταράτο τρόπο στο χυδαιογράφημα του Αλεξανδρή. Κι αμέσως μετά μια συγκλονιστική δήλωση του παλαίμαχου ποδοσφαιριστή Σάββα Κωφίδη που δημοσιεύτηκε στον "Ημεροδρόμο" με τίτλο "Μετανάστες, αδέρφια μας", η οποία νομίζω πως αξίζει να μεταφερθεί κι εδώ αυτούσια:
«Από τη μια υπάρχει η αξιοπρέπεια του Αφγανού, του Σύρου, του Έλληνα, του Γερμανού, του Ρώσου, του Πακιστανού, του ανθρώπου από οποιαδήποτε φυλή και από οποιαδήποτε μέρος της Γης που ψάχνει –  στην Ελλάδα και οπουδήποτε στον κόσμο – μια ζωή αντάξια της ανθρώπινης υπόστασής του. Από την άλλη υπάρχει ο εθνικοσοσιαλισμός, ο ρατσισμός, ο εθνικισμός που μισεί τους αδύναμους – από οποιαδήποτε φυλή και οποιαδήποτε χώρα – με πρόσχημα ότι είναι διαφορετικοί.
    Στην παρακμή και την ανηθικότητα που «ηθικολογεί» ψευδολογώντας, παραποιώντας, παραχαράσσοντας, διαστρεβλώνοντας έννοιες όπως «πατρίδα» και «πολιτισμός», η απάντηση είναι η αλήθεια. Και η αλήθεια είναι πως η διαφορετικότητα μεταξύ των ανθρώπων δεν είναι έγκλημα. Έγκλημα είναι ο μισανθρωπισμός. Που παριστάνει τον ιδιοκτήτη της πατρίδας μας και του πλανήτη για να μην επιτρέπει σε κατατρεγμένους ανθρώπους να αναπνέουν και να αναζητούν καταφύγιο πουθενά στον κόσμο.   Ούτε η Ελλάδα, ούτε ο πλανήτης ανήκουν στους φασίστες και στους μισανθρώπους. Οι μετανάστες, οι πρόσφυγες, όσους η ανάγκη οδήγησε εδώ κι εκεί, από όπου κι αν έρχονται, όπου κι αν πηγαίνουν, είναι το ίδιο αδέρφια μας, όπως τα αδέρφια μας οι Έλληνες μετανάστες. Κι επειδή είναι αδέρφια μας, ο τόπος μας είναι τόπος τους, και ο τόπος τους είναι τόπος μας.   Ελλάδα δεν είναι να «τσικνίζεις» τον πεινασμένο. Αθλητισμός δεν είναι να κλωτσάς τον χτυπημένο. Ουμανισμός δεν είναι η λογοκοπία της «φιλανθρωπίας». Είναι ο σεβασμός στον ανήμπορο, το χέρι να σηκωθεί στον πεσμένο, ένα πιάτο φαΐ στον κατατρεγμένο. Ό,τι χρώμα, θρησκεία, καταγωγή κι αν έχει.    Το μόνο απαραβίαστο σύνορο είναι η ανθρωπιά. Το μόνο διαβατήριο για να πορεύεται κανείς στον κόσμο του Ανθρώπου, είτε τρώει χοιρινό είτε όχι, είτε πιστεύει στο Χριστό είτε όχι, είναι η αλληλεγγύη σε όσους την χρειάζονται».

Κι επειδή εδώ μέσα συνηθίσαμε να μιλάμε με τη γλώσσα της μουσικής, ας ακούσουμε το κλασικό τραγούδι "Προσφυγιά" του Απόστολου Καλδάρα και του Πυθαγόρα από το δίσκο "Μικρά Ασία" (1972) που τραγούδησε ο Γιώργος Νταλάρας. 

Νίκος Καρβέλας: Μια χαρά, μια καημός (1974)

Ξέρω: Βλέποντας κάποιοι φίλοι του Δισκοβόλου το όνομα του συγκεκριμένου συνθέτη θα ένιωσαν τουλάχιστον έκπληξη και απορία, ίσως μάλιστα να βιάστηκαν να θυμώσουν κιόλας μαζί μου, γιατί αποφάσισα να παρουσιάσω ένα δίσκο που a priori είναι καταδικασμένος στην περιφρόνηση και την απαξίωση! Νά όμως που τα πράγματα πολλές φορές δεν είναι όπως τα νομίζουμε και η σημερινή μου παρουσίαση στοχεύει εν μέρει και στο να καταδείξει ότι οι προκαταλήψεις συχνά μας αποπροσανατολίζουν και μας οδηγούν σε λανθασμένα συμπεράσματα.
Αγαπητοί μου φίλοι, σήμερα περνάω στην "άλλη όχθη" του ελληνικού τραγουδιού, για να συναντήσω έναν πρωτοκλασάτο δημιουργό αυτού του χώρου, ο οποίος όμως εδώ μας συστήνεται με την πρωτόλεια δισκογραφική του κατάθεση που σαφέστατα τοποθετείται στην από 'δω όχθη! Μιλώ για το δίσκο "Μια χαρά, μια καημός" που κυκλοφόρησε το 1974 από τη Minos και είναι ο παρθενικός δίσκος του φιλόδοξου νεαρού συνθέτη Νίκου Καρβέλα, ο οποίος μέχρι τότε δραστηριοποιούνταν σε ροκ νεανικά συγκροτήματα, χωρίς να έχει καταφέρει να αποκτήσει αναγνωρίσιμο στίγμα. Μάλιστα διαβάζοντας την αυτοβιογραφία του Μάκη Μάτσα πληροφορήθηκα ότι ο φέρελπις συνθέτης είχε τη φιλοδοξία να γράψει τραγούδια για τους Μπιτλς και να κάνει διεθνή καριέρα, αλλά τελικά μάλλον συμβιβάστηκε στα όρια της εγχώριας μουσικής πραγματικότητας! 
Κι έτσι φτάσαμε στην πρώτη του αυτή ηχογράφηση με δώδεκα καλογραμμένα τραγούδια σε ένα εντελώς διαφορετικό ύφος από αυτό που ως εκείνη τη στιγμή υπηρετούσε ή αυτό που τον μετέτρεψε αργότερα σε ανεξάντλητη μηχανή παραγωγής σουξέ ευρείας κατανάλωσης. Πρόκειται για τραγούδια προσαρμοσμένα στο ελαφρολαϊκό ύφος της εποχής, στις παρυφές - θα έλεγα - του "έντεχνου"! Δεν επέμεινε βέβαια πολύ σ' αυτό το ύφος, αλλά συνέχισε τουλάχιστον ως το τέλος εκείνης της δεκαετίας να γράφει ανάλογα τραγούδια για τους κυριότερους ερμηνευτές που διέθετε στο οπλοστάσιό της η Minos (Άννα Βίσση, Γιάννης Καλατζής, Τόλης Βοσκόπουλος κ.ά.).
Τα περισσότερα τραγούδια του δίσκου είναι όμορφα και μελωδικά και κάποια γνώρισαν επιτυχία. Τα ερμηνεύουν - από τέσσερα ο καθένας - τρεις νέοι τότε τραγουδιστές που βρίσκονταν ακόμη στο ξεκίνημα της καριέρας τους: Ο Κώστας Σμοκοβίτης, ο Δημήτρης Κοντολάζος και η 17χρονη Άννα Βίσση, η οποία έκτοτε συνέδεσε στενά την καλλιτεχνική κι αργότερα την προσωπική της πορεία με τον συνθέτη. Θυμάμαι πως εκείνα τα χρόνια είχα ξεχωρίσει και αγαπούσα πολύ ένα από τα τραγούδια που ερμηνεύει η Βίσση, το τρυφερό "Κρύβαμε την αγάπη μας", το οποίο με συντρόφευε όμορφα στις εφηβικές μου φαντασιώσεις! Έχει κι άλλα ωραία τραγούδια ο δίσκος, όπως: "Στράτα τη στράτα", "Να 'σουν βρε κόσμε", "Σαν τα πεινασμένα περιστέρια", "Πολυξένη", "Ούτε ένα σ' αγαπώ", "Σάββατο Κυριακή", "Γιατί γελάς και παίζεις". Φαντάζομαι πως όσοι δεν έχουν ξανακούσει αυτά τα τραγούδια, θα βρεθούν μπροστά σε μια μικρή έκπληξη. Και απορία: Γιατί δε συνέχισε ο Καρβέλας σ' αυτή τη γραμμή και το 'ριξε στα εύπεπτα παιγνιοτράγουδα, τύπου "Χονολουλού" με τον Γιάννη Καλατζή στο δρόμο της παρακμής του, και άλλα παρόμοια στη συνέχεια... Ρητορικό ερώτημα;
Κλείνοντας πρέπει να αναφέρω ότι οι ενδιαφέροντες στίχοι ανήκουν στην αξιόλογη στιχουργό Βαρβάρα Τσιμπούλη (1947-1992), από τις λίγες γυναικείες παρουσίες στο πεδίο της στιχουργικής ακολουθώντας την παράδοση που δημιούργησε η μεγάλη Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, τη συνέχισε η Σώτια Τσώτου, για να ακολουθήσουν αργότερα αρκετές άλλες στιχουργοί με κορυφαία τη Λίνα Νικολακοπούλου. 
Τέλος, να αναφέρω ότι η ενορχήστρωση υπογράφεται από τον Τάσο Καρακατσάνη, ο οποίος εκείνα τα χρόνια είχε αυτή κυρίως τη μουσική ενασχόληση, πριν περάσει κι ο ίδιος στο πεδίο της σύνθεσης.

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2019

Λουκιανός Κηλαηδόνης: Η κόκκινη κλωστή (1972)

Έχοντας κάνει έντονα αισθητή την παρουσία του με το δίσκο "Η πόλη μας" (1970) ο Λουκιανός Κηλαηδόνης είχε την τύχη να συναντηθεί αμέσως μετά με τον μεγάλο στιχουργό Νίκο Γκάτσο και μαζί να ετοιμάσουν την επόμενη δουλειά που κυκλοφόρησε το 1972 με τίτλο "Η κόκκινη κλωστή". Και μίλησα για "τύχη", αφενός γιατί η συμπόρευση ενός νέου δημιουργού με έναν ογκόλιθο της στιχουργικής, όπως ο Νίκος Γκάτσος, αποτελούσε εξ ορισμού το ισχυρότερο εχέγγυο για τις πιο λαμπρές προοπτικές στο μουσικό πεδίο, και αφετέρου γιατί λίγοι υπήρξαν οι εκλεκτοί του μεγάλου στιχουργού: Μάνος Χατζιδάκις, Μίκης Θεοδωράκης, Σταύρος Ξαρχάκος, Δήμος Μούτσης. Απ' αυτούς πήρε τη σκυτάλη ο Κηλαηδόνης, ενώ ακολούθησαν ελάχιστες ακόμη συνεργασίες του: Γιώργος Χατζηνάσιος, Χριστόδουλος Χάλαρης, Βασίλης Δημητρίου και κάποιες μεταθανάτιες (Ανδριόπουλος, Παπαδημητρίου).
Ο δεύτερος λοιπόν δίσκος του Λουκιανού Κηλαηδόνη αποτελεί φυσική συνέχεια του πρώτου με τραγούδια σε λαϊκό και πάλι ύφος, πολλά από τα οποία ακούστηκαν πολύ. Είναι η λεγόμενη "λαϊκή" περίοδος του συνθέτη, η οποία θα ολοκληρωθεί με έναν τρίτο δίσκο στο ίδιο ύφος, τον "Περίπατο" (1976), πάλι με στίχους του Νίκου Γκάτσου.
Ο δίσκος περιλαμβάνει 13 καινούργια τραγούδια γραμμένα με κέφι κι ανάλαφρη διάθεση. Τα πιο πολλά έγιναν μεγάλα σουξέ, ιδιαίτερα τα: "Σπίτι μου" (από τα ωραιότερα τραγούδια του Κηλαηδόνη), "Ήρθατε σαν κύματα", "Μια Κυριακή του Μάρτη", "Μια Κεφαλονίτισσα", "Με γαρίφαλο στο πέτο"
Τα τραγούδια ερμηνεύουν όμορφα ο Μανώλης Μητσιάς και η Δήμητρα Γαλάνη, αχώριστο δίδυμο εκείνον τον καιρό, στη δεύτερη δισκογραφική τους συνύπαρξη. Προηγήθηκε ο δίσκος "Της γης το χρυσάφι" (1971) του Μάνου Χατζιδάκι, ενώ ακολούθησαν οι δίσκοι "Έχει ο Θεός" (1973) του Γιώργου Χατζηνάσιου, "Αποχαιρετισμός" (1975) του Λίνου Κόκοτου και "Αθανασία" (1976) πάλι του Μάνου Χατζιδάκι. Χωρίς να υπολογίζω και κάμποσους ακόμη δίσκους, όπου συμμετείχαν οι δυο τους μαζί με άλλους τραγουδιστές.
Σημειώνω ότι μερικά από τα τραγούδια του δίσκου ("Μικρή Ζακυνθινιά", "Γκρεμός και βράχος", "Κάθε χρόνο, κάθε χρόνο") ηχογραφήθηκαν παράλληλα και με τη φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση και κυκλοφόρησαν στις 45 στροφές.

Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2019

Λουκιανός Κηλαηδόνης: Η πόλη μας (1970)

Περνάω σήμερα σ' έναν άλλο σημαντικό συνθέτη που μας έδωσε σπουδαία δείγματα του ταλέντου του μέσα στη δεκαετία του '70. Ο λόγος λοιπόν για τον αγαπημένο, πολυτάλαντο, αλλά δυστυχώς μακαρίτη πλέον Λουκιανό Κηλαηδόνη (1943-2017).
Με τίτλο "Η Πόλη μας" κυκλοφόρησε το 1970 ο πρώτος του μεγάλος δίσκος, ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή η μόνη δισκογραφική του παρουσία περιορίζονταν σε δυο όμορφα τραγουδάκια ("Σ' αγαπώ", "Παίρνω την ανηφοριά") που ερμήνευσε ο Γιώργος Νταλάρας ένα χρόνο νωρίτερα για τον πρώτο προσωπικό του δίσκο.
Η αγάπη του συνθέτη για το θέατρο ήδη διαφαίνεται από αυτή την πρώτη του κιόλας ολοκληρωμένη δουλειά. Ο δίσκος πήρε το όνομά του από το ομώνυμο θεατρικό έργο της Κωστούλας Μητροπούλου (1933-2004), που παίχτηκε εκείνη τη χρονιά, στην καρδιά του δικτατορικού καθεστώτος. Ο συνθέτης έγραψε μια σειρά όμορφων και μελωδικών τραγουδιών σε λαϊκό ύφος που υπηρετούσαν την παράσταση, αλλά μπορούν άνετα να σταθούν και ανεξάρτητα από τη σκηνική τους λειτουργία. Οι στίχοι των τραγουδιών ανήκουν στην ίδια τη συγγραφέα, με εξαίρεση δύο ("Το καλοκαίρι σαν θαρθεί", "Όσο αγαπιόμαστε τα δυο"), που έχουν στίχους του Κηλαηδόνη, καθώς και το υπέροχο "Μη χτυπάς σ' ένα σπίτι κλειστό" που έχει στίχους του Μάνου Ελευθερίου, παρόλο που στο δίσκο αποδίδεται κι αυτό στον συνθέτη. Ο δίσκος κλείνει μ' ένα αργό ορχηστρικό θέμα με μελαγχολική διάθεση. Το λαϊκό χρώμα των τραγουδιών τονίζουν ιδιαίτερα τα χαρακτηριστικά μπουζούκια των δύο κορυφαίων δεξιοτεχνών, του Κώστα Παπαδόπουλου και του Λάκη Καρνέζη.
Τα τραγούδια περιγράφουν μικρές καθημερινές ιστορίες που συμβαίνουν σε μια φανταστική πόλη, που όμως θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε πόλη. Όπως διαβάζουμε στο σημείωμα του δίσκου, αυτή είναι μια πόλη αγάπη, μια πόλη καημός και μια πόλη μνήμη. Μια πόρτα, ένας αριθμός, ένας δρόμος. Αλλάζει το όνομα, αλλάζει ο χρόνος. Μια φωτογραφία παγώνει το χρόνο. Τα παιδιά παίζουν τον πόλεμο. Το παιχνίδι συγχέεται με τη ζωή και την αλήθεια. Τα παιδιά μεγαλώνουν, η γειτονιά μεταμορφώνεται. Η πόλη αλλάζει, αλλά τίποτε δε χάνεται, όπως συμβαίνει με τους ανθρώπους που μεγαλώνουν πολύ και καταλήγουν πάλι παιδιά, για να χωράνε ολόκληρο τον κόσμο στην καρδιά τους.
Βασικός ερμηνευτής του δίσκου είναι ο Μανώλης Μητσιάς που συμμετείχε και στην παράσταση. Ο σπουδαίος τραγουδιστής βρισκόταν ακόμη στα πρώτα του βήματα και τα τραγούδια αυτά συνέβαλαν αποφασιστικά στην καθιέρωσή του. Τα γυναικεία τραγούδια ερμηνεύει θαυμάσια η Βίκυ Μοσχολιού σε μια από τις τελευταίες της ηχογραφήσεις στην Columbia πριν μεταπηδήσει στη Philips. 
Όλα τα τραγούδια ακούστηκαν πολύ εκείνα τα χρόνια, αλλά ξεχώρισαν περισσότερο τα: "Καλοκαίρι σαν θαρθεί", "Όσο αγαπιώμαστε τα δυο", "Μη χτυπάς σ' ένα σπίτι κλειστό" και "Η φωτογραφία". Προσωπική μου αδυναμία πάντως το συναρπαστικό "Νανούρισμα" που κόντρα στον κανόνα είναι γραμμένο σε γοργό ρυθμό! 
Σημειώνω, τέλος, ότι κάποια από τα τραγούδια του δίσκου ακούγονται και στην ταινία "Κατηγορώ τη ζωή" (1972) του Παύλου Παρασχάκη ερμηνευμένα από την Ελένη Ροδά, χωρίς όμως οι εκτελέσεις αυτές να έχουν περάσει ποτέ στη δισκογραφία.