Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2023

Αννα Βίσση: Όλες οι επιτυχίες της στην ΕΜΙ (1982)

Η Άννα Βίσση ξεκίνησε την καλλιτεχνική της πορεία στα πρώτα εφηβικά της χρόνια με δημόσιες εμφανίσεις της στην Κύπρο, πριν εγκατασταθεί στην Αθήνα το 1973, όταν θα λάβει μέρος στην πρώτη της ηχογράφηση για τη Minos με το τραγούδι του Βασίλη Δημητρίου "Λέγοντας και κλαίγοντας" ως δεύτερη φωνή δίπλα στον Γιάννη Καλατζή. Από το 1974 που άρχισε πλέον να ηχογραφεί τραγούδια ως πρώτη φωνή μέχρι το 1977 παρέμεινε στη Minos χτίζοντας ένα αξιόλογο ρεπερτόριο με συνθέσεις μεγάλων δημιουργών (Μίκης Θεοδωράκης, Σταύρος Κουγιουμτζής, Γιώργος Χατζηνάσιος κ.ά.), έστω κι αν η ίδια πλέον έχει αποποιηθεί πλήρως τη σχέση της μ' αυτό το ποιοτικό ρεπερτόριο!
Μετά τη θητεία της στη Minos η Βίσση εντάχθηκε στο δυναμικό της ΕΜΙ, όπου ηχογράφησε διαδοχικά τρεις ακόμη ενδιαφέροντες προσωπικούς δίσκους, δηλαδή: "Κίτρινο γαλάζιο" (1979), "Ναι" (1980) και "Άννα Βίσση" (1981). Με τους δίσκους αυτούς κλείνει η πρώτη φάση της καριέρας της, ενώ στη συνέχεια κι αφού στο μεταξύ παντρεύτηκε με τον Νίκο Καρβέλα στράφηκε οριστικά στο εμπορικό τραγούδι ευρείας κατανάλωσης που τη μετέτρεψε σε ντίβα πρώτης γραμμής για πολλά χρόνια. 
Το 1982 λοιπόν η ΕΜΙ με την ολοκλήρωση της συνεργασίας τους έθεσε σε κυκλοφορία ένα αναμνηστικό άλμπουμ με δεκαοκτώ συνολικά τραγούδια που ερμήνευσε η Άννα Βίσση για λογαριασμό της εταιρείας, όλα παρμένα από τους τρεις προσωπικούς της δίσκους που προαναφέραμε. Αν και δεν είναι υλικό πρώτης γραμμής, όπως τα τραγούδια της στη Minos, ασφαλώς περιλαμβάνονται αρκετές όμορφες μελωδικές στιγμές, οι περισσότερες σε μουσική του Σπύρου Βλασσόπουλου, αλλά και του Φίλιππου Νικολάου, του Τάκη Μπουγά, του Ν. Λεονάρδου, κάποιες διασκευές διεθνών επιτυχιών της εποχής και πάνω απ' όλα η υπέροχη "Μεθυσμένη πολιτεία" του Μανώλη Μικέλη που γράφτηκε το 1980 για την ομώνυμη τηλεοπτική σειρά της ΕΡΤ.

Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 2023

Κώστας Χατζής: Πορτρέτο (1980)

Ο Κώστας Χατζής (γενν. 1936) αποτελεί μιαν εντελώς ιδιότυπη και μοναχική μορφή στο ελληνικό τραγούδι με αδιάλειπτη παρουσία για περισσότερα ήδη από εξήντα χρόνια, αφού πρωτοεμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του '60 στην Πλάκα, αλλά και στη δισκογραφία με το τραγούδι "Έφυγε η αγάπη μου" σε μουσική Μίμη Πλέσσα και στίχους Κώστα Πρετεντέρη. 
Η καριέρα του χτίστηκε σιγά σιγά, στην αρχή με την υποστήριξη κορυφαίων συνθετών μας, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Γιάννης Μαρκόπουλος, ο Μίμης Πλέσσας, ο Χρήστος Λεοντής, ο Σταύρος Ξαρχάκος και ο Γιώργος Κατσαρός. Από τα μέσα της ίδιας δεκαετίας άρχισε δειλά δειλά να παρουσιάζει και τα πρώτα δικά του τραγούδια που κέρδισαν αμέσως την αποδοχή του κοινού και τον βοήθησαν να διαμορφώσει το πολύ προσωπικό του ύφος, πάνω στο οποίο έχτισε μια μεγάλη καριέρα μοναχικού τροβαδούρου, πριν αποφασίσει στα μέσα της δεκαετίας του '70 ως συνθέτης να κάνει ανοίγματα και σε άλλους καλλιτέχνες, όπως η Μαρινέλλα, η Ελπίδα, ο Δάκης και άλλοι και να καταγράψει μεγάλες εμπορικές επιτυχίες με κορωνίδα βέβαια την τρομακτική έκρηξη του περίφημου "Ρεσιτάλ" (1976) με τη Μαρινέλλα που αποτέλεσε μία από τις εμπορικότερες δισκογραφικές εκδόσεις όλων των εποχών στο ελληνικό τραγούδι!
Από την πρώτη λοιπόν αυτή περίοδο της παρουσίας του στο πεντάγραμμο ως τραγουδοποιός, δηλαδή από το 1968 με την κυκλοφορία του εμβληματικού άλμπουμ "Αναγέννησις Αλόννησος", μέχρι και το κλείσιμο της δεκαετίας του '70, ο Κώστας Χατζής θα παρουσιάσει συνολικά δεκαπέντε προσωπικούς δίσκους, άλλους με πρωτότυπο υλικό και άλλους με ζωντανές επανεκτελέσεις τραγουδιών του. Έτσι το 1980 η δισκογραφική εταιρεία Philips, όπου σταθερά ηχογραφούσε ο Χατζής, έδωσε στην κυκλοφορία μια μικρή ανθολογία από χαρακτηριστικές στιγμές της προσωπικής πορείας του καλλιτέχνη ως εκείνη τη στιγμή. Ο δίσκος έχει τον απλό τίτλο "Πορτρέτο" και περιλαμβάνει δεκατέσσερα τραγούδια που καλύπτουν αντιπροσωπευτικά τις διάφορες φάσεις αυτής της διαδρομής, από το ξεκίνημα ("Κολωνάκι Place, Στο Διεθνές το μαγαζί", "Όλα ανάποδα τα βλέπει") ως τις πολύ μελωδικές στιγμές που ακολούθησαν ("Πάρε ένα κοχύλι απ' το Αιγαίο", "Απ' τ' αεροπλάνο", "Κι ύστερα", "Αν ερχόσουν", "Να 'χαν όλοι οι άνθρωποι"). Στα περισσότερα τραγούδια οι στίχοι ανήκουν στη Σώτια Τσώτου, ενώ τα υπόλοιπα έχουν στίχους του Φώντα Φιλέρη, του Ηλία Λυμπερόπουλου και άλλων. Τραγουδά ο ίδιος ο συνθέτης παίζοντας την κιθάρα του ή συνοδευόμενος από λιτή ενορχήστρωση, ενώ κάποια τραγούδια προέρχονται από ζωντανές ηχογραφήσεις.

Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2023

Ρένα Πάντα: Πρώτος προσωπικός δίσκος (1977)

Η Ρένα Πάντα (γενν. 1955) υπήρξε μια τραγουδίστρια του ελαφρολαϊκού και ποπ τραγουδιού κυρίως στα χρόνια του '70, κόρη του παλιού ερμηνευτή του "ελαφρού" τραγουδιού Αλέκου Πάντα, δίπλα στον οποίο μάλιστα στα επτά μόλις χρόνια της έκανε το πρώτο δειλό δισκογραφικό της φανέρωμα με το τραγουδάκι "Πες μπαμπά" (διασκευή ξένης επιτυχίας). 
Το ουσιαστικό της ωστόσο ντεμπούτο θα έρθει πολύ αργότερα, όταν το 1976 ο Γιώργος Κατσαρός της έδωσε τέσσερα τραγούδια στο δίσκο "Τσιμεντένια πρόσωπα" δίπλα στον Δημήτρη Μητροπάνο. Το 1977 παρουσίασε τον πρώτο της προσωπικό δίσκο, ενώ ακολούθησαν μερικές ακόμη προσωπικές δουλειές ως το 1990 ("Πάντα μαζί", "Μείνε", "Ο τρόμος του έρωτα") και στη συνέχεια χάθηκε οριστικά από το προσκήνιο έχοντας πάντως καταγράψει ενδιαφέρουσες κατά καιρούς συνεργασίες με αρκετούς καλλιτέχνες του οικείου χώρου, όπως ο Δάκης, ο Γιώργος Πολυχρονιάδης, ο Σπύρος Βλασσόπουλος, ο Πασχάλης και άλλοι, χωρίς ωστόσο να καταφέρει ποτέ να κερδίσει την ευρεία αποδοχή του κοινού και να χτίσει αξιόλογο ρεπερτόριο.
Το 1977 λοιπόν η Ρένα Πάντα μας έδωσε τον πρώτο και πιο ενδιαφέροντα προσωπικό της δίσκο με τίτλο το όνομά της, όπως ήταν κι ο σχεδόν απαράβατος τότε κανόνας της δισκογραφίας. Περιέχει δώδεκα συμπαθητικά τραγουδάκια ελαφρολαϊκού ύφους που υπογράφουν οι: Γιώργος Κατσαρός (τρία τραγούδια), Τέρης Ιερεμίας (τρία), Στέλιος Ζαφειρίου (δύο), Τόλης Βοσκόπουλος, Νινή Ζαχά, Νίκος Τζαβάρας και Φίλιππος Νικολάου (από ένα). Στους στίχους βρίσκουμε γνωστά ονόματα της εποχής, όπως η Σώτια Τσώτου, ο Δημήτρης Ιατρόπουλος, ο Μίμης Θειόπουλος, ο Ηλίας Λυμπερόπουλος και ο Φίλιππος Νικολάου. Τα τραγούδια ενορχήστρωσε και διηύθυνε ο Κώστας Κλάββας, εκτός από τα τρία τραγούδια του Γιώργου Κατσαρού που επιμελήθηκε ο ίδιος.

Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2023

Γιάννης Ντουνιάς: Ο Ταρζάν ή Του άντρα του πολλά βαρύ (1973)

Ο παλαίμαχος λαϊκός τραγουδιστής Γιάννης Ντουνιάς (Πειραιάς 1943) με τη στιβαρή φωνή και σκηνική παρουσία έχει αφήσει τη δική του σφραγίδα στο λαϊκό πάλκο και τη δισκογραφία, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του '70. Πρωτοεμφανίστηκε στα νυχτερινά μαγαζιά το 1968 κι αμέσως μετά έκανε το πρώτο του σουξέ με το γνωστό και μάλλον παρεξηγημένο (λόγω καθεστώτος) "Έμπαινε Γιώργο, έμπαινε" του Γιάννη Καραμπεσίνη, ενώ το 1971 παρουσίασε τον πρώτο προσωπικό του δίσκο που είχε για τίτλο το όνομά του με τραγούδια μεταξύ άλλων του Γιώργου Ζαμπέτα, του Άκη Πάνου και του Γιώργου Χατζηνάσιου. Το 1973 κυκλοφόρησε ο δεύτερος προσωπικός του δίσκος κι ένα χρόνο αργότερα ο δίσκος "Τα μόρτικα" σε μουσική Μίμη Πλέσσα, ενώ τα επόμενα χρόνια συνέχισε να έχει σταθερή παρουσία στο δισκογραφικό προσκήνιο, έστω και με αραιότερους ρυθμούς, για να κλείσει όμορφα αυτός ο μακρύς κύκλος το 2005 με το λαϊκό δίσκο "Γλυκοχαράματα" του Βαγγέλη Κορακάκη. 
Η δεύτερη λοιπόν προσωπική δουλειά του Γιάννη Ντουνιά κυκλοφόρησε το 1973 από την Polydor σε διπλή μάλιστα έκδοση με εναλλακτικούς τίτλους παρμένους από τραγούδια του Γιάννη Μαρκόπουλου που ερμήνευσε σε δεύτερη εκτέλεση, δηλαδή τα σατιρικά τραγούδια "Ο Ταρζάν" και "Του άντρα του πολλά βαρύ". Και τα δυο αυτά τραγούδια που είχαν ήδη κυκλοφορήσει στις 45 στροφές με πρώτο ερμηνευτή τον Θέμη Ανδρεάδη, εδώ ερμηνεύονται με λιγότερο εύθυμο μπρίο και περισσότερη λαϊκή βαρύτητα. Ο δίσκος περιλαμβάνει κι ένα τρίτο τραγούδι του Μαρκόπουλου σε στίχους Κ.Χ. Μύρη ("Ο σερίφης" ή "Δολλάριο δολλάριο"), το οποίο είχε κυκλοφορήσει την προηγούμενη χρονιά στο δίσκο "Διάλειμμα"
Εκτός από την έντονη παρουσία του Γιάννη Μαρκόπουλου στο δίσκο έχουμε επίσης δυο τραγούδια του Μίμη Πλέσσα που προαναγγέλλουν την επερρχόμενη ολοκληρωμένη συνεργασία του συνθέτη με τον τραγουδιστή την επόμενη χρονιά με τα "Μόρτικα", καθώς κι ένα τραγούδι του Κώστα Μυλωνά σε στίχους του ποιητή Ανδρέα Αγγελάκη. Έχουμε επίσης και μια σειρά ορθόδοξα λαϊκά τραγούδια που υπογράφουν οι συνθέτες Νίκος Καρανικόλας, Νάκης Πετρίδης και Τάκης Μουσαφίρης. Ένα από αυτά, το πολύ γνωστό "Το κρασί είναι γιατρός μου" (του Νίκου Καρανικόλα), γνώρισε μεγάλη εμπορική επιτυχία και εδραίωσε την παρουσία του τραγουδιστή. Στις δεύτερες φωνές συμμετέχουν η Βούλα Γκίκα και η Βέτα Ξανθοπούλου.

Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 2023

Μίκης Θεοδωράκης: Αντιγόνη, όπερα (2000)

Ολοκληρώνουμε σήμερα το μικρό μας αφιέρωμα στο συμφωνικό έργο του Μίκη Θεοδωράκη κατά την τελευταία δημιουργική του φάση με τη φιλόδοξη όπερα "Αντιγόνη" που κυκλοφόρησε το 2000 από τη γερμανική δισκογραφική εταιρεία Intuition.
Η σχέση του Μίκη Θεοδωράκη με το αρχαίο δράμα υπήρχε επίμονη και διαχρονική και μάλιστα σε ποικίλες μουσικές φόρμες. Ιδιαιτέρως η Αντιγόνη, κεντρική ηρωίδα της σοφόκλειας δραματουργίας, στάθηκε πηγή έμπνευσης για μια μεγάλη σειρά έργων που διατρέχουν κάπου σαράντα χρόνια από τη μακρά δημιουργική πορεία του μεγάλου συνθέτη. Η αρχή έγινε το 1958-59 με το ομώνυμο μπαλέτο για συμφωνική ορχήστρα που γράφτηκε στο Παρίσι και μάλιστα αμέσως μεταγράφηκε και σε φόρμα για δύο πιάνα. Στο Παρίσι πάντα, το 1959, ο Μίκης συνέθεσε το πρόπλασμα μιας νέας Αντιγόνης για σόλο πιάνο, χωρίς ωστόσο να της δώσει ποτέ ολοκληρωμένη μορφή. Και φτάνουμε στο 1971, λίγο μετά την απέλασή του από το χουντικό καθεστώς και τη νέα εγκατάστασή του στο Παρίσι, όπου ο Μίκης συνέθεσε το επίκαιρο έργο "Αντιγόνη στη φυλακή" σε μορφή μπαλέτου για λαϊκή ορχήστρα, βασισμένο κυρίως σε μελωδίες γνωστών τραγουδιών του.
Ωστόσο το ωριμότερο έργο του συνθέτη πάνω στην αρχετυπική μορφή της Αντιγόνης ήρθε πολλά χρόνια αργότερα, όταν το 1990, στην Αθήνα πλέον, συνέθεσε τη μουσική για την παράσταση της τραγωδίας του Σοφοκλή για μεσόφωνο, χορωδία, κιθάρα και κοντραμπάσο σε μετάφραση από τον σκηνοθέτη Μίνωα Βολανάκη, έργο που παρουσιάστηκε στην Επίδαυρο εκείνο το καλοκαίρι. 
Το υλικό αυτής της μουσικής σύνθεσης αποτέλεσε τη βάση για ένα πιο φιλόδοξο έργο που έγραψε ο συνθέτης λίγο αργότερα (1994-1996) σε μορφή όπερας ή λυρικής τραγωδίας, όπως το ονόμασε ο ίδιος, δομημένης σε δύο πράξεις και πέντε σκηνές με τον αφιερωματικό υπότιτλο "Hommage a Bellini" που δηλώνει τη μουσική αφετηρία της έμπνευσής του. Ο ίδιος μάλιστα έγραψε και το λιμπρέτο. Το έργο αυτό γνώρισε δύο μεγάλες δημόσιες εκτελέσεις και αντίστοιχες δισκογραφικές εκδόσεις, από τις οποίες η πρώτη έγινε στις αρχές Οκτωβρίου του 1999 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών υπό τη διεύθυνση του Λουκά Καρυτινού κι εκδόθηκε σε δίσκο από την FM Records το 2003.
Λίγες λίγες ημέρες αργότερα, μέσα στον Οκτώβρη του 1999, το έργο παρουσιάστηκε και στην αίθουσα Capella Concert Hall της Αγίας Πετρούπολης με τη συμμετοχή της St. Petersburg State Academic Capella Orchestra και τη Χορωδία της Αγίας Πετρούπολης με διεύθυνση ορχήστρας από τον Alexander Chernoushenko και Ρώσους λυρικούς τραγουδιστές (που ερμηνεύουν στα ελληνικά). Η εκτέλεση αυτή δισκογραφήθηκε και κυκλοφόρησε το 2000 από την Intuition Records σε μια καλαίσθητη και φροντισμένη έκδοση με πλουσιότατο δίγλωσσο (στα γερμανικά και αγγλικά) βιβλιαράκι.

Τρίτη 12 Σεπτεμβρίου 2023

Μίκης Θεοδωράκης, Pablo Neruda: Canto General (Λουκάς Καρυτινός)

Ο Μίκης Θεοδωράκης συνέθεσε το ορατόριο Canto General σε ποίηση του νομπελίστα Χιλιανού ποιητή Pablo Neruda (1904-1973) στην πρωτότυπη γλώσσα (ισπανικά) το 1972 στο Παρίσι, αλλά η πρώτη του εκτέλεση παρουσιάστηκε στις 28 Αυγούστου της ίδιας χρονιάς στο Μπουένος Άιρες, ενώ στη συνέχεια, γνωρίζοντας διαδοχικά στάδια γραφής με προσθήκες νέου υλικού (1973-1980), πέρασε στη δισκογραφία, αρχικά το 1975 σε ημιτελή ακόμη μορφή και στη συνέχεια σε πάμπολλες ηχογραφήσεις εντός κι εκτός Ελλάδας, πάντα σε μορφή λαϊκού ορατορίου, δηλαδή με ερμηνευτές λαϊκούς τραγουδιστές (Μαρία Φαραντούρη, Πέτρος Πανδής, Arja Sajonmaa και άλλοι).
Τον Ιανουάριο του 1989 το έργο παρουσιάστηκε στο Βερολίνο για πρώτη φορά σε γραφή για συμφωνική ορχήστρα με λυρικούς ερμηνευτές σε μια μνημειώδη εκτέλεση, η οποία αποτελεί και την οριστική μορφή του έργου εναρμονισμένου πλέον στους νέους κώδικες της συμφωνικής αντίληψης που είχε διαμορφώσει ο συνθέτης, ανασύροντας μάλιστα στο προσκήνιο και αναμορφώνοντας ουκ ολίγα έργα της πρώτης του συνθετικής περιόδου. Το έργο παρουσιάστηκε στην πλήρη του μορφή που περιλαμβάνει δώδεκα μελοποιημένα μέρη της επικής σύνθεσης του Neruda, στα οποία είχε ήδη προστεθεί και το μέρος "Neruda Requiem Aeternam" σε κείμενο του συνθέτη ως τιμητική αναφορά στο θάνατο του ποιητή (1973). Η ψηφιακή αυτή εγγραφή (DDD) εκδόθηκε το 1993 σε διπλό ψηφιακό δίσκο από τη Γερμανική εταιρεία Intuition Recods σε μια ιδιαίτερα επιμελημένη και καλαίσθητη έκδοση.
Στη συγκεκριμένη εκτέλεση έλαβε μέρος το συμφωνικό σύνολο Berliner Instrumentalisten υπό τη διεύθυνση του σημαντικού Έλληνα αρχιμουσικού Λουκά Καρυτινού, ενώ συμμετείχε και το φωνητικό σύνολο Rundfunkchor Berlin με διευθυντή τον Sigurd Brauns. Τα σόλο μέρη του έργου ερμήνευσαν οι Έλληνες λυρικοί τραγουδιστές Αλεξάνδρα Παπατζιάκου (μεσόφωνος) και Φραγκίσκος Βουτσίνος (βαρύτονος).

Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2023

Οι Συμφωνίες του Μίκη: Συμφωνία αρ. 7 "Εαρινή" (1984/1994)

Η 7η Συμφωνία του Μίκη Θεοδωράκη, η επονομαζόμενη "Εαρινή", είναι ένα έργο μεγάλων διαστάσεων, γραμμένο για σοπράνο, μεσόφωνο, τενόρο, βαθύφωνο, διπλή μικτή χορωδία και συμφωνική ορχήστρα. Κατά τα συνήθη μάλιστα, κι αυτό το έργο γνώρισε διπλή επεξεργασία από τον συνθέτη. Η πρώτη κι επίσημη γραφή χρονολογείται το 1982, ενώ η νεότερη το 1993, η οποία πάντως έχει τελικά αποκηρυχθεί από τον συνθέτη. 
Όπως προκύπτει λοιπόν από τα παραπάνω, η 7η Συμφωνία στην πραγματικότητα είναι έργο χρονικά παλαιότερο της αριθμητικά προηγούμενης 4ης Συμφωνίας, η οποία γράφτηκε το 1987, ενώ εντύπωση προκαλεί η απουσία δύο ενδιάμεσων Συμφωνιών, δηλαδή της 5ης και 6ης, οι οποίες δε γράφτηκαν ποτέ! Ο ίδιος ο Μίκης έχει δώσει τη σχετική εξήγηση διευκρινίζοντας ότι ο αριθμός "7" δόθηκε στην "Εαρινή Συμφωνία" του "...δεδομένου ότι το έαρ εκφράζει τον ιερό αριθμό 7", χωρίς να τον ενδιαφέρει η τήρηση της αριθμητικής σειράς.
Το έργο στηρίζεται κυρίως στην ομώνυμη ποιητική σύνθεση του Γιάννη Ρίτσου (1938), αλλά αξιοποιεί και τα ποιήματα "Εμβατήριο του Ωκεανού" (1940) και "Κυρά των αμπελιών" (1954), ενώ το δεύτερο μέρος με τίτλο "Η εκτέλεση της Αθηνάς" στηρίζεται σε κείμενο του Γιώργου Κουλούκη. Η πρώτη εκτέλεση του έργου παρουσιάστηκε στη Δρέσδη τον Μάιο του 1984 στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ της πόλης, ενώ την ίδια χρονιά δισκογραφήθηκε ζωντανή ηχογράφηση από το Ωδείο Τσαϊκόφσκι της Μόσχας υπό τη διεύθυνση του Σοβιετικού μαέστρου Dimitri Kitayenco και κυκλοφόρησε στη Γαλλία και τη Σοβιετική Ένωση, ενώ το 1987 επανεκδόθηκε από τον Ιουλιανό. Μια δεύτερη ηχογράφηση την επόμενη χρονιά υπό τη διεύθυνση του Frantisek Vajnar κυκλοφόρησε αρχικά από τη Wea και στη συνέχεια από την FM Records, ενώ επανεκδόθηκε το 2007 από τη Legend.
Άλλη μια ξεχωριστή ηχογράφηση του έργου, αυτή που σας παρουσιάζω, πραγματοποιήθηκε ζωντανά στις 2 Δεκεμβρίου 1987 στο Βερολίνο με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Δρέσδης υπό τη διεύθυνση του διάσημου Γερμανού αρχιμουσικού Herbert Kegel και με τη συμμετοχή της Χορωδίας της Ραδιοφωνίας της Πράγας, της Παιδικής Χορωδίας της Ραδιοφωνίας της Πράγας και της Χορωδίας της Κρατικής Φιλαρμονικής της Λιθουανίας. Κυκλοφόρησε το 1994 από τη γερμανική εταιρεία Intuition.

Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2023

Οι Συμφωνίες του Μίκη: Συμφωνία αρ. 4 "Των χορικών" (1987)

Από τις πέντε συνολικά Συμφωνίες που συνέθεσε ο Μίκης Θεοδωράκης, τελευταία χρονικά είναι η 4η Συμφωνία, η επονομαζόμενη Συμφωνία των Χορικών γραμμένη για σοπράνο, μεσόφωνο, αφηγητή, μικτή χορωδία και συμφωνική ορχήστρα (χωρίς βιολιά). Είχε ήδη προηγηθεί η 7η Συμφωνία από το 1982, ενώ η 4η γράφτηκε στο διάστημα 1986-1987 μετά από σχετική παραγγελία της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου Αθηνών για τον εορτασμό των 150 χρόνων από την ίδρυση του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου. 
Η πρώτη εκτέλεση του έργου πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα "Παλλάς" της Αθήνας στις 3 Μαΐου του 1987 με συμμετοχή της Κικής Μορφονιού (κοντράλτο), της Αλέκας Δρακοπούλου (σοπράνο), της Λήδας Τασοπούλου (αφηγήτριας) και της Ντάνας Χατζηγεωργίου (βιολοντσέλο). Συμμετείχαν επίσης η Αθηναϊκή Συμφωνική Ορχήστρα υπό τη διεύθυνση του αρχιμουσικού Λουκά Καρυτινού και η Χορωδία Αθηνών υπό τη διεύθυνση της Έλλης Νικολαΐδου
Το έργο μοιράζεται σε δύο μεγάλες ενότητες (πάνω από μισή ώρα η καθεμιά) που στηρίζονται αντίστοιχα σε χορικά από τις "Ευμενίδες" του Αισχύλου μεταφρασμένα από τον Κ.Χ. Μύρη και από τις "Φοίνισσες" του Ευριπίδη σε μετάφραση Γεράσιμου Σπαταλά. Ο συνθέτης άντλησε μουσικές ιδέες και από παλιότερες συνθέσεις του, ενώ η αρχική σκέψη του περιλάμβανε και χορικά του Σοφοκλή, τα οποία ωστόσο δεν περιλήφθηκαν στην τελική μορφή του έργου λόγω της υπερβολικά μεγάλης του διάρκειας. 
Η ζωντανή ηχογράφηση της πρώτης αυτής εκτέλεσης με τους συγκεκριμένους ερμηνευτές εκδόθηκε λίγο αργότερα σε διπλό αναλογικό δίσκο από τον Ιουλιανό, τη δισκογραφική εταιρεία που ίδρυσε ο ίδιος ο συνθέτης την ίδια χρονιά, προκειμένου να στεγάσει το λυρικό του έργο που είχε αρχίσει να δημιουργεί στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του '80. Η ίδια ηχογράφηση επανεκδόθηκε στη συνέχεια και από άλλες εταιρείες, όπως η CBS (1987), η Intuition (1998) και η FM Records (2002). Μάλιστα το 2007 η Legend έκανε μια εξαιρετικά επιμελημένη ψηφιακή επανέκδοση του έργου με πλούσιο και καλαίσθητο ένθετο, όπου φιλοξενείται και αναλυτικό κείμενο του Γιώργου Β. Μονεμβασίτη με σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τη δημιουργία του έργου.

Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου 2023

Οι Συμφωνίες του Μίκη: Συμφωνία αρ. 3 (Kitayenco, 1983)

Η 3η Συμφωνία του Μίκη Θεοδωράκη είναι ένα έργο γιγαντιαίων διαστάσεων, αφού ξεπερνάει σε διάρκεια τη μία ώρα (σε κάποιες εκτελέσεις φτάνει και τα 70 λεπτά), ακολουθώντας τα μεγάλα πρότυπα του συνθέτη, όπως η 9η Συμφωνία του Μπετόβεν, αλλά και οι Συμφωνίες του Μάλερ, όπως είδαμε άλλωστε και στην περίπτωση της 2ης Συμφωνίας του. 
Πρόκειται για σύνθεση γραμμένη για μεσόφωνο, χορωδία και ορχήστρα. Το έργο καταγράφεται σε δύο διαδοχικές γραφές. Η πρώτη γράφτηκε το 1980-81 στο Παρίσι, πρωτοεκτελέστηκε στις 29 Απριλίου 1982 στο Βερολίνο με τη συμμετοχή της Κωμικής Όπερας του Βερολίνου υπό τη διεύθυνση του Heinz Rogner κι εκδόθηκε σε δίσκο από τη Minos (1983), ενώ το 1992 ο συνθέτης επεξεργάστηκε σε δεύτερη γραφή το έργο δίνοντάς του την τελική μορφή, η οποία παρουσιάστηκε σε πρώτη εκτέλεση στις 11 Απριλίου 1993 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών υπό τη διεύθυνση του ίδιου. 
Όπως επισημαίνει ο μελετητής του Μίκη Θεοδωράκη Andreas Brandes, η 3η Συμφωνία αποτελεί έργο ζωής του συνθέτη, καθώς φαίνεται πως η πρώτη του επαφή με το ποίημα του Διονυσίου Σολωμού "Η τρελή μάνα", το οποίο αποτελεί τη κύρια πηγή έμπνευσής του, σημειώθηκε στα εφηβικά του ακόμη χρόνια που συνέπεσαν με την περίοδο της γερμανικής Κατοχής. Μέσα του η "μάνα" του Σολωμού ταυτίστηκε με την ίδια την Ελλάδα που πασχίζει να επιβιώσει ολόγυμνη μέσα στα ερείπια και τελικά κερδίζει τη ζωή, όπως φανερώνουν τα πανηγυρικά τύμπανα στο φινάλε του έργου. Πάντως τα νεανικά σκιρτήματα του συνθέτη δεν βρήκαν τότε το δρόμο μιας συγκροτημένης σύνθεσης και χρειάστηκε να περάσουν κάπου τέσσερις δεκαετίες, στην ωριμότητά του πια, για να δώσει σάρκα και οστά στη νεανική του ιδέα με την πρώτη γραφή της 3ης Συμφωνίας το 1981. 
Το έργο στη μορφή του αυτή ήταν δομημένο σε τρεις ενότητες, όλες βασισμένες στο ποίημα του Σολωμού, αλλά τελικά ο συνθέτης, φορτισμένος έντονα από το θάνατο του αγωνιστή Δημήτρη Δεσποτίδη* την ίδια εκείνη χρονιά, συνέθεσε επιπλέον ένα εξαίσιο λυρικό ιντερμέδιο που τελικά ενσωματώθηκε ως το 3ο μέρος της Συμφωνίας  διαπλέκοντας αρμονικά τους κατανυκτικούς βυζαντινούς ύμνους της Μ. Παρασκευής με στίχους από το ποίημα "Η πόλις" του Κ.Π. Καβάφη, στη μοναδική περίπτωση μέσα στο κολοσσιαίο έργο του που κατέφυγε στην ποίηση του Αλεξανδρινού ποιητή. Το μέρος αυτό αναμφισβήτητα αποτελεί μια από τις κορυφαίες μουσικές στιγμές στο σύνολο του έργου του μεγάλου συνθέτη! 
Με βάση λοιπόν τα παραπάνω, νομίζω πως δε θα ήταν άστοχο να ισχυριστεί κανείς ότι όλα αυτά τα μακροχρόνια διαδοχικά στάδια διαμόρφωσης του έργου μπορούν να παραλληλιστούν με τα τρία σχεδιάσματα των "Ελεύθερων Πολιορκημένων" του Διονυσίου Σολωμού, του ποιητή δηλαδή που ενέπνευσε τον συνθέτη για την 3η Συμφωνία
Όπως προαναφέραμε, το έργο γνώρισε πολλαπλές ηχογραφήσεις που εκδόθηκαν σε δίσκους για την ελληνική και διεθνή αγορά. Ο ίδιος ο Μίκης υπογράφει δύο δισκογραφημένες εκδοχές του έργου, αλλά η αρτιότερη όλων νομίζω πως είναι μια ηχογράφηση του 1983 με τη Συμφωνική Ορχήστρα και τη Χορωδία της Μόσχας υπό τη στιβαρή διεύθυνση του σημαντικού Σοβιετικού αρχιμουσικού Dimitri Kitayenco, η οποία κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το 1987 από την FM Records και το 2002 διανεμήθηκε από την εφημερίδα Ελευθεροτυπία, ενώ το 2004 επανεκδόθηκε από την Ολλανδική Weton.