Ξέρω: Βλέποντας κάποιοι φίλοι του Δισκοβόλου το όνομα του συγκεκριμένου συνθέτη θα ένιωσαν τουλάχιστον έκπληξη και απορία, ίσως μάλιστα να βιάστηκαν να θυμώσουν κιόλας μαζί μου, γιατί αποφάσισα να παρουσιάσω ένα δίσκο που a priori είναι καταδικασμένος στην περιφρόνηση και την απαξίωση! Νά όμως που τα πράγματα πολλές φορές δεν είναι όπως τα νομίζουμε και η σημερινή μου παρουσίαση στοχεύει εν μέρει και στο να καταδείξει ότι οι προκαταλήψεις συχνά μας αποπροσανατολίζουν και μας οδηγούν σε λανθασμένα συμπεράσματα.
Αγαπητοί μου φίλοι, σήμερα περνάω στην "άλλη όχθη" του ελληνικού τραγουδιού, για να συναντήσω έναν πρωτοκλασάτο δημιουργό αυτού του χώρου, ο οποίος όμως εδώ μας συστήνεται με την πρωτόλεια δισκογραφική του κατάθεση που σαφέστατα τοποθετείται στην από 'δω όχθη! Μιλώ για το δίσκο "Μια χαρά, μια καημός" που κυκλοφόρησε το 1974 από τη Minos και είναι ο παρθενικός δίσκος του φιλόδοξου νεαρού συνθέτη Νίκου Καρβέλα, ο οποίος μέχρι τότε δραστηριοποιούνταν σε ροκ νεανικά συγκροτήματα, χωρίς να έχει καταφέρει να αποκτήσει αναγνωρίσιμο στίγμα. Μάλιστα διαβάζοντας την αυτοβιογραφία του Μάκη Μάτσα πληροφορήθηκα ότι ο φέρελπις συνθέτης είχε τη φιλοδοξία να γράψει τραγούδια για τους Μπιτλς και να κάνει διεθνή καριέρα, αλλά τελικά μάλλον συμβιβάστηκε στα όρια της εγχώριας μουσικής πραγματικότητας!
Κι έτσι φτάσαμε στην πρώτη του αυτή ηχογράφηση με δώδεκα καλογραμμένα τραγούδια σε ένα εντελώς διαφορετικό ύφος από αυτό που ως εκείνη τη στιγμή υπηρετούσε ή αυτό που τον μετέτρεψε αργότερα σε ανεξάντλητη μηχανή παραγωγής σουξέ ευρείας κατανάλωσης. Πρόκειται για τραγούδια προσαρμοσμένα στο ελαφρολαϊκό ύφος της εποχής, στις παρυφές - θα έλεγα - του "έντεχνου"! Δεν επέμεινε βέβαια πολύ σ' αυτό το ύφος, αλλά συνέχισε τουλάχιστον ως το τέλος εκείνης της δεκαετίας να γράφει ανάλογα τραγούδια για τους κυριότερους ερμηνευτές που διέθετε στο οπλοστάσιό της η Minos (Άννα Βίσση, Γιάννης Καλατζής, Τόλης Βοσκόπουλος κ.ά.).
Τα περισσότερα τραγούδια του δίσκου είναι όμορφα και μελωδικά και κάποια γνώρισαν επιτυχία. Τα ερμηνεύουν - από τέσσερα ο καθένας - τρεις νέοι τότε τραγουδιστές που βρίσκονταν ακόμη στο ξεκίνημα της καριέρας τους: Ο Κώστας Σμοκοβίτης, ο Δημήτρης Κοντολάζος και η 17χρονη Άννα Βίσση, η οποία έκτοτε συνέδεσε στενά την καλλιτεχνική κι αργότερα την προσωπική της πορεία με τον συνθέτη. Θυμάμαι πως εκείνα τα χρόνια είχα ξεχωρίσει και αγαπούσα πολύ ένα από τα τραγούδια που ερμηνεύει η Βίσση, το τρυφερό "Κρύβαμε την αγάπη μας", το οποίο με συντρόφευε όμορφα στις εφηβικές μου φαντασιώσεις! Έχει κι άλλα ωραία τραγούδια ο δίσκος, όπως: "Στράτα τη στράτα", "Να 'σουν βρε κόσμε", "Σαν τα πεινασμένα περιστέρια", "Πολυξένη", "Ούτε ένα σ' αγαπώ", "Σάββατο Κυριακή", "Γιατί γελάς και παίζεις". Φαντάζομαι πως όσοι δεν έχουν ξανακούσει αυτά τα τραγούδια, θα βρεθούν μπροστά σε μια μικρή έκπληξη. Και απορία: Γιατί δε συνέχισε ο Καρβέλας σ' αυτή τη γραμμή και το 'ριξε στα εύπεπτα παιγνιοτράγουδα, τύπου "Χονολουλού" με τον Γιάννη Καλατζή στο δρόμο της παρακμής του, και άλλα παρόμοια στη συνέχεια... Ρητορικό ερώτημα;
Κλείνοντας πρέπει να αναφέρω ότι οι ενδιαφέροντες στίχοι ανήκουν στην αξιόλογη στιχουργό Βαρβάρα Τσιμπούλη (1947-1992), από τις λίγες γυναικείες παρουσίες στο πεδίο της στιχουργικής ακολουθώντας την παράδοση που δημιούργησε η μεγάλη Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, τη συνέχισε η Σώτια Τσώτου, για να ακολουθήσουν αργότερα αρκετές άλλες στιχουργοί με κορυφαία τη Λίνα Νικολακοπούλου.
Τέλος, να αναφέρω ότι η ενορχήστρωση υπογράφεται από τον Τάσο Καρακατσάνη, ο οποίος εκείνα τα χρόνια είχε αυτή κυρίως τη μουσική ενασχόληση, πριν περάσει κι ο ίδιος στο πεδίο της σύνθεσης.
(c) LP | Minos | 1974 | πηγή: d58
3 σχόλια:
"Δεν υπάρχουν όχθες στο τραγούδι, μονάχα ωραία η βαρετά τραγούδια". Ζητώ συγνώμη για τον αξιωματικό τρόπο που το θέτω... Επειδή μου αρέσει ο Χατζιδάκις ή ο Ορφέας Περίδης δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να μου αρέσει ο Καρβέλας η ο Φοίβος (Τατσόπουλος) κι επειδή μου αρέσει ο Πλέσσας η ο Γιάννης Σπανος δεν σημαίνει ότι μου αρέσουν όλα τα τραγούδια τους, πιθανόν κάποια να μην τα αντέχω... Ας απομακρυνθούμε από αυτούς τους περιορισμούς!
Δε διαφωνούμε σ' αυτό και κακώς νομίζεις το αντίθετο. Βλέπεις ότι τη φράση "άλλη όχθη" την έχω βάλει σε εισαγωγικά, για να δείξω περίπου αυτό που λες. Και θαπρόσεξες ότι πάντα τη λέξη "έντεχνο" τη βάζω σε Φυσικά υπάρχουν κατηγορίες στη μουσική, οι οποίες ορίζουν θεμελιώδεις υφολογικές, εκφραστικές και αισθητικές διαφορές. Δεν αρκεί η υπεραπλούστευση σε "ωραία ή βαρετά" τραγούδια. Υπάρχουν επίσης σημαντικά και ασήμαντα τραγούδια. Ενδεχομένως κάποια σημαντικά να μην είναι ωραία, αλλά μπορεί να είναι πρωτότυπα ή να οριοθετούν ένα ολόκληρο ρεύμα. Υπάρχουν επίσης ασήμαντα τραγουδάκια που μπορεί να αρέσουν (και δυστυχώς συνήθως αυτά αρέσουν). Είναι βέβαιο ότι τα τραγούδια του "Μεγάλου Ερωτικού" θα τα βρει βασανιστικά βαρετά ένας μέσος ακροατής, αλλά είναι δεδομένο πόσο σημαντικά είναι. Και φυσικά η μουσικολογία είναι υποχρεωμένη να κάνει τις αναγκαίες ταξινομήσεις σε μουσικά είδη. Κατά συνέπεια είναι δόκιμοι οι όροι παραδοσιακή μουσική, λαϊκή μουσική, ποπ, τζαζ, μπλουζ, έθνικ, έντεχνη ή λόγια μουσική (η κοινώς αλλά λανθασμένα λεγόμενη "κλασική") κλπ. Ανάμεσα σ' ένα ωραίο τραγούδι του Καρβέλα από το "Μια χαρά, μια καημός" και στην ωραία Σονάτα για Αρπετζιόνε του Σούμπερτ υπάρχει σαφέστατα τεράστια αισθητική διαφορά και δεν μπορούμε να τα βάλουμε στο ίδιο σακί!
Προκειμένου τώρα για το ευρύ πεδίο της ελληνικής λαϊκής μουσικής, σαφώς και αντιλαμβανόμαστε όλοι τι εννοούμε με τον αδόκιμο όρο "άλλη όχθη". Είναι αυτό που με διάφορες περιστροφές αναφέρω κατά καιρούς ως εμπορικό τραγούδι ευρείας κατανάλωσης ή εύπεπτο τραγούδι ή τραγούδι της πίστας και άλλα τέτοια που δεν έχουν φυσικά τη φιλοδοξία να αποτελέσουν ειδικούς τεχνικούς όρους, αλλά απλώς να καταδείξουν μια εμφανή αισθητική διαφοροποίηση.
Δεν θα διαφωνήσω με όσα έγραψες κι οι εξηγήσεις σωστές και προτάσεις δεκτές! Το καλό είναι πάντως ότι η πραγματική και άξια δημιουργία προηγείται και είναι πάνω από σχολιασμούς και κατηγοριοποιήσεις. Η συζήτηση θα μπορούσε να μην έχει τέλος!
Δημοσίευση σχολίου