Δευτέρα 31 Αυγούστου 2020

Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω: Πέρα στου Κεγχριού τον κάμπο (1995)

Ξεφεύγοντας από την ομφαλοσκοπική τους μανιέρα οι Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω, τέσσερα χρόνια μετά την "Ϊχνογραφία", μας δίνουν εδώ ένα δίσκο εντελώς εξωστρεφή και ανέμελο με τίτλο "Πέρα στου Κεγχριού τον κάμπο".  
Πρόκειται για τραγούδια σχεδόν παιδικά με διονυσιακές εκλάμψεις, λουσμένα στο φως του καλοκαιριού, στους χυμούς της ελληνικής φύσης και στον αθώο ενθουσιασμό της παιδικής αφέλειας. Άλλωστε τα ερμηνεύουν κυρίως παιδικές φωνές χρωματίζοντας γοητευτικά μια συναρπαστική παρέλαση ακουστικών εικόνων που πλημμυρίζουν τ' αφτιά μας. 
Οι στίχοι βουτάνε βαθιά στις ρίζες της σφύζουσας ελληνικής λαλιάς ανασύροντας λέξεις και εικόνες συχνά λησμονημένες. Σταχυολογώ κάμποσες τέτοιες χαρακτηριστικές λέξεις: αιθρίες, Αιγιάλεια, ερωδιοί, Γάργανος, ρόδα, ία, Ερύθεια, τσικλιδάρα, Χρυσόθεμις, Αστερόπη, φτελιά, Υαμπεία, Πάνδροσος, Θαλλώ, Καρπώ, εύφρανση, χελιδόνισμα, ενιαυτός, άλκιμοι κιθαρωδοί, Αργώ πασιμέλουσα, βραγιές κλπ. 
Στην εκτέλεση των τραγουδιών συμμετέχουν η μεσόφωνος Άννα Καραγεωργιάδου, η παιδική χορωδία των εκπαιδευτηρίων Γιάννη Τσιαμούλη, η ηθοποιός Λήδα Δημητρίου και ο τραγουδοποιός Βασίλης Νικολαΐδης. Το καλαίσθητο εξώφυλλο φιλοτέχνησε και πάλι ο Χάρξς Καβαλλιεράτος.

Κυριακή 30 Αυγούστου 2020

Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω: Ιχνογραφία (1991)

Η συνεργασία του συγκροτήματος Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω με τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Σείριο που ξεκίνησε το 1988 και ήδη είχε αποφέρει δύο θαυμάσιους κύκλους τραγουδιών, τα "Παροίνια" (1988) και τα "Εγκαίνια" (1989), συνεχίζεται και την επόμενη δεκαετία του '90 με μια τρίτη προσωπική δισκογραφική κατάθεση που κυκλοφόρησε από τον Σείριο τον Οκτώβρη του 1991 με τίτλο "Ιχνογραφία" και είναι αφιερωμένη στον μέντορά τους Μάνο Χατζιδάκι και στον Νίκο Γκάτσο. 
Θυμίζω βέβαια ότι ο μεγάλος ποιητής-στιχουργός στη συνέχεια - αν και εν απουσία του - είχε μια ιδιαίτερη διασύνδεση με το συγκρότημα, όταν η σύντροφός του Αγαθή Δημητρούκα όχι απλώς συνεργάστηκε μαζί τους, αλλά συνέδεσε και τη ζωή της με τον Γιώργο Φιλιππάκη. 
Στην "Ιχνογραφία" έχουν μελοποιήσει μια σειρά από ενδιαφέροντα κείμενα είτε δικά τους, είτε του σταθερού τροφοδότη τους Βασίλη Νικολαιδη, είτε ακόμη και σημαντικών μας ποιητών, όπως ο Ανδρέας Κάλβος, ο Γιώργος Σαραντάρης (για δεύτερη συνεχόμενη φορά) και ο Νίκος Εγγονόπουλος. Γι' αυτούς δεν αποτελεί εμπόδιο ένα τόσο ετερόκλητο υλικό που κινείται από τον απλό λυρικό λόγο μέχρι την περίπλοκη υπερρεαλιστική γραφή, αλλά αντιθέτως τους οδηγεί με άνεση στην επινόηση ευφάνταστων ηχοχρωματισμών που συνθέτουν έναν συναρπαστικό μουσικό πίνακα πολύχρωμο, ηλιόλουστο, ονειρικό, αλλά και οικείο καθημερινό ακροβατώντας με σωστή ισορροπία σε ποικίλα μουσικά είδη.

Σάββατο 29 Αυγούστου 2020

Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω: Τα παροίνια (1988)

Μετά το εξαιρετικό τους ξεκίνημα με τις "Κακές μας πράξεις" (1982) οι Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω συνεχίζουν στο δρόμο που άνοιγε μπροστά τους, χωρίς να αλλάξουν το βηματισμό τους, όχι όμως και δισκογραφική στέγη, αφού οι επόμενες δύο δουλειές τους, τα "Πλάγια λόγια" (1983) και "Συ φέρνεις τα τραγούδια" (1985), φιλοξενήθηκαν από την εταιρία των Αδελφών Φαληρέα, ενώ το 1985 έκαναν ένα προσωρινό πέρασμα από τη Minos συμπράττοντας στον προσωπικό δίσκο της Δήμητρας Γαλάνη που είχε για τίτλο το δικό τους όνομα, "Χάνομαι γιατί ρεμβάζω"
Τρία χρόνια αργότερα βρέθηκαν στο περιβάλλον του Μάνου Χατζιδάκι και τον Σείριο, όπου συμμετείχαν μαζί με πολλούς άλλους νέους καλλιτέχνες σε ένα πρόγραμμα με τον γενικό τίτλο «Ο Σείριος παρουσιάζει» που αποτυπώθηκε και στον πολυσυλλεκτικό δίσκο "Στον Σείριο υπάρχουνε παιδιά", ενώ παράλληλα ηχογράφησαν και τον 4ο προσωπικό τους δίσκο με τίτλο "Τα παροίνια", αφιερωμένο στο φίλο και συνεργάτη τους Βασίλη Νικολαΐδη, αξιόλογο επίσης τραγουδοποιό, ο οποίος άλλωστε τους έδωσε και στίχους του για το δίσκο. 
Ο δίσκος αυτός δείχνει ότι το συγκρότημα είχε πλέον κατακτήσει τα εκφραστικά του μέσα με ώριμο τρόπο. Χαμηλόφωνες μπαλάντες με κύριο χαρακτηριστικό τη μελωδία, αλλά και τις ποικίλες ρυθμικές εναλλαγές. Τολμούν μάλιστα να καταφύγουν και στον ποιητικό λόγο και μάλιστα ιδιαίτερων ποιητών, όπως ο Ομάρ Καγιάμ και ο Λι Τάι Πο. Θυμίζω ότι ο τελευταίος είναι ο ποιητής που ενέπνευσε στον σημαντικό λόγιο συνθέτη Gustav Mahler τον αριστουργηματικό κύκλο τραγουδιών "Το τραγούδι της γης" (1908-1911). Η μουσική γράφτηκε από τον Χάρη Καβαλλιεράτο με εξαίρεση το τραγούδι "Κάποτε κάποτε είσαι πρόσωπο κι άλλες φορές τοπίο" που γράφτηκε από τον Γιώργο Φιλιππάκη. 

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2020

Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω: Οι κακές μας πράξεις (1982)

Επιστρέφουμε πίσω σήμερα, στο ξεκίνημα του μουσικού σχήματος Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω, και συγκεκριμένα στο 1982, τη χρονιά που κυκλοφόρησε από την ΕΜΙ η πρώτη ολοκληρωμένη δισκογραφική τους εργασία με τίτλο "Οι κακές μας πράξεις". Θυμίζω βέβαια ότι οι πρώτες τους συστάσεις με το ελληνικό μουσικόφιλο κοινό είχαν γίνει την προηγούμενη χρονιά στους πρώτους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού που διοργάνωσε στην Κέρκυρα ο Μάνος Χατζιδάκις, όπου είχαν παρουσιάσει το γνωστό τους τραγούδι "Η αγαπητικιά μου", το οποίο ενσωματώθηκε και στον πρώτο τους δίσκο. 
Το 1982 λοιπόν είναι η χρονική αφετηρία της δισκογραφικής παρουσίας του σχήματος, στο οποίο πρέπει να πούμε ότι νωρίτερα πέρασε από τις τάξεις του κι ο Νίκος Πορτοκάλογλου και άλλα μέλη που στη συνέχεια σχημάτισαν το συγκρότημα των Φατμέ. Οι Χάνομαi Γιατί Ρεμβάζω ξεκίνησαν με αρχικά μέλη τους Χάρη Καβαλλιεράτο, Γιώργο Φιλιππάκη, Αργύρη Αμίτση, Μιχάλη Μουστάκη και Γιάννη Κερκύρα, ενώ στην πρώτη τους δουλειά συμπράττουν ο Μιχάλης Σιγανίδης παίζοντας κοντραμπάσο, ο Θοδωρής Μανίκας που επωμίζεται και την παραγωγή και η Ελευθερία Αρβανιτάκη που συμμετέχει σε κάποια φωνητικά. 
Ο δισκος περιέχει μερικά πολύ όμορφα και μελωδικά τραγούδια. Ακούστηκαν ίσως λίγο παραπάνω τα: "Η αγαπητικιά μου" και το "Αγαπούλα κρυφή". Νομίζω όμως ότι υπάρχουν κι άλλες εκλεκτές στιγμές, όπως τα τρυφερά "Τραγούδι του παιδιού" και "Μικρή θεά", το λαϊκότροπο "Δε θα 'ναι έτσι" που ερμηνεύει η Ελευθερία Αρβανιτάκη και το αρχαιότροπο "Διόνυσος" με την περίτεχνη οργανική coda στο φινάλε. Οι ίδιοι σημειώνουν στο οπισθόφυλλο γι' αυτή την πρωτόλεια εργασία τους: «Οι κακές μας πράξεις είναι τραγούδια που δεν έχουν κεραυνοβοληθεί από μεγαλίστικη συμπεριφορά. Είναι βγαλμένα από το παιχνίδι και τις ζαβολιές του – γι’ αυτό έχουν τη γοητεία να σ’ αφήνουν ανικανοποίητο …Έρχονται σα μεσημέρι με πανί και τολμούν να υποκύπτουν στην επιθυμία να κάνουν χαρούμενους και λυπητερούς περιπάτους ανάμεσά μας». 

Πέμπτη 27 Αυγούστου 2020

Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω: Τα εγκαίνια (1989)

Με τίτλο "Τα εγκαίνια" κυκλοφόρησε από τον Σείριο το 1989 ο πέμπτος κατά σειρά προσωπικός δίσκος του "έντεχνου" μουσικού σχήματος Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω
Πρόκειται για μια δουλειά που θα τη χαρακτήριζα μουσικό καλειδοσκόπιο με εικοσιένα τραγούδια - είκοσι πρωτότυπα κι ένα σε διπλή εκτέλεση - το καθένα κι ένα μικρό ψηφιδωτό ήχων, μελωδιών και ρυθμών ετερόκλητων που μοιάζουν ενίοτε να μη συνιστούν συμπαγή ενότητα, χωρίς ωστόσο αυτό να μειώνει ούτε στο ελάχιστο την ακαταμάχητη γοητεία τους! 
Οι Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω "παίζουν" με όλα τα μουσικά ηχοχρώματα στήνοντας έναν επιτηδευμένα αναποφάσιστο μελωδικό καμβά που μοιάζει να ανακαλεί ασταμάτητα μνήμες νοσταλγικές, αλλά και σύγχρονες θρυμματίζοντάς τις ανελέητα με αιφνίδια ρυθμικά γυρίσματα που ανατρέπουν πλήρως αυτό που έμοιαζε νωρίτερα να χτίζεται μεθοδικά! 
Σπουδαίοι μουσικοί όλοι τους (Χάρης Καβαλλιεράτος, Γιώργος Φιλιππάκης, Barbara Sauter, Γιάννης Κερκύρας, Αργύρης Αμίτσης, Μιχάλης Μουστάκης), δείχνουν να έχουν τον απόλυτο έλεγχο αυτής της "ξεκούρδιστης" ορχήστρας δημιουργώντας έναν πολύ διακριτό και άμεσα αναγνωρίσιμο ήχο. 
Όπως και σε άλλες δουλειές τους, κι εδώ έχουν επιλέξει ή γράψει οι ιδιοι κείμενα "φευγάτα" και εκκεντρικά προσφεύγοντας και πάλι στον δόκιμο ποιητικό λόγο με επιλεγμένα ποιήματα είτε Ελλήνων (Γιώργος Σαραντάρης, Ντίνος Χριστιανόπουλος), είτε ξένων ποιητών (Μαλαρμέ, Ρεμπό, Μίλλερ, Ομάρ Καγιάμ),  μαζί με ένα ποίημα του άγνωστου αρχαίου ποιητή Μνασάλκα του Σικυώνιου κι ένα ινδιάνικο νανούρισμα όμορφα ερμηνευμένο από τη Νένα Βενετσάνου.

Γιάννης Πουλόπουλος Νο.4 (1970)

Ο 4ος προσωπικός δίσκος του Γιάννη Πουλόπουλου κυκλοφόρησε το 1970, δυο χρόνια μετά τους υπ' αριθμόν 2 και 3, μιας και την ενδιάμεση χρονιά του 1969 δεν χώραγε κι άλλος προσωπικός δίσκος, αφού εκείνη τη χρονιά έφτασε στον κολοφώνα της λαμπρής καριέρας του ερμηνεύοντας τρεις κορυφαίους δίσκους, τον "Δρόμο" του Μίμη Πλέσσα, τις "Ώρες" του Λίνου Κόκοτου και τα "12 τραγούδια του Λόρκα" του Γιάννη Γλέζου! 
Ο 4ος δίσκος του Πουλόπουλου σηματοδοτεί, μαζί με την είσοδο στη νέα δεκαετία, και την αρχή της κάμψης στην καριέρα του που θα επιφέρει τη σταδιακή υποχώρηση του από την πρώτη θέση, όπου δέσποζε τα προηγούμενα χρόνια. 
Ο δίσκος λοιπόν αυτός, εντελώς ανισοβαρής και εμφανώς υποδεέστερος από τους προηγούμενους, περιλαμβάνει δεκατρία τραγούδια πολύ διαφορετικής μεταξύ τους ποιότητας, κάποια πολύ όμορφα και κάποια πολύ μέτρια έως ασήμαντα που δεν ακούστηκαν ούτε στον καιρό τους και εύλογα στη συνέχεια ξεχάστηκαν εντελώς. 
Αν θα έπρεπε να σταθώ λίγο στις καλές στιγμές του δίσκου, θα ξεχώριζα οπωσδήποτε το εναρκτήριο τραγούδι του Γιώργου Ζαμπέτα ("Αυτοί πουφεύγουν κι αυτοί που μένουν"), μεγάλο σουξέ της εποχής, ένα πολύ ωραίο τραγούδι του Γιάννη Γλέζου ("Κάθε Μάρτη, κάθε Απρίλη") και δυο δυνατά τραγούδια του Μίμη Πλέσσα ("Απόψε αντάμωσα το Χάρο", "Μεθυσμένο το φεγγάρι"). Υπάρχει επίσης το χαριτωμένο χασαποσέρβικο "Έχω μια βάρκα με πανιά" του Κώστα Κωνσταντακόπουλου κι ένα συμπαθητικό τραγουδάκι του ίδιου του Πουλόπουλου ("Τα περιβόλια του Νοτιά"), από τα ελάχιστα δικά του που είναι γραμμένα για ορχήστρα και όχι για μια απλή κιθάρα.

Τετάρτη 26 Αυγούστου 2020

Γιάννης Πουλόπουλος Νο.3 (1968)

Η διετία 1968-1969 υπήρξε η παραγωγικότερη στην τραγουδιστική καριέρα του Γιάννη Πουλόπουλου, μια περίοδος ηχογραφήσεων με καταιγιστικούς ρυθμούς και ανεπάλληλων τεράστιων εμπορικών επιτυχιών που τον εδραίωσαν στην πρώτη θέση δημοφιλίας έναντι όλων των συναδέλφων του.
Έτσι λοιπόν μέσα στην ίδια χρονιά, το 1968, ο Γιάννης Πουλόπουλος μας έδωσε σε σύντομο χρονικό διάστημα δύο προσωπικούς δίσκους που επιγράφονταν με το όνομά του και είχαν την αρίθμηση 2 και 3. 
Είδαμε ήδη το δίσκο αρ.2 και σήμερα έχει σειρά ο υπ' αριθμόν 3 δίσκος του που εκδόθηκε φυσικά από τη Lyra με δώδεκα πανέμορφα τραγούδια επιλεγμένα είτε από τις 45 στροφές, είτε από τα μιούζικαλ της εποχής, είτε και από κάποιους δίσκους 33 στροφών. 
Η παρουσία αυτή τη φορά του Μίμη Πλέσσα είναι κυριαρχική, αφού υπογράφει τα μισά τραγούδια του δίσκου, όλα σχεδόν σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου. Δύο μάλιστα από αυτά ("Καμαρούλα", "Θα πιω απόψε το φεγγάρι"), σε μονοφωνική δυστυχώς εγγραφή, προέρχονται από το μιούζικαλ "Γοργόνες και μάγκες". Υπάρχει επίσης ένα τραγούδι του Γιάννη Σπανού ("Παιδί μου ώρα σου καλή") παρμένο και πάλι από την πρώτη του "Ανθολογία" (1967), αλλά και το τεράστιο σουξέ "Να 'χα τη δύναμη" του Γιάννη Γλέζου από το δίσκο "Η Ελένη του Μάη". Τα υπόλοιπα τραγούδια είναι συνθέσεις του Λίνου Κόκοτου, του Θόδωρου Τζίφα και του Κώστα Ξενάκη

Τρίτη 25 Αυγούστου 2020

Γιάννης Πουλόπουλος Νο.2 (1968)

Ένα χρόνο μετά τον πρώτο προσωπικό του δίσκο ο Γιάννης Πουλόπουλος μας έδωσε τον δεύτερο που περιλαμβάνει επίσης σκόρπιες ηχογραφήσεις για τις 45 στροφές σε μια εποχή που ήδη είχε αρχίσει να συμμετέχει σε πάμπολλες εκδόσεις δίσκων μακράς διαρκείας διαφόρων συνθετών από το επιτελείο της Lyra. 
Ο 2ος αυτός δίσκος λοιπόν σταχυολογεί μερικά πανέμορφα τραγούδια εκείνης της περιόδου (1967-1968) που υπογράφονται από τρεις σημαντικούς συνθέτες: Τον Μίμη Πλέσσα, τον Γιάννη Σπανό και τον Λίνο Κόκοτο. Ένα από τα τραγούδια του Γιάννη Σπανού ("Ήρθες εψές") προέρχεται από την πρώτη "Ανθολογία" του συνθέτη που είχε κυκλοφορήσει την προηγούμενη χρονιά, αλλά με ερμηνευτή τον Μιχάλη Βιολάρη. 
Τρία από τα υπόλοιπα τραγούδια του δίσκου γράφτηκαν από τον ίδιο τον Πουλόπουλο, πάντα στο ίδιο ύφος της αργής μπαλάντας με συνοδεία κιθάρας, ενώ υπάρχει κι ένα τραγούδι του συνθέτη Νίκου Καλλίτση, αυτού που πολύ αργότερα μας έδωσε τον σημαντικό δίσκο "Απόπειρα" (1981). 
Από τα πανέμορφα τραγούδια του δίσκου ασφαλώς ξεχωρίζουν τα εξής: Ένα μαχαίρι (Λίνου Κόκοτου, Άκου Δασκαλόπουλου), Μια φορά μονάχα φτάνει (Γιάννη Σπανού, Κώστα Κινδύνη), Μην του μιλάτε του παιδιού (Μίμη Πλέσσα, Λευτέρη Παπαδόπουλου), Ήρθες εψές (Γιάννη Σπανού, Σωτήρη Σκίπη), Κι αν περπατώ (Γιάννη Σπανού, Άκου Δασκαλόπουλου).

Δευτέρα 24 Αυγούστου 2020

Γιάννης Πουλόπουλος Νο.1 (1967)

Έφυγε λοιπόν κι ο Γιάννης Πουλόπουλος (1941-2020), ο αγαπημένος ερωτικός τραγουδιστής που μεσουράνησε στα τέλη της δεκαετίας του '60 ερμηνεύοντας πάμπολλα υπέροχα κι αλησμόνητα τραγούδια. 
Είχε κάνει τις πρώτες του - ξεχασμένες πια - ηχογραφήσεις στην Columbia το 1962, αλλά η πρώτη μεγάλη του ώρα ήρθε την επόμενη χρονιά, όταν τον διάλεξε ο Μίκης Θεοδωράκης ως ερμηνευτή στο θεατρικό έργο "Η γειτονιά των αγγέλων" του Ιάκωβου Καμπανέλλη, όπου ερμήνευσε τρία τραγούδια, αν και αυτό δε στάθηκε αρκετό, για να εδραιωθεί η παρουσία του στη μεγάλη αυτή εταιρία, όπου τότε κυριαρχούσε ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Γιαυτό κι αμέσως μετά ο Πουλόπουλος μεταπήδησε στη νεοσύστατη Lyra, όπου πραγματικά μεγαλούργησε ηχογραφώντας πανέμορφα τραγούδια με καταιγιστικούς ρυθμούς, πράγμα που σύντομα τον επέβαλε ως το βαρύ πυροβολικό της εταιρίας και ως τον εμπορικότερο Έλληνα τραγουδιστή στα πρώτα χρόνια της Επταετίας ως τις αρχές του '70. 
Διέθετε ασφαλώς εξαιρετικό φωνητικό ηχόχρωμα, αλλά είχε την τύχη κιόλας να βρεθεί στο πλάι κορυφαίων συνθετών της εποχής που του εμπιστεύτηκαν τα καλύτερα τραγούδια τους, όπως ο Γιάννης Σπανός, ο Γιάννης Γλέζος, ο Λίνος Κόκοτος, ο Νίκος Μαμαγκάκης, ο Γιώργος Κατσαρός, αλλά και ο Σταύρος Κουγιουμτζής, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Μάνος Λοΐζος, ο Δήμος Μούτσης κι αργότερα ο Γιώργος Ζαμπέτας! Πάνω απ' όλους όμως ο Μίμης Πλέσσας, ο συνθέτης που οδήγησε τον τραγουδιστή στο αποκορύφωμα της καριέρας του είτε μέσα από τα κοσμαγάπητα μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη, είτε μέσα από αριστουργηματικούς κύκλους τραγουδιών με πιο χαρακτηριστικό τον εμβληματικό "Δρόμο" (1969). 

Κυριακή 23 Αυγούστου 2020

Ο Μπιθικώτσης της Επταετίας: Πράσινο φως (1973)

Με το δίσκο "Πράσινο φως", που εκδόθηκε το 1973 από την ΕΜΙ/Columbia, ολοκληρώνεται το αφιέρωμά του Δισκοβόλου στην προσωπική δισκογραφία του Γρηγόρη Μπιθικώτση στα χρόνια της Επταετίας, τότε που επιδόθηκε πιο συστηματικά στη σύνθεση τραγουδιών γνωρίζοντας τεράστια εμπορική επιτυχία, αν και δυστυχώς σταδιακά είχε αρχίσει η φωνητική του παρακμή, πράγμα που θα γίνει εμφανέστερο στις κατοπινές του δουλειές. 
Κι αυτός ο δίσκος έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με τους προηγούμενους. Ορθόδοξα λαϊκά ή ελαφρολαϊκά τραγούδια που ακούστηκαν πολύ στην εποχή τους, όπως τα: "Καράβι με σημαία ξένη", "Εγνατίας 406", "Πράσινο φως", "Επί διαταράξει", "Εκατό γυναικεία ονόματα"
Στο δίσκο αυτόν εμφανίζεται για πρώτη φορά επίσημα το όνομα του στιχουργού Κώστα Βίρβου, αν και είναι η τρίτη συνεργασία του με τον Μπιθικώτση. Στις δεύτερες φωνές είναι η Βούλα Γκίκα και μπουζουξής και σύζυγός της Νίκος Καρανικόλας.

Σάββατο 22 Αυγούστου 2020

Ο Μπιθικώτσης της Επταετίας: Ουράνιο τόξο (1972)

Μετά την επιτυχία του δίσκου "Α-Ω" από τη συνεργασία Γρηγόρη Μπιθικώτση και Κώστα Βίρβου φυσικό ήταν ν' ακολουθήσει αμέσως μια καινούργια δουλειά του δυνατού αυτού δίδυμου. Αποτέλεσμα της νέας αυτής σύμπραξης ήταν ο δίσκος "Ουράνιο τόξο" που εκδόθηκε το 1972, πάντα από την Columbia. 
Πρόκειται για ένα δίσκο απολύτως ανάλογης λογικής και αισθητικής με τον προηγούμενο, με μια παραπάνω ίσως δόση "κοσμικότητας", δεδομένου ότι είναι πια η εποχή που ο μεγάλος τραγουδιστής προωθούσε έντεχνα την εικόνα του "σερ". Αυτό το τελευταίο αντανακλάται καθαρά από τους τίτλους και τους στίχους μέχρι και τις μελωδίες ακόμη κάποιων τραγουδιών, όπως "Κοσμοπολίτισσα", "Ο τζέντλεμαν", "Στο νάιτ κλαμπ", "Μια βαθιά υπόκλιση". Βέβαια τα καλύτερα τραγούδια του δίσκου και πάλι είναι τα καθαρά λαϊκά, όπως τα: "Κατεβασμένα τα ρολά", "Ο μπατίρης ο Λουκάς", "Δυο αγάπες" και - κυρίως - "Όσα έρθουν κι όσα πάνε", τραγούδια του αναδεικνύουν πειστικά το αδιαμφισβήτητο λαϊκό συνθετικό ταλέντο του Μπιθικώτση. 
Να σημειώσω, τέλος, ότι το ομώνυμο τραγούδι του δίσκου μοιάζει να εκφράζει κάποια εξομολογητική διάθεση του Μπιθικώτση, καθώς περιγράφει περίπου φωτογραφικά μία προσωπική του περιπέτεια που έζησε λίγο καιρό νωρίτερα.

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2020

Ο Μπιθικώτσης της Επταετίας: Α - Ω (1971)

Με το δίσκο "Α-Ω", που κυκλοφόρησε από την ΕΜΙ (Columbia) το 1971, ξεκινάει η λαμπρή συνεργασία δύο μεγάλων λαϊκών καλλιτεχνών: Του Γρηγόρη Μπιθικώτση ως συνθέτη και τραγουδιστή, και του Κώστα Βίρβου ως στιχουργού. 
Θυμίζω ότι Μπιθικώτσης και Βίρβος είχαν ήδη συνεργαστεί, έστω και λαθραία, και στους δύο προηγούμενους δίσκους, αλλά εδώ έχουμε την πρώτη ολοκληρωμένη συνεργασία τους, αν και πάλι το όνομα του Βίρβου δεν εμφανίζεται στους τίτλους των τραγουδιών λόγω συμβατικών κωλυμάτων του από το αποκλειστικό συμβόλαιο που είχε τότε με την αντίπαλο εταιρία Minos. Το παράδοξο είναι ότι και στη νεότερη ψηφιακή επανέκδοση του δίσκου δεν αποκαταστάθηκε το όνομα του στιχουργού, παρόλο που οι πρώην αντίπαλες εταιρίες ΕΜΙ και Minos αποτελούσαν από τις αρχές του '90 ενιαία πλέον επιχείρηση! 
Έτσι ξεκινάει λοιπόν μια από τις λαμπρότερες δισκογραφικές συνεργασίες του ελληνικού πενταγράμμου, η οποία θα συνεχιστεί αδιάλειπτα σε όλες τις επόμενες προσωπικές δουλειές του Μπιθικώτση ως το τέλος της δεκαετίας και θα μας δώσει μερικές πασίγνωστες λαϊκές επιτυχίες που τραγουδήθηκαν πολύ εκείνα τα χρόνια. 
Το "Α-Ω" είναι ο καλύτερος δίσκος αυτής της συνεργασίας και περιέχει πράγματι μερικά πολύ ωραία τραγούδια που κινούνται κατά το ήμισυ σε καθαρόαιμους λαϊκούς δρόμους και κατά το ήμισυ στο διαμορφούμενο τότε ελαφρολαϊκό ύφος. Από την πρώτη κατηγορία θα ξεχώριζα τα ορθόδοξα ζεϊμπέκικα "Φέρε μια καλή", "Ναυάγιο της ζωής", "Χίλιες φορές στον άλλο κόσμο", "Το θύμα ο Νικόλας" και το ωραιότατο ταξιδιάρικο "Σάντα Μαρία". Στη δεύτερη κατηγορία ανήκει το ομώνυμο τραγούδι του δίσκου, καθώς και άλλα δύο τραγούδια που ερμηνεύει η Λουίζα Γαΐτη, την οποία πρωτογνωρίσαμε στο δίσκο "Μια γυναίκα φεύγει" (1969). Δεύτερη φωνή κάνει η Βούλα Γκίκα. Στα ωραία ταξίμια που υπάρχουν ως εισαγωγές σε κάποια τραγούδια είναι εντυπωσιακό το αυθεντικό λαϊκό παίξιμο του μπουζουκιού από τον μεγάλο μάστορα Κώστα Παπαδόπουλο.

Πέμπτη 20 Αυγούστου 2020

Ο Μπιθικώτσης της Επταετίας: Μαζί με τον Γρηγόρη (1970)

Ο δίσκος "Μαζί με τον Γρηγόρη", τρίτος προσωπικός δίσκος του Γρηγόρη Μπιθικώτση στη συγκεκριμένη σειρά, κυκλοφόρησε το 1970 κι έχει ανάλογα χαρακτηριστικά με τους δύο προηγούμενους. 
Το υλικό του έχει την ίδια λογική με το «Επίσημη αγαπημένη», γιατί κι εδώ, εκτός από συνθέσεις του Μπιθικώτση, περιλαμβάνονται και τραγούδια άλλων συνθετών, όπως το «Βροχή στα δειλινά» του Γιάννη Γλέζου σε δεύτερη εκτέλεση (πρόκειται για το τραγούδι "Περιστεράκι της φτωχιάς αυλής" από τον κύκλο τραγουδιών «Η Ελένη του Μάη» με εντελώς διαφορετικούς όμως στίχους στο πρώτο κουπλέ), το αριστουργηματικό «Αύριο πάλι» του Δήμου Μούτση και του Νίκου Γκάτσου, που είχε ακουστεί ένα χρόνο νωρίτερα από το δίσκο «Ένα χαμόγελο», το δυνατό ζεϊμπέκικο «Ο μπαγλαμάς» του Γιάννη Σπανού και του Λευτέρη Παπαδόπουλου, που πρωτοακούστηκε στο δίσκο «Μια Κυριακή», ένα τραγούδι του μπουζουξή-συνθέτη Κώστα Παπαδόπουλου ("Στο καφενείο του Αντρέα"), καθώς και τα κλασικά ρεμπέτικα σε καινούργια εκτέλεση «Τα ματόκλαδά σου λάμπουν» και «Αντιλαλούν οι φυλακές» του Μάρκου Βαμβακάρη

Τετάρτη 19 Αυγούστου 2020

Ο Μπιθικώτσης της Επταετίας: Μια γυναίκα φεύγει (1969)

Συνεχίζοντας τον πολύ πετυχημένο δρόμο που άνοιξε με το δίσκο "Επίσημη αγαπημένη" ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης ηχογράφησε ένα χρόνο αργότερα τον δεύτερο καθαρά προσωπικό του δίσκο με τίτλο "Μια γυναίκα φεύγει". Με το ίδιο ρυθμό, ένα δίσκο δηλαδή το χρόνο, θα συνεχίσει και για τα επόμενα χρόνια, σημειώνοντας αλλεπάλληλες και ευρείας αποδοχής επιτυχίες. 
Στο δίσκο "Μια γυναίκα φεύγει" όλες οι συνθέσεις ήταν αποκλειστικά δικές του. Στην ερμηνεία τους, εκτός από τον ίδιο, επιστρατεύτηκαν και άλλοι τραγουδιστές, όπως η καταξιωμένη Βίκυ Μοσχολιού που ερμηνεύει μοναδικά τα αγαπημένα μου «Καραβάνια», ο Λευτέρης Μυτιληναίος που κάνει το ξεκίνημά του με τη μεγάλη προσωπική επιτυχία «Αμφιβολίες», ενώ η άγνωστη κατά τα άλλα λαϊκή τραγουδίστρια Λουίζα Γαΐτη γνώρισε σχετική επιτυχία με το τραγούδι «Παρεξήγηση χωρίς εξήγηση». Τους στίχους έγραψαν η Ελένη Λιάκου και ο ίδιος ο συνθέτης (αν και φαίνεται πώς πίσω από το όνομά του κρύβεται ο Κώστας Βίρβος). 
Κατά την ταπεινή μου εκτίμηση, αυτός είναι ο πιο ενδιαφέρων προσωπικός δίσκος του Γρηγόρη Μπιθικώτση αυτής της περιόδου. Πηγαίες λαϊκές μελωδίες που αγαπήθηκαν πολύ από τον κόσμο και επέβαλαν τον "σερ" και ως αξιόλογο λαϊκό συνθέτη, έστω κι αν αυτή η πλευρά του ταλέντου του επισκιάστηκε από την απόλυτη αποδοχή της ασύγκριτης ερμηνευτικής του δεινότητας.

Τρίτη 18 Αυγούστου 2020

Ο Μπιθικώτσης της Επταετίας: Επίσημη αγαπημένη (1968)

Ο μεγάλος λαϊκός βάρδος Γρηγόρης Μπιθικώτσης (1922-2005), ο αγαπημένος σερ του ελληνικού τραγουδιού, διέγραψε μια συγκλονιστική πορεία στο χώρο του λεγόμενου «έντεχνου» τραγουδιού κατά τη δεκαετία του '60 από την εποχή που κυκλοφόρησε ο «Επιτάφιος» του Μίκη Θεοδωράκη και του Γιάννη Ρίτσου (1960) μέχρι την επιβολή του δικτατορικού καθεστώτος, οπότε και διακόπηκε απότομα η ιστορική αυτή συνεργασία. 
Είχε προηγηθεί βέβαια η καθαρά λαϊκή του περίοδος στη δεκαετία του '50, όταν προσπαθούσε να στήσει την προσωπική του καριέρα ερμηνεύοντας τραγούδια άλλων δημιουργών, αλλά και δικά του, όπως το περίφημο "Τρελοκόριτσο" που στάθηκε η πρώτη μεγάλη του επιτυχία μαζί με κάποια κινηματογραφικά τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι ("Γαρίφαλο στ' αφτί", "Είμαι άντρας")
Με την επιβολή της δικτατορίας ο Μπιθικώτσης βρέθηκε κάπως μετέωρος δισκογραφικά χωρίς την υποστήριξη πλέον του Μίκη, αν και στο πρώτο διάστημα (1968-1969) ηχογράφησε μερικά ακόμη "έντεχνα" τραγούδια του Σταύρου Ξαρχάκου, του Δήμου Μούτση και του Γιάννη Σπανού, χωρίς ωστόσο αυτά να είναι ικανά να καλύψουν την ανάγκη διαρκούς ανανέωσης του προσωπικού του ρεπερτορίου, σε μια εποχή μάλιστα που είχε αρχίσει να επιβάλλεται η μόδα των προσωπικών δίσκων των τραγουδιστών παραμερίζοντας σε δεύτερο ρόλο τους συνθέτες. Έτσι αποφάσισε να καταπιαστεί ο ίδιος πλέον με τη σύνθεση τραγουδιών, κάτι που το γνώριζε βέβαια και από το παρελθόν, αλλά δεν το είχε καλλιεργήσει με συστηματικό και τακτικό τρόπο, όπως θα το κάνει σε όλη την περίοδο του χουντικού καθεστώτος με σταθερή παραγωγή ενός προσωπικού δίσκου κάθε χρόνο στο διάστημα 1968-1973. 
Ο δίσκος "Επίσημη αγαπημένη" (1968) ήταν ο πρώτος προσωπικός του που είχε τα χαρακτηριστικά της νέας φάσης της καριέρας του, τότε που του αποδόθηκε και το προσωνύμιο σερ. Τα περισσότερα τραγούδια έχουν δική του μουσική και μάλιστα μερικά απ’ αυτά ανήκουν στα ωραιότερα που έγραψε ποτέ, όπως το ομότιτλο του δίσκου, αλλά κυρίως τρία: "Τα σκόρπισε ο άνεμος", "Τριαντάφυλλα σπασμένα" και "Είχε κι εκείνος μιαν αγάπη". Το τελευταίο προκάλεσε κάποια σχόλια στην εποχή του για το στιχουργικό "ατόπημα", όπου ο ήρωας του τραγουδιού, ο Παναγιώτης απ' τη Μάνη, ζώντας χρόνια μακριά απ' τον τόπο του φέρεται να νοσταλγεί ...το νησί του. Μικρή σημασία έχει αυτό πάντως, γιατί το τραγούδι μουσικά είναι ωραιότατο!

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2020

Νίκος Ξυδάκης: Ακρωτήριο Ταίναρον (1997)

Αφού μεσολάβησε ο σπουδαίος θεατρικός δίσκος "Η βουή του μύθου", το 1997 ο Νίκος Ξυδάκης θα ηχογραφήσει τον τελευταίο κύκλο τραγουδιών του με αποκλειστικό συνεργάτη τον Θοδωρή Γκόνη. Τίτλος του: "Ακρωτήριο Ταίναρον"
Πρόκειται ουσιαστικά για ένα συμμάζεμα σκόρπιων τραγουδιών που είχαν γραφτεί στο διάστημα 1990-1995, αλλά δεν είχαν ποτέ κυκλοφορήσει σε δίσκο. Γιαυτό και η διάρκεια του δίσκου είναι ασυνήθιστα μεγάλη σε σύγκριση με τις παλιότερες δουλειές του συνθέτη. 
Έχουμε λοιπόν ένα αρκετά ετερόκλητο υλικό που ωστόσο φέρει εμφανώς τη σφραγίδα των δύο δημιουργών. Μερικά τραγούδια είναι εξαιρετικά, όπως το εναρκτήριο "Παιδί στην Πελοπόννησο", ιδιαίτερα στην οργανική του εκδοχή με το σαξόφωνο, το "Τραγούδι του κυνός", το "Ακρωτήριο Ταίναρον", το "Καστριτσιάνικο ποτάμι" και το έξοχο "Στης Λιμνοθάλασσας το φως"
Η ενορχήστρωση του Ξυδάκη έχει αποκτήσει εδώ έναν πιο δυναμικό χαρακτήρα προετοιμάζοντας σταδιακά το πέρασμα σε νέα ορχηστρικά χρώματα που θα υιοθετήσει τα επόμενα χρόνια ο ανήσυχος συνθέτης. 
Και πάλι στην ερμηνεία έχουμε τα ίδια πρόσωπα, όπως στις προηγούμενες δουλειές του: Ελευθερία Αρβανιτάκη, Δώρα Μασκλαβάνου και ο ίδιος o Ξυδάκης. Στο κανονάκι ο Πάνος Δημητρακόπουλος έχει πάρει πλέον τη θέση του Πέτρου Ταμπούρη με εξαίρεση το "Τραγούδι του κυνός". Το εξώφυλλο και το συνολικό artwork ανήκουν στον Μάριο Σπηλιόπουλο.

Κυριακή 16 Αυγούστου 2020

Νίκος Ξυδάκης: Το μέλι των γκρεμών (1994)

Θα ολοκληρώσω την παρουσίαση της τραγουδοποιητικής δισκογραφίας του Νίκου Ξυδάκη με δύο υπέροχους δίσκους του από τη γόνιμη δεκαετία του '90, οι οποίοι ανήκουν πλέον στην ψηφιακή εποχή, τότε που το βινύλιο παραχωρεί οριστικά τη θέση του στον ψηφιακό δίσκο, ενώ το ίδιο περιορίζεται σε ρόλο γραφικού αναμνηστικού ενός ένδοξου παρελθόντος. 
Ένα χρόνο λοιπόν μετά τη γλυκύτατη "Βενετσιάνα" του ο συνθέτης μαζί με τον σταθερό συνοδοιπόρο του Θοδωρή Γκόνη μας έδωσαν έναν εξαιρετικό κύκλο τραγουδιών με τίτλο "Το μέλι των γκρεμών" συνεχίζοντας αυτή τη γοητευτική διαδρομή στα απόκρυφα μονοπάτια του παραδοσιακού ήχου μέσα από μια σύγχρονη και καθαρά έντεχνη επεξεργασία, η οποία σε κάποιες περιπτώσεις αγγίζει ως και τα όρια της τζαζ ("Οργανικό Α'").  
Η στιχουργική του Γκόνη ξεχειλίζει από τρυφερά αισθήματα και ιστορικές ή βιωματικές εξομολογήσεις με ποιητικές αφορμές από τις ξεχασμένες ομορφιές που είναι δίπλα και γύρω μας, αλλά δε φτάνουν τα άξεστα μάτια μας, για να τις δουν και να τις γευτούν αχόρταγα. 
Ο Ξυδάκης συνεχίζει να επεξεργάζεται αυτόν τον ιδιαίτερο ήχο που εισήγαγε από την εποχή του "Πρώτο βράδυ στην Αθήνα" (1983) και να δείχνει ανεξάντλητος. Ο δίσκος περιλαμβάνει μερικά πανέμορφα τραγούδια, όπως: "Το μέλι των γκρεμών", "Τα μαύρα μάτια" (υπέροχη ερωτική εικόνα), "Ιζαμπώ", "Στον Ίναχο τον ποταμό" (με τη γοητευτική coda του όμποε). Ιδιαίτερα το τρυφερό "Τα μαύρα μάτια" σε λιτή απόδοση με φωνή και πιάνο αποτελεί μια από τις κορυφώσεις του συνθέτη. Στην ερμηνεία μαζί με τον Νίκο Ξυδάκη ακούμε την Ελευθερία Αρβανιτάκη, τη Μελίνα Κανά και τη Δώρα Μασκλαβάνου.

Σάββατο 15 Αυγούστου 2020

Νίκος Ξυδάκης: Βενετσιάνα (1993)

Το διαρκές ενδιαφέρον του Νίκου Ξυδάκη για τη σκηνική μουσική είχε ως αποτέλεσμα μια σειρά σημαντικών δισκογραφικών καταθέσεων αφιερωμένων σ' αυτό το πεδίο. Θυμίζω κάποιους τίτλους: Ευριπίδου Ηλέκτρα (1990), Η Βουή του μύθου (1996), Το αμάρτημα της μητρός μου (1999), Ευριπίδη Εκάβη (2000), Μελτεμάκι-Φιντανάκι-Λεπρέντης (2000), χωρίς να υπολογίζω την πλούσια, αν και άγνωστη και κυρίως ανέκδοτη κινηματογραφική του μουσική, με εξαίρεση φυσικά τη "Μανία" (1985). 
Μια από τις πιο όμορφες θεατρικές μουσικές του συνθέτη είναι αυτή που γράφτηκε το 1991 για τη "Βενετσιάνα", έργο ανώνυμου Βενετού δραματουργού, που παίχτηκε εκείνη τη χρονιά από το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας σε σκηνοθεσία της Μάγιας Λυμπεροπούλου. 
Πρόκειται για έναν ωραιότατο κύκλο έξι τραγουδιών διανθισμένων με οργανικές γέφυρες λειτουργικού χαρακτήρα που εμπεριέχουν εν σπέρματι τις μελωδικές αφετηρίες των τραγουδιών. Τους στίχους έγραψε και πάλι ο Θοδωρής Γκόνης, ένας άνθρωπος εμποτισμένος με τα μυστικά της θεατρικής τέχνης, την οποία άλλωστε υπηρετεί με συνέπεια επί χρόνια είτε ως συγγραφέας, είτε ως σκηνοθέτης. Βασικός ερμηνευτής είναι ο ίδιος ο συνθέτης με τη συμμετοχή της Ελευθερίας Αρβανιτάκη
Τα δυο κεντρικά τραγούδια του δίσκου ("Το τραγούδι του Δόγη", "Ο γιος του ανέμου") είναι από τα ωραιότερα του συνθέτη, ο οποίος υπογράφει και την ενορχήστρωση με τη σύμπραξη του Γιώργου Ανδρέου. Το κανονάκι του Πέτρου Ταμπούρη δεσπόζει και πάλι, ενώ τον χαρακτηριστικό βενετσιάνικο ήχο του μαντολίνου αποδίδει ο Σπύρος Γκούμας. Το όμορφο εξώφυλλο σχεδίασε για μια ακόμη φορά ο Αλέξης Κυριτσόπουλος.

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2020

Νίκος Ξυδάκης: Τένεδος (1991)

Αν το "Κάιρο Ναύπλιο Χαρτούμ" είναι - κατά τη γνώμη μου - ο πιο αντιπροσωπευτικός του ξυδακικού ήχου, η "Τένεδος" είναι ο πιο αγαπημένος μου δίσκος του Νίκου Ξυδάκη, γιατί θεωρώ ότι αποτελεί την κορύφωση της συνθετικής του εξέλιξης. Επειδή τον άκουγα τότε, μόλις πρωτοβγήκε, μέρα νύχτα ασταμάτητα για πολύ καιρό, υπέθετα ότι μετά από κάποια χρόνια θα είχε εξαντληθεί μέσα μου το αποθεματικό αποδοχής του δίσκου και τα τραγούδια θα έχαναν εκείνη την αρχική τους γοητεία. Δεν συνέβη αυτό! Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά εξακολουθώ να τα αγαπώ και να τα ακούω, πολύ πιο αραιά πια, με την ίδια όμως πάντα αγάπη και απόλαυση. 
Πρόκειται για έναν ολοκληρωμένο κύκλο τραγουδιών του δυνατού δίδυμου Νίκου Ξυδάκη και Θοδωρή Γκόνη που ενσωματώνει όλη τη μουσική και θεματική μυθολογία των δύο δημιουργών με αδρές πινελιές από χρώματα της ζωντανής παράδοσης και δυνατή εικονογραφία του ελληνικού τοπίου από την Αττική ως το Ναύπλιο κι ως τις απολήξεις του ελληνισμού στο βόρειο Αιγαίο. Οι δυο τους μας είχαν ήδη προϊδεάσει για τους "κακούς" τους σκοπούς από τις προηγούμενες συνεργασίες τους ("Κοντά στη Δόξα μια στιγμή", "Κάιρο Ναύπλιο Χαρτούμ"), αλλά φαίνεται ότι είχαν ακόμη πολλά πράγματα να πουν κι έτσι η "Τένεδος" στάθηκε ένα πολύ ηχηρό μανιφέστο της αντίληψής τους για το τραγούδι, ενώ στη συνέχεια μας έδωσαν κάμποσα ακόμη δείγματα της εκλεκτής τους γραφής. 
Τα τραγούδια του δίσκου γράφτηκαν σταδιακά κατά το διάστημα 1986-1990. Τρία τουλάχιστον από αυτά αποτελούν δείγματα υψηλής μελωδικής έμπνευσης: "Ποια μέλισσα", "Ωραία κοιμωμένη" και "Ίμβρος". Αλλά και τα υπόλοιπα είναι πολύ όμορφα, άλλοτε σε χαριτωμένους χορευτικούς ρυθμούς κι άλλοτε σε αργό στοχαστικό τέμπο. Στίχοι και μουσική σκαλίζουν επίμονα τις κρυφές χάρες της ζωντανής παράδοσης κι αναδίνουν τους υπέροχους χυμούς και τα αρώματά της απλόχερα. 

Πέμπτη 13 Αυγούστου 2020

Νίκος Ξυδάκης, Διονύσιος Σολωμός: Προς τον κύριον Γεώργιον Δε Ρώσση (1990)

Η τριετία 1989-1991 αποτελεί την παραγωγικότερη περίοδο του Νίκου Ξυδάκη με ετήσια πλέον ηχογράφηση νέου υλικού που είχε ως αποτέλεσμα την κορυφαία δισκογραφική τριλογία του συνθέτη: "Κάιρο Ναύπλιο Χαρτούμ" (1989), "Προς τον κύριον Γεώργιον Δε Ρώσση" (1990), "Τένεδος" (1991). 
Ο δίσκος "Προς τον κύριον Γεώργιον Δε Ρώσση" είναι ο έβδομος κατά σειρά προσωπικός δίσκος του Νίκου Ξυδάκη, με τον οποίο κλείνει επάξια τη δεκαετία του '80 ξεκινώντας την πολύ γόνιμη επόμενη δεκαετία του στο ελληνικό τραγούδι. 
Όλα τα τραγούδια βασίζονται σε ποίηση του Διονυσίου Σολωμού (1798-1857). Πρόκειται για ξεχωριστή δουλειά του καλού συνθέτη με το γνωστό ορχηστρικό του ήχο που παραπέμπει στην καθ' ημάς Ανατολή, αλλά και τη χρήση σόλο πιάνου σε μερικές περιπτώσεις, όπως στο εναρκτήριο τραγούδι ("Η Ευρυκόμη") σε ύφος γερμανικού lied (σόλο φωνή και πιάνο). 
Η συγκεκριμένη προσέγγιση του Ξυδάκη στην ποίηση του ιταλοθρεμμένου μεγάλου μας ποιητή δέχθηκε αρκετές επικρίσεις, καθώς - λένε - ήταν αταίριαστη η ανατολίτικη χροιά που δόθηκε στα τραγούδια, ενώ ο ποιητής ανήκει στη δυτική λογοτεχνική παράδοση! Δεν μπορεί ο Σολωμός να τραγουδιέται με κύριο όργανο το κανονάκι κι όχι το μαντολίνο! Δεν ξέρω αν όλα αυτά μπορούν να έχουν επαρκή μουσικολογική βάση. Το βέβαιο πάντως είναι ότι για μια φορά ακόμη ο χρόνος τα απέρριψε επιδεικτικά, γιατί τα τραγούδια αγαπήθηκαν πολύ από το ευαίσθητο κοινό και είναι ωραιότατα με μελωδίες συναρπαστικές, αρκεί να τα ακούσει κανείς χωρίς ανούσιους δογματισμούς και υστερόβουλες προκαταλήψεις. Δε γίνεται να μην υποκύψει κανείς στη γοητευτική ομορφιά μελωδιών, όπως η "Ευρυκόμη", η "Αγνώριστη" ή η "Ψυχούλα", ενώ η δροσερή "Ξανθούλα" χωρίς αμφιβολία μπορεί να σταθεί επάξια δίπλα στις κλασικές μελοποιήσεις των λόγιων συνθετών της Επτανησιακής Σχολής, για να μην πω ότι τις ξεπερνάει κιόλας!

Τετάρτη 12 Αυγούστου 2020

Νίκος Ξυδάκης: Κάιρο Ναύπλιο Χαρτούμ (1989)

Ο δίσκος "Κάιρο Ναύπλιο Χαρτούμ" (1989) είναι, νομίζω, ο πιο αντιπροσωπευτικός του αναγνωρίσιμου ύφους του Νίκου Ξυδάκη, καθώς συνοψίζει με τις σωστές αναλογίες όλα τα χαρακτηριστικά της μελοποιητικής του τέχνης. Απλές μελωδίες που αγγίζουν ευθύβολα τα συναισθηματικά κέντρα κάθε ευαίσθητου ακροατή. Ταυτόχρονα μια ρυθμική πλημμυρίδα με ηχοχρώματα που πηγάζουν κατευθείαν από το πολύχρωμο μωσαϊκό της ελληνικής μουσικής παράδοσης. 
Συνταξιδιώτης ιδανικός σ' αυτό το γοητευτικό αλισβερίσι με το χωροχρόνο ο στιχουργός Θοδωρής Γκόνης. Οι δυο τους εδώ για πρώτη φορά μαζί σε μια ολοκληρωμένη δουλειά. Το δίπολο της ιδιαίτερης καταγωγής των δύο δημιουργών (Κάιρο, Ναύπλιο) επιβάλλει και τον θεματικό προσανατολισμό αυτών των τραγουδιών: "Κάιρο Ναύπλιο Χαρτούμ", "'Ημουν θαλασσινό πουλί", "Μαρία Δοξαπατρή", "Το φίλημα", "Η κόρη της Καρύταινας". Πρόσωπα βγαλμένα μέσα από την ιστορία, τους θρύλους και τα λογοτεχνικά αναγνώσματα ζωντανεύουν απροσδόκητα μπροστά μας σαν σε σκηνή ενός αόρατου θεάτρου, χώρου άλλωστε όπου ο Γκόνης θητεύει με μεράκι εδώ και πολλά χρόνια. 
Ερμηνευτής των τραγουδιών ο ίδιος ο συνθέτης. Και, παρόλο που δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι ο Ξυδάκης είναι ένας τυπικά καλλίφωνος τραγουδιστής, στην προκείμενη περίπτωση δε θα μπορούσα εύκολα να φανταστώ κάποιον "κανονικό" τραγουδιστή, χωρίς τον κίνδυνο να χάσουν τα τραγούδια αυτό το ξεχωριστό χρώμα με τα φανερά βιωματικά χαρακτηριστικά που τα διακρίνουν. 
Την ενορχήστρωση επιμελήθηκε ο συνθέτης με τη σύμπραξη του συνθέτη Μανώλη Γαλιάτσου, ενώ την παραγωγή ανέλαβε ο Γιώργος Ανδρέου. Στη μικρή ορχήστρα συμμετέχουν κορυφαίοι μουσικοί, όπως ο Γιώργος Ανδρέου, ο Μανώλης Γαλιάτσος, ο Δημήτρης Γούζιος, ο Βαγγέλης Κοντόπουλος, ο Στάμος Σέμσης και ο Πέτρος Ταμπούρης. Στα φωνητικά συμμετέχει η Μαρία Φωτίου, ενώ το χαρακτηριστικό εξώφυλλο σχεδίασε και πάλι ο Αλέξης Κυριτσόπουλος.

Τρίτη 11 Αυγούστου 2020

Νίκος Ξυδάκης: Κοντά στη Δόξα μια στιγμή (1987)

Τέσσερα χρόνια μετά το "Πρώτο βράδυ στην Αθήνα" κι αφού μεσολάβησε το soundtrack "Μανία", το 1987 ο Νίκος Ξυδάκης μας ξαναδίνει καινούργια τραγούδια με τον κύκλο "Κοντά στη Δόξα μια στιγμή"
Με το δίσκο αυτό ο συνθέτης προχωρά στον ίδιο δρόμο που είχε ήδη ανοίξει με τις αμέσως προηγούμενες δουλειές του διανθίζοντάς τον με ρυθμούς αρκετά εξωστρεφείς και αρώματα που μυρίζουν έντονα Ανατολή. Στην ενορχήστρωση μάλιστα βρίσκει και πάλι θέση το μπουζούκι που είχε εξοβελιστεί μετά την εποχή της "Γυφτιάς" και των "Δήθεν"! Άλλωστε η παρουσία του στιχουργού Μανώλη Ρασούλη σηματοδοτεί αρκετά εύγλωττα αυτή τη μικρή "επιστροφή". 
Ο δίσκος έχει και μια ακόμη ξεχωριστή αξία, καθώς εδώ σημειώνεται για πρώτη φορά η συνάντηση του Ξυδάκη με τον σπουδαίο στιχουργό Θοδωρή Γκόνη, μια συνεργασία που θα δώσει στα επόμενα χρόνια πολύ σημαντικούς καρπούς. Εδώ έχουμε επίσης κι άλλη μια ενδιαφέρουσα συνεργασία, αυτή με τον στιχουργό Τάσο Σαμαρτζή, που τον ξέρουμε περισσότερο από τις δουλειές του με τον Νότη Μαυρουδή. Πάνω απ' όλα όμως ο δίσκος πιστώνεται με την παρουσία του ωραιότερου τραγουδιού που έγραψε ποτέ ο συνθέτης: Μιλώ για το υπέροχο "Ερωτικό", βασισμένο σε ποίηση του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, ένα τραγούδι σαγηνευτικής ομορφιάς που μάλιστα γνώρισε και νεότερες επανεκτελέσεις ακόμη και ξενόγλωσσες!

Δευτέρα 10 Αυγούστου 2020

Νίκος Ξυδάκης: Πρώτο βράδυ στην Αθήνα (1983)

Οι πρώτες συστάσεις του συνθέτη Νίκου Ξυδάκη με το μουσικόφιλο κοινό έγιναν μέσα σε ...πολεμική ατμόσφαιρα! Ήταν το 1978 που ο νέος συνθέτης έριξε την ...πυρηνική του βόμβα με την "Εκδίκηση της γυφτιάς" αποστρέφοντας επιδεικτικά το βλέμμα από το κυρίαρχο πολιτικό τραγούδι της μεταπολίτευσης και απενοχοποιώντας πανηγυρικά τον λαϊκό ήχο και μάλιστα με μια διάθεση νεορεμπέτικου παροξυσμού που εκδήλώθηκε με την πληθώρα των ρεμπέτικων κομπανιών που ξεφύτρωναν ασταμάτητα τα επόμενα χρόνια. 
Ωστόσο ο ίδιος ο Ξυδάκης μετά το δεύτερο δίσκο του ιδίου ύφους ("Τα δήθεν", 1979) κατέβασε αμέσως τους τόνους και αποσύρθηκε από το προσκήνιο για μια ολόκληρη τετραετία έκπληκτος ίσως και ο ίδιος από το "κακό" που είχε προκαλέσει παρά τη θέλησή του! Μετά από την αναγκαία λοιπόν περισυλλογή και ενδοσκόπηση επανήλθε και πάλι στο μουσικό στερέωμα με μια εντελώς καινούργια μουσική πρόταση, την οποία θα υποστηρίξει τα κατοπινά χρόνια με σταθερή προσήλωση διαμορφώνοντας ένα καινούργιο ύφος και ήθος που θα κάνει έντονα διακριτή την προσωπική του αισθητική. 
Βρισκόμαστε στα 1983 και είναι η νέα δουλειά του Νίκου Ξυδάκη που βγαίνει στην αγορά, πάντα από τη Lyra, με τίτλο "Πρώτο βράδυ στην Αθήνα". Η μόνη σχέση της με το παρελθόν είναι η (πολύ περιορισμένη) παρουσία του στιχουργού Μανώλη Ρασούλη και του σκιτσογράφου Αλέξη Κυριτσόπουλου που συνεχίζει να επιμελείται τα εξώφυλλα! 
Με το δίσκο αυτόν λοιπόν ο συνθέτης επιχειρεί να αλλάξει εντελώς την προσωπική του μουσική ταυτότητα προτείνοντας έναν νέο ήχο, πιο χαμηλόφωνο και εσωστρεφή με προσφυγή στην παράδοση, όχι με τον τρόπο που το είχε κάνει πιο παλιά ο Γιάννης Μαρκόπουλος, αλλά πιο συγκρατημένα και χαλαρά, τόσο σε επίπεδο μελωδικό, όσο και σε επίπεδο ενορχήστρωσης. Το κανονάκι γίνεται το σήμα κατατεθέν στην ορχήστρα του Ξυδάκη για τις δουλειές που μας παρουσίασε τα επόμενα χρόνια. Ο συγκεκριμένος δίσκος έχει μια ορχήστρα αποτελούμενη από βιολί, ούτι, σάζι, κανονάκι, σαντούρι, γκάιντα, κλαρίνο, φλογέρα, μαντολίνο, λαούτο μπάσο, κιθάρα και κρουστά. Η αναλογία ανατολίτικων και δυτικών οργάνων είναι εμφανώς δυσμενής σε βάρος των δεύτερων. 
Ο δίσκος είναι πανέμορφος. Διαθέτει θαυμάσιες μελωδίες, αλλά και εξαιρετικό στιχουργικό υλικό. Εδώ πρωτοεμφανίζεται ως στιχουργός ο ποιητής Μιχάλης Γκανάς. Ο Μανώλης Ρασούλης συμμετέχει με δύο τραγούδια. Υπάρχει επίσης ένα ωραιότατο τραγούδι ("Όταν") σε ποίηση του Γερμανού ρομαντικού ποιητή Ερρίκου Χάινε σε ελληνική απόδοση του Άγγελου Βλάχου, καθώς και τέσσερα τραγούδια σε στίχους του Ξυδάκη, ενώ ο δίσκος συμπληρώνεται με δύο οργανικά θέματα.

Κυριακή 9 Αυγούστου 2020

Δημήτρης Λάγιος: Ερωτική πρόβα (1991)

«Ερωτική Πρόβα». Η κορυφαία δημιουργική στιγμή του Δημήτρη Λάγιου και ταυτόχρονα το κύκνειο άσμα του, καθώς ετοιμάστηκε σε ώρες δύσκολες για τον συνθέτη, ενώ ήδη έδινε τη μοιραία μάχη με την αρρώστια, και κυκλοφόρησε μόλις δύο μήνες μετά τον πρόωρο θάνατό του, τον Ιούνιο του 1991. Αυτός ήταν ο τελικός τίτλος του έργου, σύμφωνα με την επιθυμία του ίδιου, αν και αρχικά προβλεπόταν ο τίτλος «Ερωτική πρόβα στο θάνατο». 
Ο συνθέτης είχε ήδη ένα υλικό 18 τραγουδιών που γράφτηκαν στο διάστημα 1989-1991 και πρωτοπαρουσιάστηκαν σε μορφή μουσικοθεατρικού δρώμενου το 1990, αλλά για το δίσκο επιλέχθηκαν τα μισά, όσα κινούνταν σε ενιαίο θεματικό πλαίσιο. Το κλίμα των στίχων αποδίδει με πολύ συγκινητικό τρόπο στοχασμούς και συναισθήματα που βιώνει έντονα ένας βαθιά σκεπτόμενος άνθρωπος εμποτισμένος με τη γκρίζα μελαγχολία της επίγνωσης για το αναπότρεπτο. Στέκομαι περισσότερο στα δυο αγαπημένα μου τραγούδια: "Μωβ" και "Ενυδρείο", όπου η αίσθηση του θανάτου είναι εμφανής. Το τραγούδι ωστόσο που ξεχώρισε από το δίσκο είναι το υπέροχο "Τι πάθος" που γνώρισε και μεταγενέστερες ζωντανές επανεκτελέσεις. 
Ταυτόχρονα είναι το έργο της απόλυτης ωριμότητας του συνθέτη με λεπτεπίλεπτες μελωδίες μοναδικής τρυφερότητας κι ευαισθησίας. Σπαρακτική είναι η ερμηνεία του τραγουδιού «Να ονειρεύομαι» από τον ίδιο στον επίλογο του δίσκου και του σύντομου βίου του. Ο ίδιος επίσης υπογράφει και τους στίχους όλου του έργου, εκτός από ένα τραγούδι του Μάνου Ελευθερίου ("Σόδομα"). Ένα εξαίσιο κύκνειο άσμα μιας σύντομης δημιουργικής παρουσίας που άφησε πίσω της σπουδαίους καρπούς! 
Βασικός ερμηνευτής είναι ο Γιώργος Νταλάρας, που έλαχε να είναι αυτός που υποδέχθηκε τον συνθέτη το 1982 στην ελληνική δισκογραφία και ο ίδιος που τον αποχαιρέτησε το 1991. Συμμετέχουν επίσης με υπέροχες και βαθιά συγκινητικές ερμηνείες η Σαβίνα Γιαννάτου, ο Χάρης και ο Πάνος Κατσιμίχας

Σάββατο 8 Αυγούστου 2020

Δημήτρης Λάγιος, Οδυσσέας Ελύτης: Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας (1982)

Ολοκληρώνοντας την παρουσίαση της δισκογραφίας του πρόωρα χαμένου συνθέτη Δημήτρη Λάγιου (1952-1991) στον Δισκοβόλο, θα ήθελα να σταθώ στους δυο οριακούς δίσκους της σύντομης καριέρας του, τον εναρκτήριο εν έτει 1982 και το κύκνειο άσμα του το 1991. 
Παρόλο που η πρώτη επαφή του Δημήτρη Λάγιου με το χώρο της δισκογραφίας είχε ξεκινήσει στα μέσα της δεκαετίας του '70 με έναν ξεχασμένο κι άγνωστο δίσκο αφιερωμένο στον Ρήγα Φεραίο, η πρώτη ουσιαστική συνεισφορά του στην ελληνική δισκογραφία, η οποία τον έκανε γνωστό στο ελληνικό κοινό και τον καθιέρωσε αμέσως, ήταν ο κύκλος μελοποιημένων ποιημάτων "Ο ήλιος ο ηλιάτορας" από την ομώνυμη ποιητική σύνθεση του Οδυσσέα Ελύτη, γραμμένη μόλις το 1971. 
Αν και το έργο γνώρισε αργότερα κι άλλες μελοποιήσεις, η προσέγγιση του Δημήτρη Λάγιου είναι αυτή που κέρδισε τη μάχη με το χρόνο κι αποτελεί πλέον μια κλασική δισκογραφική στιγμή, ασφαλώς από τις κορυφαίες εκείνης της δεκαετίας που το ελληνικό τραγούδι είχε πάρει πλέον την κατιούσα. 
Πρόκειται για έναν συμπαγή κύκλο τραγουδιών, ιδιαίτερα εμπνευσμένων με υπέροχες μελωδικές στιγμές, αλλά και στέρεους λαϊκούς ρυθμούς. Ερμηνεύεται από δύο ανδρικές φωνές, μία γυναικεία και χορωδία. Τρεις μεγάλοι ερμηνευτές αποδίδουν υποδειγματικά τα τραγούδια: Ο ώριμος Γιώργος Νταλάρας, ο εκφραστικότατος Νίκος Δημητράτος και η γλυκόλαλη Ελένη Βιτάλη σε μερικές από τις πιο τρυφερές ερμηνευτικές στιγμές της ετερόκλητης καριέρας της. Μαζί τους η Χορωδία της Λαμίας
Η μουσική του Λάγιου, παρά το εμφανές άγχος της να πει μεμιάς πολλά πράγματα, είναι πολύ αξιόλογη και σε αρκετές περιπτώσεις καταλήγει σε πανέμορφα τραγούδια ("Ε, σεις στεριές και θάλασσες", "Κάμποι της Σαλονίκης", "Γεια σου κύριε μενεξέ", "Όμορφη και παράξενη πατρίδα", "Σ' ευλογημένη μέρα")

Παρασκευή 7 Αυγούστου 2020

Γιάννης Γλέζος, F.G. Lorca: Αντόνιο Τόρρες Χερέδια (1974)

"Αντόνιο Τόρρες Χερέδια". Έτσι επιγράφεται ο τέταρτος κατά σειρά δίσκος του συνθέτη Γιάννη Γλέζου μετά τα: "Η Ελένη του Μάη" (1968), "12 Τραγούδια του Λόρκα" (1969), "Εμιλιάνο Ζαπάτα" (1971). Και είναι ο τρίτος συνεχόμενος με μελοποιημένη ποίηση ισπανόφωνων ποιητών (F.G. Lorca, Pablo Neruda). 
Ο μεγάλος Ισπανός ποιητής Federico Garcia Lorca (1898-1936) είναι ο δημοφιλέστερος ξένος ποιητής στη χώρα μας σε βαθμό που να μπορεί να θεωρηθεί σχεδόν Έλληνας ποιητής. Ίσως να το ξαναέγραψα, αλλά θα αναφέρω την έκπληξη ενός Ισπανού καθηγητή της Λογοτεχνίας που γνώρισα προ ετών στο Κέμπριτζ, όταν του έδειξα τον κατάλογο των μελοποιημένων ποιημάτων του Λόρκα από Έλληνες συνθέτες. Μου ζήτησε να του στείλω σε δίσκους όσο από αυτό το υλικό διέθετα και όταν το πήρε, μου έγραψε μια επιστολή γεμάτη ευγνωμοσύνη, όχι για μένα βέβαια, αλλά για τους δικούς μας συνθέτες που έγραψαν τόσο σπουδαία πράγματα για τον ποιητή όσα ούτε οι συμπατριώτες του! 
Το έργο "Αντόνιο Τόρρες Χερέδια" βασίζεται στο ίδιο κείμενο με το έργο του Μίκη Θεοδωράκη, δηλαδή στη μεγάλη ποιητική συλλογή "Romancero Gitano" ("Τσιγγάνικη ιστορία", σε ελεύθερη απόδοση). Ο Λόρκα το έγραψε στα 1928 και ήταν το έργο που του έδωσε μια ιδιαίτερη δημοτικότητα στη χώρα του. Το ποιητικό είδος που ονομαζόταν "ρομανθέρο" ήταν από τις παλαιότερες ποιητικές φόρμες που καλλιεργήθηκαν στην Ισπανία και ήταν ένα είδος λυρικής ποίησης που συνοδευόταν από κιθάρα και τραγουδιόταν από τσιγγάνους. 
Όπως και στη σύνθεση του Θεοδωράκη, κι εδώ η μετάφραση υπογράφεται από τον μεγάλο μας ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, αν και στα κοινά μέρη παρατηρούνται σημαντικές αποκλίσεις. Η δουλειά του ποιητή είναι εξαιρετική, έστω κι αν ο ίδιος ομολογούσε συχνά κι ας τον άκουγαν οι άλλοι με έκπληξη ή δυσπιστία: Ο Γκάτσος ήταν σπουδαιότερος ποιητής! Και είχε στο νου του τα υπέροχα τραγούδια του, που πραγματικά τα ζήλευε, αλλά και τη μνημειώδη και αξεπέραστη μετάφραση του "Ματωμένου Γάμου". Παρόλα αυτά, ο Ελύτης εδώ μας έδωσε μια πολυσήμαντη μετάφραση, με γνώση των γλωσσικών κανόνων στη ζωντανή λειτουργία της γλώσσας κι όχι στα τυπικά της γραμματικής ή του συντακτικού. Και το κυριότερο, αυτό που το διδάχθηκε από τον Γκάτσο: Κάνει το έργο δικό του, δεν μεταφράζει απλά. Έχουμε εδώ ουσιαστικά ποίηση του Ελύτη πρωτίστως και δευτερευόντως του Λόρκα. Είναι μια μεγάλη κατάκτηση αυτή και η τιμή ανήκει μονάχα σε λίγους εκλεκτούς για τέτοια επιτεύγματα. Διαβάστε και την απόδοση του Ελύτη στα ποιήματα της Σαπφώς. Η αίσθηση που αποκομίζει κανείς είναι ότι είναι πρώτα ποίηση του Ελύτη και μετά έρχεται η Σαπφώ! 

Πέμπτη 6 Αυγούστου 2020

Γιάννης Γλέζος, Pablo Neruda: Εμιλιάνο Ζαπάτα (1971)

Μετά την "Ελένη του Μάη" (1968) ο Γιάννης Γλέζος στράφηκε στη μελοποίηση ισπανόφωνων ποιητών και μας παρουσίασε τρεις σημαντικές εργασίες: Πρώτα τα "12 Τραγούδια του Λόρκα" (1969) και δύο χρόνια αργότερα το επικό "Εμιλιάνο Ζαπάτα" του Πάμπλο Νερούδα, αμφότερα σε ελληνική απόδοση του Λευτέρη Παπαδόπουλου, κλείνοντας αυτή τη σπουδαία τριλογία με μια νέα μελοποίηση ποιημάτων του Λόρκα το 1974.
Ο μεγάλος Χιλιανός και νομπελίστας ποιητής Pablo Neruda (1904-1973) είναι ένας από τους προσφιλέστερους ξένους ποιητές στην Ελλάδα χάρις κυρίως στις πολλαπλές μελοποιήσεις του έργου του από εκλεκτούς συνθέτες, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Γιάννης Γλέζος, η Δανάη, ο Βασίλης Δημητρίου, ο Μιχάλης Γρηγορίου και ο Χρήστος Γκάρτζος.
Το έργο του Γιάννη Γλέζου χωρίζεται σε δύο ενότητες: Η πρώτη και κύρια καλύπτεται από το τραγούδι-ποταμό "Εμιλιάνο Ζαπάτα" (μια οργανική εισαγωγή και έξι φωνητικά μέρη), εμπνευσμένο φυσικά από την πολιτική δράση του μεγάλου Μεξικανού επαναστάτη των αρχών του 20ου αιώνα, και προέρχεται από την ευρεία σύνθεση του Νερούδα "Canto General" (Μεξικό, 1950) που σημαίνει ότι η εργασία του Γλέζου πάνω στο εμβληματικό αυτό έργο προηγήθηκε της μελοποίησης του Μίκη Θεοδωράκη.
Η δεύτερη ενότητα του δίσκου περιλαμβάνει δυο όμορφα ερωτικά ποιήματα του Νερούδα με τίτλους: «Ο άνεμος στο νησί», «Όταν γέρνω στα βράδια», προλαβαίνοντας και σ' αυτό το σημείο την ευρύτερη μελοποίηση του Χρήστου Γκάρτζου ("Τα ερωτικά", 1980). Το δεύτερο ποίημα προέρχεται από την πρώιμη ποιητική συλλογή "Είκοσι ερωτικά ποιήματα κι ένα τραγούδι απελπισμένο" (Σαντιάγο, 1924).
Η δυναμική κι ευφάνταστη ενορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας και χορωδίας ανήκει στον Νίκο Μαμαγκάκη που εκείνη την εποχή είχε πολύ ισχυρή θέση στη λειτουργία της εταιρίας του Πατσιφά. Μοναδικός ερμηνευτής του έργου είναι ο Γιάννης Πουλόπουλος, η ναυρχίδα τότε της Lyra που έσερνε εμπορικά ολόκληρη την εταιρία. Ο τραγουδιστής εδώ ξεφεύγει εμφανώς από τη γνώριμη φωνητική του μανιέρα προσπαθώντας να προσδώσει έναν επικό τόνο στην ερμηνεία του. Καλή, αν και όχι και τόσο πειστική προσπάθεια, αλλά - όπως έχει πει κι ο Μαμαγκάκης - ο Πουλόπουλος ό,τι και να του έδινες τότε, θα το έλεγε με το δικό του τρόπο! 

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2020

Γιάννης Γλέζος: Η Ελένη του Μάη (1968)

Με πλήρη τίτλο "Η Ελένη του Μάη και άλλα τραγούδια του Γιάννη Γλέζου" κυκλοφόρησε τον Νοέμβρη του 1968 ο πρώτος ολοκληρωμένος δίσκος του συνθέτη Γιάννη Γλέζου πάνω σε στίχους του Κώστα Κινδύνη (στα 9 από τα 12 τραγούδια), του Γιάννη Κιούρκα, του Νίκου Σφυρόερα και του ίδιου του συνθέτη.                                                                                                        Ο Γιάννης Γλέζος αποτελεί μια από τις σημαντικότερες μουσικές προσωπικότητες που αναδείχθηκαν στο περιβάλλον του Νέου Κύματος του Αλέκου Πατσιφά στα χρόνια του καθεστώτος των συνταγματαρχών, όταν άρχισε να ηχογραφεί ανεξάρτητα τραγούδια στις 45 στροφές με τους καθιερωμένους τότε τραγουδιστές της Lyra (Γιάννης Πουλόπουλος, Αρλέτα, Μιχάλης Βιολάρης, Καίτη Χωματά, Ρένα Κουμιώτη, Αλέκα Μαβίλη). Νωρίς έδειξε το ενδιαφέρον του για τον μελοποιημένο ποιητικό λόγο κι έτσι θα επιλέξει σύντομα αυτή τη μουσική κατεύθυνση με τις σπουδαίες μελοποιήσεις του Λόρκα και του Νερούδα που θα ακολουθήσουν. 
Ο πρώτος του λοιπόν προσωπικός δίσκος περιλαμβάνει πολύ όμορφα τραγούδια στον ήχο του όψιμου νεοκυματικού ύφους, όταν πλάι στις λιτές και μελωδικές μπαλάντες είχαν αρχίσει να προστίθενται και πιο λαϊκοί ρυθμοί μαζί με το μπουζούκι. Ήδη οι δυο εξαίσιες "Ανθολογίες" του Γιάννης Σπανού είχαν ανοίξει το δρόμο. Τα καλύτερα λοιπόν τραγούδια του δίσκου έχουν ρυθμό χασάπικο. Μερικά ακούστηκαν πολύ κι έγιναν μεγάλες επιτυχίες, όπως το διαχρονικό "Νάχα τη δύναμη", αλλά και τα: "Γεράνι μου", "Πηδούν τ' αγόρια", "Της Καλαμαριάς τ' αγόρια", "Περιστεράκι της φτωχιάς αυλής", καθώς και το ομώνυμο του δίσκου γραμμένο σε ύφος ποπ της εποχής.
Ο καταξιωμένος τραγουδιστής της Lyra Γιάννης Πουλόπουλος μοιράζεται ισοδύναμα την ερμηνεία των τραγουδιών με την Αλέκα Μαβίλη και τον Μιχάλη Βιολάρη. Την ορχήστρα διευθύνει ο συνθέτης.

Σάββατο 1 Αυγούστου 2020

Τα ξαναλέμε σε λίγες μέρες...


Με το έμπα του Αυγούστου ας κάνουμε 
μια μικρή ανάπαυλα για μια καλοκαιρινή ανάσα!
Καλές διακοπές σε όλους σας!
Και καλό μήνα!!!