Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2025

Παναγιώτης Ν. Βέης: Χωρίς πυξίδα (2025)

Με πολλή χαρά επανέρχομαι στον ερασιτέχνη Λέσβιο λογοτέχνη Παναγιώτη Ν. Βέη, ο οποίος γεννήθηκε στο χωριό Μανταμάδος το 1946, πέρασε τα νεανικά του χρόνια ταξιδευτής στα πελάγη και τελικά εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αυστραλία, όπου ζει έκτοτε με την οικογένειά του φροντίζοντας τακτικά (ανά διετία) να επισκέπτεται τη γενέθλια αιολική γη. 
Κλείνοντας τον εργασιακό κύκλο του βίου του ο Παναγιώτης Βέης αποφάσισε να καταγράψει τα έντονα βιώματα που κουβαλά από την ανήσυχη ζωή του και το αποτέλεσμα είναι μια θαυμάσια λογοτεχνική ανθοφορία που έχει αποφέρει ήδη κατά το διάστημα 2012-2023 πέντε συναρπαστικά μυθιστορήματα (Ως τα τριανταέξι μου, Από τα 36 έως τα 66, Αυτοί που φύγαν κι αυτοί που μείναν, Το φράγμα, Οι αγνοούμενοι).
Και ιδού φέτος που επανακάμπτει με ένα καινούργιο μυθιστόρημα, έκτο στη σειρά, απλωμένο σε 100 περίπου σελίδες, γραμμένο και πάλι πάνω στην ίδια βασική ιδέα, δηλαδή τις περιπέτειες ενός κεντρικού ήρωα που μοιάζει να αποτυπώνει τα προσωπικά του χαρακτηριστικά εμπλουτισμένα ωστόσο με έντονα μυθοπλαστικά στοιχεία. Τίτλος του έργου: Χωρίς πυξίδα. Εκδόθηκε πρόσφατα στη Μυτιλήνη και, όπως το συνηθίζει ο συγγραφέας, διανέμεται δωρεάν σε όποιον ενδιαφέρεται!
Το βιβλίο ξεκινάει με τη χαρακτηριστική προμετωπίδα: «Η ζωή συνήθως επιστρέφει ό,τι της έδωσες. Θερίζεις ό,τι σπέρνεις». Κι αυτή είναι η κεντρική ιδέα που διατρέχει το μυθιστόρημα, το οποίο αφηγείται τις περιπέτειες του Οδυσσέα (διόλου τυχαία η επιλογή του ονόματος), ενός άνδρα με ασταθή κι ευάλωτο χαρακτήρα και συγκεχυμένη ιδεολογική ταυτότητα που περνάει μέσα από ποικίλες μεταλλάξεις αρχών και αξιών φτάνοντας ως το έσχατο όριο ηθικής παρακμής στην Αμερική, όπου θα εμπλακεί σε οργανωμένο κύκλωμα διαφθοράς, αλλά και στα δίχτυα ενός ολέθριου έρωτα. Έτσι το βιβλίο με το δικό του τρόπο επαναλαμβάνει το σταθερό μοτίβο της περιπλάνησης που λανθάνει σχεδόν σε όλα τα έργα του συγγραφέα, κάτι σαν μια διαρκή «οδύσσεια» χωρίς όμως τον απαραίτητο «νόστον» στην άκρη του ατέρμονος ταξιδιού, αφού οι σταθερές συντεταγμένες του πάθους και της καταστροφής συνθέτουν έναν άδηλο προορισμό μέσα από το διαρκή φαύλο κύκλο της αδιέξοδης περιδίνησης. 
Το βιβλίο έχει και μια δεύτερη, ιδαίτερα ενδιαφέρουσα ενότητα που καταγράφει συμβάντα, μνήμες και στοχασμούς του συγγραφέα ως απόσταγμα σοφίας από τις πλούσιες εμπειρίες του βίου του. Το λέει κι ο ίδιος χαρακτηριστικά: «Σε κάθε μου βιβλίο αφιερώνω ένα δεύτερο μέρος, όπου προσπαθώ να εκφράσω την πικρία και την αγανάκτησή μου. Δεν ισχυρίζομαι πως δίνω τις απόλυτες απαντήσεις, μονάχα προτάσεις, απόψεις, προβληματισμούς. Γνωρίζω πως τα γεγονότα είναι πολύπλοκα, οι αλήθειες πολλαπλές. Δεν γράφω ως ιστορικός ούτε ως κοινωνιολόγος. Γράφω ως άνθρωπος που κουβαλά βιώματα, αισθήματα, στοχασμούς, ως ένας που διάβασε, ταξίδεψε, έζησε...».
Την επιμέλεια της έκδοσης και των κειμένων έκανε ο Λέσβιος φιλόλογος Δημήτρης Πατίλας, ο οποίος μάλιστα στο προλογικό του σημείωμα επιχειρεί μιαν άκρως διαφωτιστική ενδοσκόπηση της προσωπικότητας και της λογοτεχνικής ταυτότητας του Παναγιώτη Βέη.

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2025

Γιάννης Σπανός: Πλησιάζοντας τον Καβάφη (2013)

Το 2013 κυκλοφόρησε η τελευταία πρωτότυπη δισκογραφική εργασία του Γιάννη Σπανού που συγχρόνως αποτελεί και την τελευταί συνεργασία του με τον σημαντικό ερμηνευτή Μανώλη Μητσιά. Πρόκειται για μια δισκογραφική έκπληξη, αφού έχουμε να κάνουμε με μια ολοκληρωμένη μελοποιητική εργασία πάνω στην ποίηση του μεγάλου Αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Καβάφη (1867-1933) με τίτλο: Πλησιάζοντας τον Καβάφη
Έχει μακριά προϊστορία αυτή η δουλειά. Πάει πίσω ίσως και δυο δεκαετίες! Θυμάμαι που πολύ παλιά η Γιάννης Σπανός είχε προαναγγείλει ότι ετοίμαζε μια Τέταρτη Ανθολογία, αλλά με υλικό αποκλειστικά βασισμένο στο έργο του Καβάφη. Ο καιρός περνούσε, αλλά η δουλειά αυτή δεν εμφανιζόταν. Κατά καιρούς ο συνθέτης ανανέωνε τις προσδοκίες μας επιβεβαιώνοντας ότι η μελοποίηση συνεχιζόταν, χωρίς να έχει πάρει κάποια τελική μορφή. Και νά που επιτέλους ο δίσκος, χωρίς καμία προειδοποίηση, έκανε ξαφνικά την εμφάνισή του! 
Είχα ακούσει τότε το δίσκο απανωτά 3-4 φορές και η πρώτη μου αντίδραση ήταν ότι είχαμε έναν Σπανό 100%. Όχι όμως τον Σπανό των ποιητικών "Ανθολογιών", αλλά τον άλλο Σπανό, τον πιο γνωστό, πάντα μελωδικό βέβαια με τα υπέροχα περάσματα του πιάνου του. Το ύφος ανήκει στο είδος που θα το λέγαμε της έντεχνης λαϊκής μπαλάντας. Και είναι φανερό ότι ο συνθέτης δεν διακατέχεται από κανένα άγχος πρωτοτυπίας! Αυτό που ξέρει να κάνει καλά, αυτό μας δίνει και πάλι με τον πιο φροντισμένο τρόπο. Δεν αποτελεούσε προτεραιότητά του να εκφράσει το κλίμα της καβαφικής ποίησης, αν και η χρήση του μαντολίνου προσπαθεί να αποδώσει μιαν ατμόσφαιρα εποχής. Του ήταν αρκετό να μαστορέψει ωραίες μελωδίες που θα μπορούσαν να επενδύσουν εξίσου ταιριαστά κι ευχάριστα οποιουσδήποτε άλλους στίχους. Έτσι λοιπόν αυτή η δουλειά ξεχωρίζει εντελώς από τις προσεγγίσεις άλλων μουσικών στο δύσκολο ποιητικό λόγο του Αλεξανδρινού ποιητή, είτε θυμηθούμε την πρωτοπόρα αλλά βιαστική προσπάθεια του Γιάννη Γλέζου, είτε τη σπουδαία μελοποίηση του Θάνου Μικρούτσικου, είτε ακόμα τις νεότερες του Χρήστου Παρμενίδη, του Γιάννη Πετρίτση, του Δημήτρη Παπαδημητρίου και του Νίκου Μαμαγκάκη. 
Η αλήθεια είναι ότι ο Σπανός απέφυγε τα πιο αβανταδόρικα και πασίγνωστα ποιήματα και, με εξαίρεση 3-4 γνωστά, γενικά διάλεξε "δεύτερα" ποιήματα με κύριο γνώρισμα τον λυρισμό και την εσωστρέφεια της ερωτικής θεματολογίας τους, πράγμα που εμφανώς ταιριάζει καλύτερα στο μουσικό του ύφος. Ο δίσκος ακούγεται ευχάριστα και η προσεγμένη ενορχήστρωση του Γιώργου Παγιάτη συμβάλλει στο εύηχο αποτέλεσμα. Το σχέδιο του εξωφύλλου ανήκει στον Αλεξανδρινό χαράκτη Γιάννη Καφαλληνό (1894-1957).
Όλα τα τραγούδια ερμηνεύονται από την άφθαρτη φωνή του Μανώλη Μητσιά. Ο τραγουδιστής κινείται σε γνώριμα μουσικά μονοπάτια κι έτσι αντεπεξέρχεται με άνεση κι απόλυτα ελεγχόμενη ερμηνευτική επάρκεια. Κι όμως! Εδώ εντοπίζεται η βασική μου ένσταση. Θα προτιμούσα μια πιο καινούργια φωνή, λιγότερο γνωστή, μάλλον γυναικεία, για να μην είναι τόσο έντονη η αίσθηση της επιστροφής στο παρελθόν. Μπορεί και να κάνω λάθος. Πάντως ο Κώστας Γεωργουσόπουλος με το ένθετο σημείωμά του και πάντα μ' εκείνο τον στοχαστικό, αλλά ενίοτε υπερβολικό του λόγο, φροντίζει με συνοπτικές διαδικασίες να με διαψεύσει! Παραθέτω αυτούσιο το κείμενό του:
«Επί τέλους, να, που ο Καβάφης τραγουδιέται και δεν είναι ένα μουσικό συγκεχυμένο ακροβατικό γύμνασμα, μια διανοητική άσκηση ύφους και ένα μουσικό σόφισμα. Ο Γιάννης Σπανός γεννημένος μελωδός ανακάλυψε στα ερωτικά ποιήματα του Καβάφη την καταγωγική τους λυρική ρίζα: τη Σαπφώ, τον Ανακρέοντα, την «Παιδική μούσα» των τολμηρών Αλεξανδρινών επιγραμμάτων της Ελληνιστικής εποχής και τα ερωτικά δίστιχα του δημοτικού τραγουδιού. Συνάμα ο κοσμοπολίτης Καβάφης βρήκε στον Ελληνοπαρισινό Σπανό την απαραίτητη ατμόσφαιρα του. Τα σκοτεινά μπαρ της Νέας Ορλεάνης, τα καταγώγεια του λιμανιού με την Τζαζ αλλά και τα θλιμμένα ρεμπέτικα του υπαρξιακού πένθους. Οφείλουμε λοιπόν στον Γιάννη Σπανό, μετά τις «Ανθολογίες» του με τους μεγάλους «Ελάσσονες» ποιητές που τραγουδήσαμε την αποκατάσταση του Καβάφη στο «μαζί» του Ελληνικού ποιητικού γαλαξία. Από την άλλη ο Καβάφης για να τραγουδηθεί θέλει ιδανικές φωνές κι αγαπημένες και βρίσκω την ερμηνεία του Μανώλη Μητσιά ίσως την πλέον ώριμη της πλούσιας σε ποιοτικές επιλογές ορειβασίας του στην κορυφογραμμή της νεοελληνικής ιστορίας των λυρικών αποδόσεων. Μέγα μάθημα πώς η λέξη των ποιητών γίνεται ρυθμός και πως ο ρυθμός απογειώνεται σε μέλος και πως το μέλος σε αγωγή ψυχών».
Έχουν περάσει ήδη δώδεκα χρόνια από τότε. Ο χρόνος δυστυχώς δε δικαίωσε την αισιοδοξία του Γεωργουσόπουλου, καθώς ο δίσκος παραμένει άγνωστος στο μουσικόφιλο κοινό και ξεχασμένος στις πίσω σελίδες των δισκογραφικών καταλόγων. Κρίμα. Του άξιζε καλύτερη τύχη...

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2025

Γιάννης Σπανός: Στου καιρού τα ρέματα (1982)

Συμπληρώνονται σήμερα έξι χρόνια από το θάνατο του Γιάννη Σπανού (1934-2019), κορυφαίου συνθέτη της γενιάς του '60 και σπουδαίου πιανίστα και ενορχηστρωτή, από τους πιο χαρισματικούς μελωδιστές της ελληνικής μουσικής, ο οποίος μάλιστα ξεκίνησε την καριέρα του στη Γαλλία, ενώ από τα μέσα της δεκαετίας του '60 άρχισε να παρουσιάζει τραγούδια και στην Ελλάδα ενταγμένος στο δυναμικό της Lyra, όπου μάλιστα έγινε και ο κύριος εισηγητής του μουσικού ρεύματος του Νέου Κύματος.
Η πιο σταθερή και διαχρονική συνεργασία του συνθέτη υπήρξε αυτή με τον μεγάλο στιχουργό Λευτέρη Παπαδόπουλο, η οποία ξεκίνησε το 1969 με το θαυμάσιο κύκλο τραγουδιών Μια Κυριακή που σηματοδότησε τη «λαϊκή» στροφή του και συνεχίστηκε πολύ γόνιμα σε ολόκληρη τη δεκαετία του '70 με άλλες τρεις ολοκληρωμένες δουλειές (Το Σαββατόβραδο, Μέρες αγάπης, Οδός Αριστοτέλους), αλλά και μπόλικα σκόρπια τραγούδια με τις μεγαλύτερς φωνές του ελληνικού πενταγράμμου (Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Βίκυ Μοσχολιού, Δήμητρα Γαλάνη, Μανώλης Μητσιάς, Γιάννης Πουλόπουλος, Σταμάτης Κόκοτας, Γιάννης Πάριος, Γιάννης Καλατζής, Μαρινέλλα, Αρλέτα, Τόλης Βοσκόπουλος, Χάρις Αλεξίου, Γιώργος Νταλάρας, Αλέκα Κανελλίδου, Κώστας Καράλης και άλλοι). 
Η πολύ παραγωγική αυτή σύμπραξη θα ολοκληρώσει τη διαδρομή της με το άλμπουμ Στου καιρού τα ρέματα που εκδόθηκε από την ΕΜΙ το 1982 με αποκλειστικό ερμηνευτή τον Μανώλη Μητσιά. Εδώ θα πρέπει να σημειώσω ότι οι τρεις συντελεστές του δίσκου (συνθέτης, στιχουργός και ερμηνευτής) είχαν πρωτοσυναντηθεί ήδη από το 1970 στο δίσκο Το Σαββατόβραδο με τα τραγούδια «Το Μαρικάκι» και «Το φεγγάρι», αλλά η πρώτη ολοκληρωμένη συνεργασία τους θα έρθει με το δίσκο Στου καιρού τα ρέματα, ενώ συνθέτης και ερμηνευτής θα ξαναβρεθούν μαζί πολλά χρόνια αργότερα με τον κύκλο μελοποιημένης ποίησης Πλησιάζοντας τον Καβάφη (2013).
Ο δίσκος Στου καιρού τα ρέματα κινείται στο χώρο του λαϊκού τραγουδιού με ορθόδοξους λαϊκούς σκοπούς, που δεν αποτελούν ίσως την πιο αντιπροσωπευτική πλευρά της μελωδικής φύσης του συνθέτη, χωρίς πάντως αυτό να έχει σταθεί εμπόδιο, για να μας δώσει κατά καιρούς πολύ όμορφα λαϊκά τραγούδια που ακούστηκαν και τραγουδήθηκαν πολύ. Ο συγκεκριμένος δίσκος μοιάζει κάπως εκτός εποχής, καθώς η όλη ηχητική και στιχουργική του ατμόσφαιρα παραπέμπει στην κλασική εποχή του έντεχνου λαϊκού τραγουδιού που είχε μεγαλουργήσει κατά τη δεκαετία 1965-1975. Ο Μητσιάς ήταν από τους ελάχιστους πια καλλιτέχνες που μπήκαν στην καινούργια εποχή συνεχίζοντας την καλή αυτή παράδοση, την οποία υπερασπίστηκε για πολλά ακόμη χρόνια με τίμιο και αυθεντικό τρόπο. Ο δίσκος ανέδειξε κάποιες αξιόλογες επιτυχίες και μερικά όμορφα τραγούδια. Ξεχωρίζουν περισσότερο τα: "Πού να 'βρω ένα ζεϊμπέκικο", "Μάτια μου", "Επειδή σ' αγαπώ", "Στου καιρού τα ρέματα", "Ποτέ ξανά". Μια αξιοπρεπής δουλειά, χωρίς όμως τις γνωστές υψηλές πτήσεις του δημιουργού.

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2025

Μάνος Χατζιδάκις: Τα τραγούδια της αμαρτίας (1996)

Θα κλείσουμε αυτό το εορταστικό αφιέρωμα για τα εκατόχρονα του Μάνου Χατζιδάκι με την τελευταία εν ζωή πρωτότυπη δουλειά του που είναι ένας κύκλος μελοποιημένων ποιημάτων του εμβληματικού Θεσσαλονικιού ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου (1931-2020) με τίτλο Τα τραγούδια της αμαρτίας. Το αρχικό σχέδιο του συνθέτη ήταν να μελοποιήσει είκοσι ποιήματα, τελικά ολοκλήρωσε τα δεκαπέντε, αλλά δεν πρόλαβε να τα ενορχηστρώσει, αν και είχε ξεκινήσει τις πρόβες με τον Θεσσαλονικιό ερμηνευτή Ανδρέα Καρακότα, τον οποίο εκείνος ήταν ο πρώτος που του άνοιξε το δρόμο της δισκογραφίας το 1988 με το άλμπουμ Στο Σείριο υπάρχουνε παιδιά και ο οποίος τελικά τα ερμήνευσε στην επίσημη έκδοση του έργου το 1996, δυο χρόνια δηλαδή μετά το θάνατο του συνθέτη. 
Όπως μας εξηγούν στο ένθετο σημείωμα της έκδοσης οι παραγωγοί του δίσκου Νίκος Κυπουργός και Γιώργος Θεοφανόπουλος (γιος και κληρονόμος του συνθέτη), η ηχογράφηση έγινε στη λιτή μορφή της φωνής με συνοδεία πιάνου, αφού ο συνθέτης πρόλαβε να αφήσει απλώς κάποια πρώτα ενορχηστρωτικά σχεδιάσματα που δεν κρίθηκαν ικανά, για να αποτελέσουν τη βάση μιας ολοκληρωμένης ενορχηστρωτικής παρέμβασης. Στη μορφή αυτή το έργο περιλαμβάνει τα δεκαπέντε μελοποιημένα ποιήματα του Χριστιανόπουλου, από τα οποία το ένα («Τύψεις») ακούγεται και σε μια δεύτερη εγγραφή που είχε γίνει πρόχειρα στο σπίτι του συνθέτη με τη φωνή του ιδίου. Στο σώμα του έργου προστέθηκαν και δυο οργανικά μέρη για σόλο πιάνο, καθώς κι ένα μελοποιημένο ποίημα του Γιώργου Χρονά («Νεαρέ γιε του μπακάλη») που κινείται στην ίδια θεματική γραμμή του σκοτεινού κι ανομολόγητου έρωτα, όπως τόσο εύστοχα περιγράφεται από την αποστροφή του συνθέτη: «Η αμαρτία είναι βυζαντινή κι ο έρωτας αρχαίος». Η πιστή συνεργάτιδα του συνθέτη Ντόρα Μπακοπούλου ερμηνεύει τα μέρη του πιάνου, ενώ το εξώφυλλο κοσμείται με παλιότερη ζωγραφιά του Γιώργου Σταθόπουλου.
Αντί άλλων δικών μου σχολίων, νομίζω πως είναι πολύ κατατοπιστικό για το πνεύμα του έργου το ένθετο σημείωμα που υπογράφει ο ίδιος ο συνθέτης μ' εκείνο το σπινθηροβόλο και αποκαλυπτικό πνεύμα που τον διέκρινε:
«Μπαίνοντας στη Θεσσαλονίκη το '45, αργά το βράδυ της Μ. Πέμπτης είχε τελειώσει η λειτουργία και οι εκκλησίες άδειες, φωτισμένες ηχούσαν πένθιμα. Περπατούσα μόνος και θαμπωμένος - είπα από μέσα μου: «Θεέ μου, πόση αμαρτία πρέπει να περιέχει αυτή η πόλη για να 'χει τόσες εκκλησίες». Ο προσφερόμενος νεανικός έρωτας μετεμφυλιακά υπήρξε συγκλονιστικός. Η επιθυμία δεν είχε προσχήματα. Μόνο η ερωτική τελετουργία διατηρούσε μερικούς γοητευτικούς μυστικούς κώδικες με τους οποίους ολοκλήρωνε φαντασιώσεις, οράματα και τολμηρές προθέσεις. Η Θεσσαλονίκη είχε, τω καιρώ εκείνω, τρεις κοινωνικές τάξεις χωρίς μεγάλες αποστάσεις μεταξύ τους. Την αστική, την μικροαστική και τη λεγόμενη λαϊκή ή εργατική. Οι τάξεις αυτές είχαν μια ανομολόγητη έλξη ανάμεσα τους που εκδηλωνότανε με τον ομοφυλόφιλο ερωτισμό των παιδιών τους. Και οι διάφορες συνοικίες της Θεσσαλονίκης συνδέονταν η μια με την άλλη, με λεωφορεία και με νεανικές διαδρομές αναζητήσεων συντρόφων. Κι έτσι έγινα φανατικός λάτρης της πόλης και των αφανών κατοίκων της. Τα παλιά σπίτια, οι ατελείωτες συνοικίες, οι κεντρικοί μα και οι απόκεντροι δρόμοι της, λειτουργούσαν θρησκευτικά τον ερωτισμό των νεαρών κατοίκων της και την υπέροχη και τόσο προχωρημένη αταξική ερωτική συνείδηση τους. Συγχρόνως μου έγινε αντιληπτό πως ο αρχαίος έρωτας δεν έχει τόση αξία στον καιρό μας, δίχως αυτό το ανομολόγητο αίσθημα αμαρτίας κι ενοχής που μας παρέχει η βυζαντινή θρησκευτική κληρονομιά μας. Και όλ' αυτά επιχειρώ να τα συνθέσω, σε μια πολύχρωμη τοιχογραφία που περιέχει ποιήματα του Ντίνου Χριστιανόπουλου κι ένα του Γιώργου Χρονά, βυζαντινές υμνωδίες, λαϊκούς ρυθμούς και μια στρατιωτική μπάντα που να παίζει επίμονα το «Ειδύλλιο του Ζήγκφριντ» του Βάγκνερ. Το έργο αυτό το αφιερώνω σ' όσους μπορούν ακόμη να διαβρωθούν από τη Μουσική και το Τραγούδι».

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2025

Μάνος Χατζιδάκις: Τα άλλα «Νυχτερινά» με τον Τάσο Καρακατσάνη (ανέκδοτο)

Ας επιμείνουμε λίγο παραπάνω στη συνεργασία του Μάνου Χατζιδάκι με τον αφανή ήρωα της ελληνικής δισκογραφίας Τάσο Καρακατσάνη, αυτόν τον άοκνο ενορχηστρωτή και εξαίρετο πιανίστα, ο οποίος κρύβεται πίσω από δεκάδες (ίσως εκατοντάδες) δισκογραφικές εκδόσεις της δεκαετίας του '70 ως τα μέσα της επόμενης δεκαετίας, πριν αποφασίσει να στραφεί σχεδόν αποκλειστικά στη σύνθεση δικών έργων, κυρίως προορισμένων για το θέατρο, αρχής γενομένης το 1989 με το προσωπικό του άλμπουμ Καπέλα, αν και νωρίτερα είχαν ηχογραφηθεί και κάποια σκόρπια τραγούδια του. Στο ενεργητικό του λοιπόν καταγράφονται συνεργασίες με μια πληθώρα συνθετών και ερμηνευτών εντελώς ετερόκλητου μουσικού ύφους, όπως η Αρλέτα, η Μαρίζα Κωχ, ο Αργύρης Κουνάδης, ο Ηλίας Ανδριόπουλος, ο Μιχάλης Τερζής, ο Θωμάς Μπακαλάκος, αλλά και ο Νίκος Καρβέλας, ενώ η δική του υπογραφή συνοδεύει πολλές δισκογραφικές δουλειές σε δεύτερη εκτέλεση του Μίκη Θεοδωράκη και του Μάνου Χατζιδάκι, με κορυφαία φυσικά τα υπέροχα 30 Νυχτερινά (1983). 
Πριν από την κυκλοφορία λοιπόν του διπλού άλμπουμ 30 Νυχτερινά ο Τάσος Καρακατσάνης, ο οποίος είχε ήδη δουλέψει πάνω σε συνθέσεις του Μάνου Χατζιδάκι για λογαριασμό της δισκογραφικής εταιρείας Lyra, είχε αρχίσει να πειραματίζεται με τα τραγούδια του μεγάλου συνθέτη μεταγράφοντας τις μελωδίες τους χωρίς λόγια σε ορχηστρική μορφή. Υπάρχει μια πληθώρα τέτοιων ανέκδοτων μεταγραφών που λειτουργούν ως προπομπός της επίσημης έκδοσης του 1983, αλλά με μια ορχηστρική γραφή εντελώς διαφορετική από την τελική. Πρόκειται για μια εκδοχή πιο άγουρη και "λαϊκή", ας πούμε, χωρίς το πιάνο σε πρωταγωνιστικό ρόλο και χωρίς τον αέρινο και ατμοσφαιρικό ήχο των ξύλινων πνευστών που δίνουν το ξεχωριστό ηχόχρωμα των επίσημων «Νυχτερινών». Στην πραγματικότητα μάλιστα το ανεπίσημο αυτό υλικό διαφέρει σχεδόν ολοκληρωτικά από τα 30 επιλεγμένα τραγούδια των «Νυχτερινών», με εξαίρεση τέσσερα κοινά τραγούδια («Γαρίφαλο στ' αυτί», «Άστρο της Ανατολής», «Η παρθένα της γειτονιάς μου», «Στο Λαύριο γίνεται χορός»), αν και αυτό δεν έχει καμιά σημασία, αφού και οι τέσσερις αυτές κοινές μελωδίες έχουν τελείως διαφορετική ενορχήστρωση.

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2025

Μάνος Χατζιδάκις: 30 Νυχτερινά (1983)

Ως φυσική προέκταση του χθεσινού μας αφιερώματος στις οργανικές συνθέσεις του Μάνου Χατζιδάκι νομίζω πως αρμόζει απόλυτα η παρουσίαση άλλης μιας ολοκληρωμένης ορχηστρικής έκδοσης με μελωδίες του μεγάλου συνθέτη. 
Πρόκειται για το διπλό άλμπουμ 30 Νυχτερινά που κυκλοφόρησε το 1983 από την ΕΜΙ. Το υλικό της έκδοσης βασίζεται σε νέα ενορχήστρωση κλασικών μελωδιών από τραγούδια του συνθέτη μέσα από το σύνολο της μέχρι τότε συνθετικής του διαδρομής, δηλαδή από τα τέλη της δεκαετίας του '50 μέχρι το κλείσιμο της δεκαετίας του '70. Την ενορχήστρωση επιμελήθηκε ο πιανίστας και συνθέτης Τάσος Καρακατσάνης, πολυπράγμων ενορχηστρωτής και παλιός συνεργάτης του συνθέτη. 
Η αλήθεια είναι ότι ο μεγάλος συνθέτης δεν καλοδέχθηκε την πρόθεση της δισκογραφικής του εταιρείας για την παραγωγή του συγκεκριμένου δίσκου, πράγμα που αποτυπώνεται και στο ένθετο σημείωμά του, όπου χωρίς περιστροφές καταθέτει την αρνητική του διάθεση. Τελικά αποδέχθηκε την έκδοση του έργου και φαίνεται πως σ' αυτό έπαιξε ρόλο η ανάθεση της ενορχήστρωσης στον Τάσο Καρακατσάνη που τον απάλλαξε από τη δύσκολη αυτή ευθύνη, ενώ ο ίδιος περιορίστηκε στο ρόλο της διεύθυνσης της ορχήστρας. Μάλιστα η ενορχήστρωση φαίνεται ότι τον ικανοποίησε ιδιαίτερα και γιαυτό πρόθυμα δέχθηκε να παίξει το μέρος του πιάνου και να ομολογήσει τελικά ότι "τα 30 Νυχτερινά διαθέτουν ερωτική έλξη για κάθε νέο που βρίσκεται μακριά από τις κομματικές κονσέρβες περί έρωτος και περί μουσικής" προσθέτοντας με εμφανή περιπαικτική διάθεση: "Αφού οι Εσπερινοί υπήρξαν δεκαπέντε, τα Νυχτερινά δεν μπορούσαν παρά να είναι τριάντα κι αν θα υπάρξουν Πρωινά, με την ίδια λογική θα 'ναι σαρανταπέντε..."!
Να προσθέσω μόνο ότι στην ορχήστρα συμμετέχουν εκλεκτοί μουσικοί, μεταξύ των οποίων ο Παναγιώτης Δράκος (φλάουτο), ο Νίκος Γκίνος (κλαρινέτο), ο Κλαύδιος Σιελιέ (όμποε), ο Βασίλης Σκούρας (κόρνο), ο Σωκράτης Άνθης (τρομπέτα), η Στέλλα Κυπραίου (κιθάρα), ο Τάσος Καρακατσάνης (τσέμπαλο), ο Νίκος Τσεσμελής (κοντραμπάσο) και φυσικά ο Μάνος Χατζιδάκις (πιάνο).

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2025

100 Χρόνια Μάνος Χατζιδάκις: ΙV. Οργανική μουσική (1948-2023)

Ολοκληρώνουμε σήμερα το τετραπλό αυτό θεματικό αφιέρωμα στο πολυσήμαντο και πολυδιάστατο έργο του Μάνου Χατζιδάκι με μια πολυεπίπεδη ενότητα που της έδωσα τον γενικό και περιληπτικό τίτλο Οργανική μουσική. Το υλικό της είναι δομημένο σε τέσσερις μικρότερες ενότητες που φέρουν τους τίτλους: i. Μουσική για σόλο πιάνο, ii. Μουσική για οργανικά σύνολα, iii. Σπουδή στο ρεμπέτικο, iv. Τραγούδια για κλασική κιθάρα. Ας τις δούμε αναλυτικότερα:
Ι. ΜΟΥΣΙΚΗ ΓΙΑ ΣΟΛΟ ΠΙΑΝΟ: Εδώ έχουμε μια ανθολογία από τις μεγάλες πιανιστικές δημιουργίες του Μάνου Χατζιδάκι που τον απασχόλησαν συστηματικά κατά την πρώτη συνθετική του περίοδο. Η αρχή έγινε το 1948 με τη σουίτα για πιάνο «Για μια μικρή λευκή αχιβάδα», έργο 1, που εδώ ερμηνεύεται σε πρώτη εκτέλεση από τον πιανίστα Γιάννη Παπαδόπουλο σε ηχογράφηση του 1954. Το επόμενο πιανιστικό έργο του συνθέτη είναι το περίφημο «Το καταραμένο φίδι», έργο 6, σύνθεση του 1950, εδώ ερμηνευμένη από τον ίδιο τον συνθέτη από ηχογράφηση του 1958. Ακολουθούν οι συνθέσεις «Ιονική σουίτα», έργο 8, γραμμένο το 1953, αλλά σε μια πολύ νεότερη πρώτη εκτέλεση από τη Δανάη Καρά (1996), και «Ερημιά», έργο 10, γραμμένο το 1958 και παιγμένο από τον συνθέτη σε ηχογράφηση του 1960. Τέλος, έχουμε και δυο μέρη από το νεότερο έργο «Ρυθμολογία» (έργο 28) που γράφτηκε και ηχογραφήθηκε το 1971 με σολίστ τον συνθέτη.
ΙΙ. ΜΟΥΣΙΚΗ ΓΙΑ ΟΡΓΑΝΙΚΑ ΣΥΝΟΛΑ: Εδώ έχουμε μικρά δείγματα από δυο αριστουργηματικούς οργανικούς κύκλους του συνθέτη. Ο πρώτος με τίτλο «Δεκαπέντε Εσπερινοί» περιλαμβάνει διασκευές γνωστών τραγουδιών του για πιάνο και κουαρτέτο εγχόρδων και κυκλοφόρησε το 1964. Ο δεύτερος είναι το διάσημο «Χαμόγελο της Τζοκόντας», έργο 22, το οποίο ηχογραφήθηκε το 1965 στην Αμερική και περιλαμβάνει δέκα θεσπέσιες ορχηστρικές συνθέσεις συμφωνικών αποχρώσεων πάνω σε πρωτότυπα θέματα (εκτός από ένα μέρος).
ΙΙΙ. ΣΠΟΥΔΗ ΣΤΟ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ: Είναι γνωστή η βαθιά και διαχρονική σχέση του Μάνου Χατζιδάκι με το ρεμπέτικο τραγούδι, η οποία άλλωστε τεκμηριώνεται από τη συνεχή επιστροφή του στο συγκεκριμένο είδος τραγουδιού ήδη από τη δεκαετία του '40. Η σχέση αυτή απέφερε μια σειρά έργων βασισμένων στους θησαυρούς του λαϊκού αυτού είδους. Η αρχή έγινε το 1950 με το έργο «Έξι λαϊκές ζωγραφιές» για το Χορόδραμα της Ραλλούς Μάνου. Η πρώτη εκτέλεση του έργου με τον συνθέτη στο πιάνο εκδόθηκε σε δίσκο το 1959. Το 1962 ο συνθέτης μας έδωσε μια σπουδαία ορχηστρική μεταγραφή γνωστών ρεμπέτικων τραγουδιών με τίτλο «Πασχαλιές μέσα από τη νεκρή γη», ενώ επανέλαβε το ίδιο πείραμα και το 1974 με το έργο «Ο σκληρός Απρίλης του '45». Φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, πέρα από τις οργανικές αυτές προσαρμογές, ο συνθέτης μας έδωσε και δύο άλλα έργα για το ρεμπέτικο, αλλά αυτή τη φορά με λόγια και γιαυτό δεν ανθολογήθηκαν σ' αυτό το αφιέρωμα, δηλαδή τα «Λειτουργικά» (1971/1991) με τη Φλέρυ Νταντωνάκη και «Τα πέριξ» (1974) με τη Βούλα Σαββίδη.
IV. ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΓΙΑ ΚΛΑΣΙΚΗ ΚΙΘΑΡΑ: Εδώ έχουμε μια ανθολογία γνωστών τραγουδιών του συνθέτη εναρμονισμένων στα μέτρα της κλασικής κιθάρας που ερμηνεύουν σπουδαίοι κλασικοί κιθαριστές, κατά κανόνα μαθητές του Μάνου Χατζιδάκι. Συγκεκριμένα έχουμε επιλεγμένα μέρη από τους δίσκους: «Τετράδιο για κιθάρα» (1986) με τον Κώστα Γρηγορέα, «Μικρή αναφορά στον Μάνο Χατζιδάκι» (1996) με τον Γιώργο Μουλουδάκη, «Ένα τραγούδι για τον Μάνο» (1998) για δυο κιθάρες με τους Βαγγέλη Μπουντούνη και Μάρω Ραζή, «Manos Hadjidakis: Ballads» (2003) από τη σειρά «Cafe de l' Art» με το κιθαριστικό ντουέτο Νότης Μαυρουδής και Παναγιώτης Μάργαρης, «Ερωτική πολυρυθμία» (2004) για κιθάρα και μαντολίνο με τη Στέλλα Κυπραίου και τη Βιβή Γκέκα, και το πολύ πρόσφατο «Paper Moon» (2023) με την Έλενα Παπανδρέου.
Φυσικά ήταν αδύνατον να εξαντληθεί ολόκληρο το κεφάλαιο της οργανικής μουσικής του μεγάλου συνθέτη στα στενά όρια μιας τέτοιας ανθολογίας. Θυμίζω ότι όλες οι κινηματογραφικές του μουσικές είναι πλημμυρισμένες από ευφάνταστα οργανικά θέματα. Θυμίζω επίσης ότι το 1971 είχε εκδοθεί η εξολοκλήρου οργανική εκδοχή του κύκλου τραγουδιών Επιστροφή με την ωραία ενορχήστρωση του Δήμου Μούτση, ενώ αργότερα εκδόθηκαν διάφορες ορχηστρικές διασκευές τραγουδιών του, όπως τα Τριάντα νυχτερινά (1983) με ενορχήστρωση του Τάσου Καρακατσάνη, τα Δεκαπέντε εαρινά (1997) ενορχηστρωμένα από τον Γιώργο Κατσαρό και Η άλλη Αγορά (1999) με ενορχήστρωση του Νίκου Κυπουργού, καθώς και η τζαζ διασκευή Mano's (2011) από το κουιντέτο του Δημήτρη Καλατζή.

Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2025

100 Χρόνια Μάνος Χατζιδάκις: ΙΙΙ. Οι κύκλοι τραγουδιών (1965-1996)

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '60 ο Μάνος Χατζιδάκις είχε αφιερώσει σχεδόν αποκλειστικά το δημιουργικό του οίστρο στη μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο, φροντίζοντας πάντως να εμπλουτίζει τις συνθέσεις του με μπόλικα τραγούδια. Από τα μέσα ωστόσο της ίδιας δεκαετίας άρχισε να παρουσιάζει συγκροτημένους κύκλους τραγουδιών προορισμένους αποκλειστικά για τη δισκογραφία, χωρίς να εξυπηρετούν πλέον σκηνικές υποχρεώσεις. 
Η αρχή έγινε το 1965 με τον κύκλο Μυθολογία βασισμένο στην εμπνευσμένη ποιητική στιχουργική του Νίκου Γκάτσου, με το οποίο τις επόμενες δεκαετίες ο συνθέτης θα χτίσει ένα κολοσσιαίο έργο στη συγκεκριμένη φόρμα. Η δεύτερη εργασία του σ' αυτό το πεδίο ήρθε στα χρόνια της Αμερικής με τον αγγλόφωνο κύκλο τραγουδιών Reflections (1970) που ερμήνευσε το νεανικό ροκ σχήμα New York Rock & Roll Ensemble. Την ίδια περίοδο και εν απουσία του συνθέτη εκδόθηκαν δύο όμορφοι κύκλοι και πάλι σε στίχους του Νίκου Γκάτσου, πρώτα η Επιστροφή (1970) με ενορχήστρωση του Δήμου Μούτση κι αμέσως μετά το Της γης το χρυσάφι (1971) με ενορχήστρωση του Γιάννη Σπανού. 
Επιστρέφοντας πια το 1972 οριστικά στην Ελλάδα ο Μάνος Χατζιδάκις παρουσίασε την κορυφαία δουλειά του στη φόρμα του τραγουδιού, τον κύκλο μελοποιημένης ποίησης Ο Μεγάλος Ερωτικός, με τον οποίο σύστησε στο ελληνικό κοινό τη σπουδαία ερμηνεύτρια Φλέρυ Νταντωνάκη. Δυο χρόνια αργότερα μας έδωσε τον σημαντικό κύκλο Ο οδοιπόρος, το μεθυσμένο κορίτσι και ο Αλκιβιάδης, ενώ το 1976 είχαμε διπλή δισκογραφική δουλειά, δυο υψηλής έμπνευσης κύκλους τραγουδιών σε στίχους και πάλι του Νίκου Γκάτσου, τον «λαϊκό» κύκλο Αθανασία και τον «έντεχνο» Τα παράλογα. Στο δεύτερο από τους κύκλους αυτούς ο συνθέτης χρησιμοποίησε μεταξύ άλλων ως ερμηνευτή τον Μίκη Θεοδωράκη, ενώ εγκαινίασε και τη μακρόχρονη συνεργασία του με τη Μαρία Φαραντούρη, με τη φωνή της οποίας θα μας δώσει το 1980 το εμβληματικό έργο Η εποχή της Μελισσάνθης, αφού λίγο νωρίτερα είχε παρουσιάσει τον κύκλο Για την Ελένη στην πρώτη του εκδοχή, μιας και το έργο επανακυκλοφόρησε το 1985 σε νέα ενορχήστρωση και διαφορετικό ερμηνευτή. Μέσα στη δεκαετία του '80 είχαμε ακόμη τέσσερις πρωτότυπες δουλειές του συνθέτη, τους κύκλους Μπαλάντες της Οδού Αθηνάς (1983), Σκοτεινή μητέρα (1986), Χειμωνιάτικος ήλιος (1986/87) και Οι μύθοι μιας γυναίκας (1988). 
Η τελευταία πρωτότυπη δουλειά του συνθέτη στη φόρμα του τραγουδιού που αποτέλεσε και το κύκνειο συνθετικό του άσμα ήταν ο κύκλος Τα τραγούδια της αμαρτίας (1996) σε ποίηση του Ντίνου Χριστιανόπουλου. Το έργο αυτό κυκλοφόρησε δύο χρόνια μετά το θάνατο του συνθέτη, ο οποίος δεν πρόλαβε να τον επεξεργαστεί οριστικά και να τον ενορχηστρώσει και γιαυτό ηχογραφήθηκε στη λιτή φόρμα για φωνή και πιάνο με τη Ντόρα Μπακοπούλου στο πιάνο.
Η συγκεκριμένη ανθολογία σχηματίστηκε από χαρακτηριστικά τραγούδια όλων αυτών των ολοκληρωμένων κύκλων τραγουδιών του συνθέτη, όλα στην πρώτη τους εκτέλεση. Έχουν σταχυολογηθεί 24 τραγούδια από 17 κύκλους που κυκλοφόρησαν κατά το διάστημα 1965-1996. Τραγουδούν κατά χρονολογική σειρά οι: Γιώργος Ρωμανός, New York Rock & Roll Ensemble, Δήμητρα Γαλάνη, Μανώλης Μητσιάς, Φλέρυ Νταντωνάκη, Δημήτρης Ψαριανός, Γιάννης Δημητράς, Ευτύχιος Χατζηττοφής, Μαρία Φαραντούρη, Στέλιος Μαρκετάκης, Βασίλης Λέκκας, Νένα Βενετσάνου, Νάνα Μούσχουρη και Ανδρέας Καρακότας.

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2025

100 Χρόνια Μάνος Χατζιδάκις: ΙΙ. Μουσική για τον κινηματογράφο (1949-1970)

Αν η θεατρική μουσική του Μάνου Χατζιδάκι κρύβει τις καλύτερες μουσικές στιγμές του συνθέτη, η μουσική που έγραψε για την ελληνικό και διεθνή κινηματογράφο είναι αυτή που τον έκανε γνωστό στο ευρύτερο κοινό και του χάρισε σπουδαίες διακρίσεις με κορυφαία βέβαια την απονομή του όσκαρ τραγουδιού το 1961 για το λαϊκό τραγούδι «Τα παιδιά του Πειραιά» που έγινε παγκόσμιο σουξέ, πράγμα που μάλλον ενόχλησε τον συνθέτη θεωρώντας ότι όλη αυτή η λάμψη επισκίαζε την πραγματική του μουσική δημιουργία! 
Πάντως ο Μάνος Χατζιδάκις υπηρέτησε με συνέπεια και σοβαρότητα τη συνοδευτική αυτή λειτουργία της μουσικής του για τη μεγάλη οθόνη, αφού άλλωστε στάθηκε και η κυριότερη πηγή βιοπορισμού του. Βρέθηκε μάλιστα στο χώρο αυτό από τα πρώτα συνθετικά του βήματα στα μέσα της δεκαετίας του '40, αφού η πρώτη ταινία με δική του μουσική ήταν το κοινωνικό δράμα «Αδούλωτοι σκλάβοι» (1946), όπου ακούστηκε και το πρώτο (ανέκδοτο) κινηματογραφικό του τραγούδι («Αυγή») ερμηνευμένο από την ηθοποιό Ιωάννα Άλβα. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '70 η εντατική ενασχόληση του συνθέτη με τον κινηματογράφο απέδωσε μια πληθώρα μουσικών συνθέσεων για τη μεγάλη οθόνη εμπλουτισμένων με πάμπολλα κοσμαγάπητα τραγούδια. Χαρακτηριστικό είναι ότι στα τέλη της δεκαετίας του '50 είχε φτάσει να γράφει μουσική μέχρι και σε εννέα ταινίες το χρόνο! Συνήθως τα τραγούδια αυτών των ταινιών τα ερμήνευαν οι πρωταγωνιστές τους (Σοφία Βέμπο, Μελίνα Μερκούρη, Τζένη Καρέζη, Βασίλης Αυλωνίτης, Νάνα Μούσχουρη, Αλίκη Βουγιουκλάκη, Δημήτρης Χορν κ.ά.), αλλά δεν είναι και λίγα τα τραγούδια που αυτονομήθηκαν από τις ταινίες και δισκογραφήθηκαν με φωνές γνωστών ερμηνευτών που τα έκαναν μεγάλες επιτυχίες, όπως η η Μαίρη Λω, η Μαίρη Λίντα, ο Λάκης Παππάς, η Φλέρυ Νταντωνάκη και άλλοι.
Ένα από τα πρώτα τραγούδια που έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν το υπέροχο αργό χασάπικο «Ήρθε Βοριάς, ήρθε Νοτιάς», το οποίο γράφτηκε στα χρόνια της Κατοχής (1943) με τη φιλοδοξία να το ερμηνεύσει η θρυλική Lale Andersen, αλλά τελικά πρωτοακούστηκε στην ταινία «Δυο κόσμοι» (1949) από την ηθοποιό Ίντα Χριστινάκη, ενώ δισκογραφήθηκε πολλά χρόνια αργότερα με τη φωνή της Νίκης Καμπά από τη θεατρική παράσταση «Μαγική πόλις» (1963). Οι πρώτες μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες του συνθέτη συνδέονται με τις ταινίες «Στέλλα» (1955) του Μιχάλη Κακογιάννη και «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» (1955) του Αλέκου Σακελλάριου, οι οποίες ήταν πλημμυρισμένες με λαϊκά τραγούδια, ανάμεσα στα οποία και το κλασικό «Αγάπη που 'γινες δίκοπο μαχαίρι» ερμηνευμένο αξεπέραστα από τη Μελίνα Μερκούρη. Στη συνέχεια ο Μάνος Χατζιδάκις είχε μια μακρόχρονη και ιδιαίτερα παραγωγική συνεργασία με τον σκηνοθέτη και στιχουργό Αλέκο Σακελλάριο και την κοσμαγάπητη πρωταγωνίστρια Αλίκη Βουγιουκλάκη, για τη φωνή της οποία έγραψε δεκάδες ανάλαφρα, αλλά πολύ όμορφα και μελωδικά τραγούδια που ερμήνευσε η ίδια με το γνωστό ερμηνευτικό της μπρίο. Το 1960 ήρθε η στιγμή της διεθνούς καταξίωσης του συνθέτη με τη μουσική του για την ταινία «Never on Sunday» του Ζιλ Ντασέν και πρωταγωνίστρια και ερμηνεύτρια πάλι τη Μελίνα Μερκούρη. Κάπου εκεί ξεκινάει και παράλληλη διεθνής κινηματογραφική καριέρα του συνθέτη που απέφερε σημαντικές στιγμές, όπως οι ταινίες «Traumland der Sehnsucht» (Ελλάς η χώρα των ονείρων, 1960) του Wolgang Muller-Sehn, «The 300 Spartans» (1961) του Rudolph Mate, «In the Cool of the Day» (1963) του Robert Stevens, «America America» (1963) του Elia Kazan, «Topkapi» (1964) του Ζιλ Ντασέν, «Steps» (1966) του Leonard Hirschfield, «Blue» (1968) του Silvio Narizzano, «The Heroes» (The Invincible Six, 1969) του Jean Negulesco, «The Martlet's Tale» (1970) του John Crowther, «The Pedestrian» (1973) του Maximilian Schell, «Sweet Movie» (1974) του Dusan Makavejev και «Memed My Hawk» (1984) του Peter Ustinov. 
Η συγκεκριμένη ανθολογία από το κινηματογραφικό έργο του Μάνου Χατζιδάκι περιλαμβάνει 27 συνολικά μέρη, τραγούδια και οργανικά θέματα, παρμένα από 24 ταινίες, ελληνικές και ξένες, της περιόδου 1949-1970. Τα περισσότερα τραγούδια προέρχονται από ανεξάρτητες δισκογραφικές κυκλοφορίες, κατά κανόνα με διαφορετικό ερμηνευτή από αυτόν που τα ερμήνευε στην αντίστοιχη ταινία. Ξεχωρίζουν οι εκφραστικές ερμηνείες της Σοφίας Βέμπο, Μελίνας Μερκούρη, της Νάνας Μούσχουρη, της Μαίρης Λίντα, του Δημήτρη Χορν και φυσικά του σπουδαίου Αμερικανού ερμηνευτή Nat King Cole (ερμηνεύει στα αγγλικά το τραγούδι «Κάνε τον πόνο σου χαρά»), αλλά και του Shawn Philips που είναι ο πρώτος ερμηνευτής (στα αγγλικά) της εξαίσιας «Μπαλάντας (των αισθήσεων και παραισθήσεων)», πολλά χρόνια πριν την κάνει πασίγνωστη στο ελληνικό κοινό ο Βασίλης Λέκκας (αλλά και ο Γιώργος Νταλάρας) από τον θεατρικό κύκλο «Πορνογραφία» (1982). Αξίζει επίσης να σταθούμε στο οργανικό θέμα «Scherzo» που σταχυολόγησα από την ταινία γουέστερν «Blue» (1968), για την οποία ο συνθέτης έγραψε ένα θαυμάσιο συμφωνικό έργο σε φόρμα σουίτας concertante για κλασική κιθάρα και ορχήστρα. Μάλιστα κιθάρα παίζει ο διάσημος σολίστ Laurindo Almeida.