Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2025

Στράτος Διονυσίου: Αξέχαστες επιτυχίες, αρ.2 (1983)

Συμπληρώνονται σήμερα 90 χρόνια από τη γέννηση ενός εμβληματικού λαϊκού ερμηνευτή της γενιάς του '60, του Στράτου Διονυσίου (1935-1990), ο οποίος γεννήθηκε στη Νιγρίτα Σερρών στις 8 Νοεμβρίου 1935, έζησε τα παιδικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη, ενώ στα τέλη της δεκαετίας του '50, όταν άρχισε δειλά δειλά να ηχογραφεί τα πρώτα του τραγούδια, αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Αθήνα, όπου και έζησε ως το πρόωρο τέλος του βίου του. 
Ο Στράτος Διονυσίου ανήκει στην πρώτη επιγονική γενιά που διαδέχθηκε τη γενιά του Μπιθικώτση, του Καζαντζίδη και του Γαβαλά, συνοδοιπόρος του Μανώλη Αγγελόπουλου, του Μιχάλη Μενιδιάτη, του Μπάμπη Τσετίνη, του Γιώργου Χατζηαντωνίου και άλλων σημαντικών λαϊκών φωνών που ανδρώθηκαν στα χρόνια του '60. Πρόλαβε όλους τους μεγάλους δημιουργούς του αυθεντικού λαϊκού στην ακμή τους και μπόρεσε έτσι να χτίσει ένα στιβαρό ρεπερτόριο χωρίς να διστάζει να συμμετέχει και σε πάμπολλες ηχογραφήσεις με επανεκτελέσεις ρεμπέτικων τραγουδιών. Η πρώτη μεγάλη στιγμή πάντως της καριέρας του ήρθε στο κλείσιμο της δεκαετίας του '60 με το κλασικό ζεϊμπέκικο του Μίμη Πλέσσα «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου» που - μαζί με μια σειρά ωραίων τραγουδιών του Άκη Πάνου στο διάστημα 1967-1972 - εκτόξευσε το όνομά του στην κορυφή του ελληνικού πενταγράμμου και του άνοιξε το πεδίο της δισκογραφίας για μια σειρά πολύ πετυχημένων προσωπικών δίσκων που τον οδήγησαν στις πρώτες θέσεις των εμπορικότερων ερμηνευτών. 
Η ΕΜΙ Columbia, τιμώντας τον μεγάλο ερμηνευτή που ανήκε από την αρχή της καριέρας του στις τάξεις της, φρόντισε κατά τη διετία 1982-1983 να εκδώσει δύο διπλά άλμπουμ - ενταγμένα στη μεγάλη σειρά της εταιρείας με γενικό τίτλο Αξέχαστες επιτυχίες - με μια ευρεία ανθολόγηση τραγουδιών του από την εικοσάχρονη ήδη λαμπρή του διαδρομή ως το 1979, λίγο πριν ο τραγουδιστής μεταπηδήσει στην αντίπαλη εταιρεία της Minos. Το πρώτο άλμπουμ της σειράς το έχουμε δει παλιότερα στο Δισκοβόλο, οπότε σήμερα θα σταθούμε στο δεύτερο που κυκλοφόρησε το 1983, αρχικά σε διπλό αναλογικό δίσκο με 30 συνολικά τραγούδια, τα οποία όμως - κατά τη συνήθη τακτική της εταιρείας - στην ψηφιακή έκδοση περιορίστηκαν στα 20, προκειμένου να χωρέσουν σε μονό ψηφιακό δίσκο.
Αν το πρώτο άλμπουμ περιλάμβανε τα μεγάλα σουξέ και τα γνωστότερα τραγούδια του Στράτου Διονυσίου, το δεύτερο είναι αφιερωμένο στα «δεύτερα» τραγούδια του, αυτά που έμειναν στη σκιά των μεγάλων του επιτυχιών. Τα περισσότερα προέρχονται από δίσκους 45 στροφών ηχογραφημένους στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '60, σε πρώτη, αλλά και σε δεύτερη εκτέλεση. Φέρουν τις υπογραφές μεγάλων λαϊκών δημιουργών είτε της παλιότερης γενιάς από την εποχή του ρεμπέτικου, όπως ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Γιώργος Μητσάκης και ο Μανώλης Χιώτης, είτε της γενιάς του μετέπειτα κλασικού λαϊκού τραγουδιού, όπως ο Θόδωρος Δερβενιώτης, ο Μπάμπης Μπακάλης, ο Γιάννης Καραμπεσίνης, ο Βασίλης Καραπατάκης και ο Αντώνης Ρεπάνης

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2025

Στέφανος Κόκκαλης, Αλέκα Κανελλίδου: Μάθε ν' αγαπάς και τα ξαναλέμε (2008)

Μιας και προχθές ασχοληθήκαμε με το άλμπουμ Γούρι που αποτελεί την πρώτη δισκογραφική δουλειά του συνθέτη και λογοτέχνη Στέφανου Κόκκαλη, θα ήθελα σήμερα να επανέλθω στον ίδιο δημιουργό, για να δούμε και τη δεύτερη δισκογραφική του κατάθεση που έμελλε να είναι και η τελευταία μέχρι σήμερα. Πρόκειται για τον κύκλο τραγουδιών Μάθε ν' αγαπάς και τα ξαναλέμε που κυκλοφόρησε το 2008 από τη Lyra.
Το ξεχωριστό ενδιαφέρον του δίσκου είναι η παρουσία της Αλέκας Κανελλίδου, μιας σπουδαίας ερμηνεύτριας της γενιάς του '60 που ξεκίνησε με τζαζ ρεπερτόριο και συνέχισε στο χώρο της ερωτικής μπαλάντας και του ελαφρολαϊκού τραγουδιού αφήνοντας στο διάβα της πολλά όμορφα τραγούδια μέσα από εκλεκτές συνεργασίες με συνθέτες, όπως ο Γιάννης Σπανός, ο Γιώργος Κατσαρός, η Νινή Ζαχά, ο Αλέξης Παπαδημητρίου, ο Γιώργος Χατζηνάσιος, ο Σπύρος Βλασσόπουλος, ο Μάριος Τόκας, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας και άλλοι. Το 2002 είχε κυκλοφορήσει η αμέσως προηγούμενη προσωπική της δουλειά («Άργησες») και κάπου εκεί φάνηκε να αποσύρεται από το προσκήνιο, αλλά η συνάντησή της με τον Στέφανο Κόκκαλη της έδωσε μια τελευταία αναλαμπή κι έκτοτε δεν είχε δώσει σημεία ζωής, μέχρι την πολύ πρόσφατη συμμετοχή της με ένα τραγούδι στον καινούργιο δίσκο της Λένας Πλάτωνος «9 στο φως» (2025).
Αθόρυβη και διακριτική σε όλη τη μουσική της διαδρομή διαθέτοντας μια υπέροχη φωνή με έντονα αισθαντικό έως και αισθησιακό ηχόχρωμα η Αλέκα Κανελλίδου βρήκε στα τραγούδια του Στέφανου Κόκκαλη μια καλή ευκαιρία να ολοκληρώσει με τον πιο αξιοπρεπή τρόπο τη μεγάλη της καριέρα. Τα τραγούδια αυτού του δίσκου απέχουν πολύ σε σχέση με το ύφος της προηγούμενης δουλειάς του συνθέτη, καθώς κινούνται σε χαμηλόφωνους τόνους με εμφανείς τζαζ αποχρώσεις, έστω κι αν δε λείπουν και κάποιες λαϊκές στιγμές σε ρυθμούς ζεϊμπέκικου («Ο νόμος της αγάπης») ή χασάπικου («Κάνει κρύο») που μάλλον ηχούν εκτός κλίματος
Τα περισσότερα τραγούδια του άλμπουμ έχουν στίχους του Γιώργου Κρητικού, ενώ δύο τραγούδια υπογράφει στιχουργικά ο Κώστας Βαξεβάνης (ο γνωστός δημοσιογράφος) κι ένα ο Βασίλης Μυριανθόπουλος. Την ατμοσφαιρική ενορχήστρωση επιμελήθηκε ο Δημήτρης Μπαμπαγάλας. Ο Σωτήρης Λεμονίδης παίζει πιάνο, ο Μανώλης Λούτας μπάσο, ο Σπύρος Γκούμας μπουζούκι, ο Δημήτρης Τσάκας σαξόφωνο και ο Δημήτρης Μπαρμπαγάλας κιθάρες.

Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2025

Πέτρος Γαϊτάνος: Γυάλινος δρομέας (1992)

Στη χθεσινή παρουσίαση του άλμπουμ Πες μου παραμύθια (1993) σταθήκαμε στη φαινομενικά αταίριαστη σύμπραξη του Γιάννη Σπανού με τον νεότερο τραγουδοποιό Παντελή Θαλασσινό. Ωστόσο η συνάντηση αυτή είχε και προηγούμενο, αφού ένα χρόνο νωρίτερα τους βρίσκουμε και πάλι μαζί ανάμεσα σε μια πλειάδα άλλων δημιουργών που συμμετέχουν στο δίσκο Γυάλινος δρομέας (Polydor, 1992), δεύτερο προσωπικό του Πέτρου Γαϊτάνου.
Ο καλός ερμηνευτής Πέτρος Γαϊτάνος, ταυτισμένος σχεδόν ολοκληρωτικά με την εκκλησιαστική δισκογραφία, είχε κάνει την πρώτη εμφάνισή του το 1990 με το άλμπουμ Το δίλημμα του Σταμάτη Σπανουδάκη, ενώ ο Γυάλινος δρομέας υπήρξε η αμέσως επόμενη προσωπική του δουλειά, για να ακολουθήσει μερικά χρόνια αργότερα η μεγάλη του στιγμή, όταν η συνεργασία του με τον Μίκη Θεοδωράκη θα αποφέρει την Πολιτεία Δ' (1996). 
Tο άλμπουμ Γυάλινος δρομέας περιλαμβάνει ένδεκα καλογραμμένα τραγούδια, από τα οποία τα δύο έχουν μουσική του Γιάννη Σπανού, τρία του Παντελή Θαλασσινού, δύο του Αντώνη Μιτζέλου, δύο του Γιώργου Θεοφάνους κι από ένα της Αρλέτας και του ίδιου του Πέτρου Γαϊτάνου. Οι στίχοι ανήκουν στους Μάνο ελευθερίου, Ηλία Κατσούλη, Κυριάκο Ντούμο, Λίνα Νικολακοπούλου, Αργύρη Χατζηνάκη, Ηρώ Τριγώνη και Κώστα Ασμανίδη. Την ενορχήστρωση έκανε ο Γιάννης Ιωάννου, ο οποίος διηύθυνε και την ορχήστρα, με εξαίρεση τα δυο τραγούδια του Θεοφάνους που τα ενορχήστρωσε ο ίδιος. Μπουζούκι παίζει ο Δημήτρης Μαργιολάς, κιθάρα ο Κώστας Νικολόπουλος, πιάνο ο Γιάννης Ιωαάννου και ο Γιώργος Θεοφάνους και μπάσο ο Γιώργος Γριτζόπουλος. Στα φωνητικά συμμετέχουν οι Κατερίνα Αδαμαντίδου, Ράνια Διζικιρίκη, Γιάννης και Βαγγέλης Βαφήνης.
Αν πρέπει να ξεχωρίσουμε κάποια από τα τραγούδια του άλμπουμ, προσωπικά θα διάλεγα κυρίως τρία: «Και με παίρνουν τα κλάματα» (του Γιάννη Σπανού), «Με σημάδεψες» (της Αρλέτας) και «Το κάστρο το παλιό» (του Παντελή Θαλασσινού). Το τραγούδι μάλιστα της Αρλέτας σε δεύτερη (και ωραιότερη) εκτέλεση το ερμήνευσε και η ίδια στο κύκνειο δισκογραφικό της άλμπουμ Και πάλι χαίρετε (2009).

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2025

Νικόλας Μητσοβολέας: Πες μου παραμύθια (1993)

Και μιας και σταθήκαμε χθες στην τελευταία εν ζωή προσωπική δουλειά του ερμηνευτή Νικόλα Μητσοβολέα (Γούρι, 1996), αξίζει τον κόπο να πάμε λίγο πιο πίσω και να δούμε την αμέσως προηγούμενη δουλειά του με τίτλο Πες μου παραμύθια που κυκλοφόρησε το 1993 από τη Lyra. Πρόκειται για έναν ενδιαφέροντα κύκλο δώδεκα λαϊκών τραγουδιών γραμμένων εξ ημισείας (έξι τραγούδια ο καθένας) από τους συνθέτες Γιάννη Σπανό και Παντελή Θαλασσινό
Ο Γιάννης Σπανός βέβαια δε χρειάζεται συστάσεις, καθώς ήταν ήδη καταξιωμένος εκείνη την εποχή ως μια εμβληματική μουσική προσωπικότητα που αποτελούσε τιμή για κάθε ερμηνευτή να βρεθεί μαζί του και να προσθέσει στο προσωπικό του ρεπερτόριο δικά του τραγούδια. Ο συνθέτης βρισκόταν ακόμη σε πλήρη δημιουργική ακμή, καθώς την ίδια χρονιά είχε γράψει κι έναν ολόκληρο δίσκο για τον Δημήτρη Μητροπάνο. Από την άλλη μεριά, ο Παντελής Θαλασσινός βρισκόταν ακόμη στο πρώτο του ξεκίνημα μετά την αυτονόμησή του από το συγκρότημα Λαθρεπιβάτες, έχοντας μόλις παρουσιάσει μερικά δικά του τραγούδια για λογαριασμό του Πέτρου Γαϊτάνου στο δίσκο του Γυάλινος δρομέας (1992), λίγο πριν ξεκινήσει να εκδίδει ολοκληρωμένες προσωπικές δουλειές κάνοντας την αρχή με το άλμπουμ Νύχτας κύματα (1995).
Παρά τη διαφορά μουσικού ύφους μεταξύ των δύο δημιουργών το υλικό παρουσιάζει μια ομοιογένεια χάρις την ενορχηστρωτική φροντίδα του Γιάννη Ιωάννου, αλλά και την παρουσία κοινών στιχουργών που γεφυρώνουν αρμονικά τις δυο πλευρές, όπως ο Ηλίας Κατσούλης με τρία τραγούδια για κάθε συνθέτη, αλλά και ο Μάνος Ελευθερίου. Από ένα τραγούδι έγραψαν επίσης οι στιχουργοί Τάκης Καρνάτσος και Σπύρος Λημνιάτης, ενώ ένα τραγούδι έχει στίχους του ίδιου του Θαλασσινού, ο οποίος μάλιστα το ερμηνεύει από κοινού με τον Μητσοβολέα.
Στην ορχήστρα συμμετέχουν μεταξύ άλλων και οι μουσικοί: Γιάννης Ιωάννου (πιάνο, ακορντεόν, συνθεσάιζερ), Δημήτρης Μαριολάς (μπουζούκι, μπαγλαμάς, τζουράς, μαντολίνο) και Αντώνης Μιτζέλος (κιθάρα). Στις δεύτερες φωνές είναι η Αθηνά Χονδράκη και η Λίλη Ριτσώνη.

Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2025

Στέφανος Κόκκαλης, Νικόλας Μητσοβολέας: Γούρι (1996)

Συμπληρώνεται σήμερα ένας χρόνος από την πρόωρη αποδημία του εκλεκτού στιχουργού και ποιητή Ισαάκ Σούση (1962-2024), ενός πολύ ιδιαίτερου δημιουργού που μας έχει δώσει στα λίγα χρόνια της ενεργού δράσης του (από τα μέσα της δεκαετίας του '90 και δώθε) πάμπολλα όμορφα τραγούδια που πέρασαν στα χείλη του κόσμου και τραγουδήθηκαν πολύ, έστω κι αν ελάχιστοι γνώριζαν το δημιουργό τους. Ευρηματικός στίχος με έντονο κοινωνικό προσανατολισμό και επίμονη λογοπαικτική και ανατρεπτική διάθεση μέσα από ένα λόγο με υποδόριο πολιτικό φορτίο. 
Ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας ήταν ο συνθέτης που συνδέθηκε στενότερα μαζί του με μια σειρά σπουδαίων τραγουδιών, όπως: «Ο Νότος», «Ένας Τούρκος στο Παρίσι», «Ο παλιός στρατιώτης», «Εφάπαξ», «Έτσι κι αλλιώς», «Έλα ψυχούλα μου», «Στην αγάπη είμαι Κνίτης», «Κουνουπάκι», «Λέω να την κάνω σιγά σιγά», «Πυθία», «Ήρωες με καρμπόν» και πολλά άλλα. Συνεργάστηκε επίσης με αρκετούς ακόμη εκλεκτούς δημιουργούς, όπως ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Μίνως Μάτσας, ο Λάκης Παπαδόπουλος, ο Γιώργος Καζαντζής, ο Σωκράτης Μάλαμας και ο Γιάννης Ζουγανέλης, με τον οποίο μας έδωσε το κύκνειο άσμα του το 2023 με το άλμπουμ Μαύρος μαρκαδόρος.
Από τους πρώτους πρώτους ερμηνευτές των τραγουδιών του Ισαάκ Σούση ήταν ο επίσης πρόωρα χαμένος τραγουδιστής Νικόλας Μητσοβολέας (1947-1998) με τον κύκλο τραγουδιών Γούρι που κυκλοφόρησε το 1996 κι έμελλε να είναι κι η τελευταία δουλειά του αξιόλογου αυτού μανιάτη ερμηνευτή που μας είχε συστήσει το 1980 ο Μιχάλης Τερζής με τα Μανιάτικα. Το άλμπουμ Γούρι περιλαμβάνει δώδεκα λαϊκά τραγούδια σε μουσική του τότε πρωτοεμφανιζόμενου συνθέτη και λογοτέχνη Στέφανου Κόκκαλη (γενν. 1967). Ο Ισαάκ Σούσης υπογράφει τέσσερα από τα τραγούδια του δίσκου, ενώ τα υπόλοιπα είναι γραμμένα από τους στιχουργούς Ηλία Κατσούλη, ο Σπύρο Λημνιάτη, ο Βαγγέλη Βελώνια και η Εριάννα Βόρλα. Την ενορχήστρωση και διεύθυνση της ορχήστρας είχε ο Μιχάλης Νικολούδης, ο οποίος συμμετέχει και ως μουσικός παίζοντας πλήκτρα, κιθάρες και μαντολίνο, ενώ ο Μανώλης Καραντίνης παίζει μπουζούκι, μπαγλαμά, τζουρά και ούτι, ο Φαίδων Λιονουδάκης ακορντεόν και ο Πέτρος Ταμπούρης κανονάκι.

Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2025

Με αφορμή τη «Μυγδαλιά» του Δημήτρη Σιμιτσή

Ολοκληρώνουμε σήμερα αυτό το άτυπο λεσβιακό τρίπτυχο που ξεκίνησε προχθές με το καινούργιο βιβλίο του ντόπιου συγγραφέα Παναγιώτη Ν. Βέη, συνεχίστηκε χθες με το μικρό αφιέρωμα στη συμπλήρωση 114 χρόνων από τη γέννηση του Οδυσσέα Ελύτη, για να κλείσει ο κύκλος αυτός με έναν άλλο Λέσβιο ποιητή που μπορεί να μην έχει την αίγλη και την παγκόσμια καταξίωση του νομπελίστα ομολόγου του, αλλά αποτελεί χωρίς αμφιβολία μια πολύ ενδιαφέρουσα και πηγαία ποιητική φωνή που χαίρει της εκτίμησης τουλάχιστον της τοπικής κοινωνίας.
Ο λόγος για τον ερασιτέχνη ποιητή Δημήτρη Σιμιτσή, γεννημένο στη Μυτιλήνη το 1934, έναν αυτοδημιούργητο εραστή του λόγου, άνθρωπο του καθημερινού μόχθου με την καθάρια ματιά απέναντι στη ζωή και τους ανθρώπους που στάθηκαν η πηγή της έμπνευσής του. Το λέει κι ο ίδιος με το δικό του τρόπο σε ένα από τα ποιήματα της συλλογής «Εικοστός πρώτος αιώνας» (Μυτιλήνη, 2002): «Έχω την πίστη μέσα μου κρυφήν ελπίδα στο Θεό / σεμνά τραγούδια έγραψα και τους φτωχούς υμνούσα / κι ας ήτανε κι η αφορμή μες στο σκοτάδι να βρεθώ / πάντα μου είχα δύναμη και τα κακά σκορπούσα». Με την αυθόρμητη έμπνευση του άδολου μαχητή της ζωής και την πηγαία του γραφή μάς έχει δώσει ως τώρα έξι ποιητικές συλλογές («Μόχθος και ιδρώτας Α», «Μόχθος και ιδρώτας Β», «Δεύτερη όψη», «Δέκα εντολές», «Εικοστός αιώνας», «Εικοστός πρώτος αιώνας») και δυο πεζογραφήματα («Δεύτερη όψη του τρελού», «Πετούλιας») από το 1977 που έκανε την πρώτη επίσημη εμφάνισή του στα γράμματα.
Την ειδικότερη αφορμή για τη δεύτερη αυτή αναφορά μας στον λαϊκό Λέσβιο ποιητή την έδωσε ένα χαρακτηριστικό ποίημά του με τίτλο «Η μυγδαλιά». Το ποίημα αυτό μελοποίησε ο επίσης Λέσβιος λόγιος συνθέτης Παράσχος Μανιάτης και το παρουσίασε, μαζί με το ποίημα «Ο τσολιάς» (δηλαδή ο Θεόφιλος), στη μεγάλη συναυλία που έδωσε στις 8 Νοεμβρίου 2012 στο Δημοτικό Θέατρο της Μυτιλήνης στο πλαίσιο του εορτασμού για τη συμπλήρωση ενός αιώνα ελεύθερης Λέσβου από τον τουρκικό ζυγό. Το τραγούδι ερμήνευσε η σοπράνο της Λυρικής Σκηνής Ελισάβετ Αθανασοπούλου, ενώ την ορχήστρα διηύθυνε ο συνθέτης. 
Ο πηγαίος και ανεπιτήδευτος λόγος του Δημήτρη Σιμιτσή μορφοποιημένος σε έμμετρο ομοιοκατάληκτο στίχο, καταφέρνει να αποδώσει εύστοχα το θέμα του μέσα από έναν μυστικό «μονόλογο» με την ανθισμένη μυγδαλιά της αυλής του που γίνεται η αφορμή για στοχαστικούς διαλογισμούς με συμβολικές βιωματικές αυτοαναφορές. Το ποίημα κωδικοποιεί σε μεγάλο βαθμό όλον τον ποιητικό κόσμο του Σιμιτσή, τον οποίο ο παλιός και έγκριτος κριτικός της λογοτεχνίας μας Γιώργος Βαλέτας (1907-1989), επίσης Λέσβιος, δε δίστασε να τον αποκαλέσει λαϊκό βάρδο επαινώντας την «προχωρημένη στιχουργική μαστοριά» του ποιητή με τη βαθιά ανθρώπινη ευαισθησία που αναβλύζει απευθείας από τις πιο καθάριες τρεχούμενες πηγές, ενώ ο Λέσβιος συγγραφέας Κώστας Μίσσιος έκανε λόγο για «έναν ολιγογράφο εργάτη με πλούσιο συναισθηματικό κόσμο, ταξική συνείδηση και ποιητικό ταλέντο». 
Ιδού το ποίημα στην πλήρη του μορφή, καθώς και το βίντεο με το απόσπασμα της συναυλίας, όπου ακούγεται ζωντανά στη μελοποιημένη του μορφή:

Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2025

Ο Οδυσσέας Ελύτης διαβάζει το «Άξιον Εστί» (1965)

Από τον Οδυσσέα του Λέσβιου συγγραφέα Παναγιώτη Βέη περνάμε σήμερα στον μεγάλο Οδυσσέα της αιολικής γης, τον κορυφαίο νομπελίστα ποιητή μας Οδυσσέα Ελύτη (1911-1996), ο οποίος ήρθε στη ζωή σαν σήμερα, πριν από 114 χρόνια, στο Ηράκλειο της Κρήτης από Λέσβιους γονείς, για να αναδειχθεί σε μια από τις πιο εμβληματικές πνευματικές μορφές της νεότερης Ελλάδας, μέλος της περίφημης Γενιάς του '30 με έργο βαρυσήμαντο και πολυδιαβασμένο. Μάλιστα ο Οδυσσέας Ελύτης ανήκει στους δημοφιλέστερους ποιητές μεταξύ των Ελλήνων συνθετών, αφού το έργο του γνώρισε και συνεχίζει να γνωρίζει αλλεπάλληλες μελοποιήσεις που το έκαναν ευκολότερα κτήμα και του απλού κόσμου, με κορωνίδα φυσικά την αριστουργηματική μελοποίηση του «Άξιον Εστί» από τον Μίκη Θεοδωράκη το 1964, έργο που έχει γνωρίσει και πάμπολλες νεότερες επανεκτελέσεις από κορυφαίους Έλληνες ερμηνευτές.
Στο πλαίσιο της σημαντικής δισκογραφικής σειράς Ελληνικά Ποιήματα που εγκαινίασε το 1964 η νεοσύστατη τότε δισκογραφική εταιρεία Lyra του Αλέκου Πατσιφά κάτω από την ειδική ετικέτα Διόνυσος, εκδόθηκε το 1965 ο δεύτερος δίσκος με απαγγελίες ποιημάτων του Οδυσσέα Ελύτη με τη φωνή του ίδιου του ποιητή. Ο δίσκος έχει τίτλο: Ο Ελύτης διαβάζει Ελύτη, αρ. 2 «Το Άξιον Εστί». Ο ποιητής διαβάζει μέρη του έργου και συγκεκριμένα το πρώτο («Η γένεσις») και το τρίτο μέρος («Δοξαστικόν» ή «Άξιον Εστί») παραλείποντας το κύριο σώμα του έργου («Τα πάθη»). Η ανάγνωσή του είναι μάλλον επίπεδη και αυστηρή χωρίς τους αναγκαίους φωνητικούς κυματισμούς που θα ανταποκρίνονταν στις κυμαινόμενες εντάσεις του κειμένου. Είναι μια ανάγνωση της «παλιάς σχολής», η οποία με τα χρόνια παραχώρησε τη θέση της σε πιο εκφραστικές αποδόσεις τέτοιων δυνατών κειμένων, αν και ήδη πριν από τον ποιητή είχε δώσει το μέτρο της ορθής ανάγνωσης ένας Μάνος Κατράκης και μάλιστα με το ίδιο έργο!
Θυμίζω ότι ο πρώτος δίσκος με αναγνώσεις του Οδυσσέα Ελύτη είχε κυκλοφορήσει την προηγούμενη χρονιά και περιλάμβανε τα έργα: «Επτά νυχτερινά επτάστιχα» και «Έξι και μία τύψεις για τον ουρανό». Μάλιστα την ανάγνωση συνόδευε μουσική υπόκρουση του συνθέτη Αργύρη Κουνάδη, ενώ στον παρόντα δίσκο ο ποιητής διαβάζει χωρίς μουσική συνοδεία.

Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2025

Παναγιώτης Ν. Βέης: Χωρίς πυξίδα (2025)

Με πολλή χαρά επανέρχομαι στον ερασιτέχνη Λέσβιο λογοτέχνη Παναγιώτη Ν. Βέη, ο οποίος γεννήθηκε στο χωριό Μανταμάδος το 1946, πέρασε τα νεανικά του χρόνια ταξιδευτής στα πελάγη και τελικά εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αυστραλία, όπου ζει έκτοτε με την οικογένειά του φροντίζοντας τακτικά (ανά διετία) να επισκέπτεται τη γενέθλια αιολική γη. 
Κλείνοντας τον εργασιακό κύκλο του βίου του ο Παναγιώτης Βέης αποφάσισε να καταγράψει τα έντονα βιώματα που κουβαλά από την ανήσυχη ζωή του και το αποτέλεσμα είναι μια θαυμάσια λογοτεχνική ανθοφορία που έχει αποφέρει ήδη κατά το διάστημα 2012-2023 πέντε συναρπαστικά μυθιστορήματα (Ως τα τριανταέξι μου, Από τα 36 έως τα 66, Αυτοί που φύγαν κι αυτοί που μείναν, Το φράγμα, Οι αγνοούμενοι).
Και ιδού φέτος που επανακάμπτει με ένα καινούργιο μυθιστόρημα, έκτο στη σειρά, απλωμένο σε 100 περίπου σελίδες, γραμμένο και πάλι πάνω στην ίδια βασική ιδέα, δηλαδή τις περιπέτειες ενός κεντρικού ήρωα που μοιάζει να αποτυπώνει τα προσωπικά του χαρακτηριστικά εμπλουτισμένα ωστόσο με έντονα μυθοπλαστικά στοιχεία. Τίτλος του έργου: Χωρίς πυξίδα. Εκδόθηκε πρόσφατα στη Μυτιλήνη και, όπως το συνηθίζει ο συγγραφέας, διανέμεται δωρεάν σε όποιον ενδιαφέρεται!
Το βιβλίο ξεκινάει με τη χαρακτηριστική προμετωπίδα: «Η ζωή συνήθως επιστρέφει ό,τι της έδωσες. Θερίζεις ό,τι σπέρνεις». Κι αυτή είναι η κεντρική ιδέα που διατρέχει το μυθιστόρημα, το οποίο αφηγείται τις περιπέτειες του Οδυσσέα (διόλου τυχαία η επιλογή του ονόματος), ενός άνδρα με ασταθή κι ευάλωτο χαρακτήρα και συγκεχυμένη ιδεολογική ταυτότητα που περνάει μέσα από ποικίλες μεταλλάξεις αρχών και αξιών φτάνοντας ως το έσχατο όριο ηθικής παρακμής στην Αμερική, όπου θα εμπλακεί σε οργανωμένο κύκλωμα διαφθοράς, αλλά και στα δίχτυα ενός ολέθριου έρωτα. Έτσι το βιβλίο με το δικό του τρόπο επαναλαμβάνει το σταθερό μοτίβο της περιπλάνησης που λανθάνει σχεδόν σε όλα τα έργα του συγγραφέα, κάτι σαν μια διαρκή «οδύσσεια» χωρίς όμως τον απαραίτητο «νόστον» στην άκρη του ατέρμονος ταξιδιού, αφού οι σταθερές συντεταγμένες του πάθους και της καταστροφής συνθέτουν έναν άδηλο προορισμό μέσα από το διαρκή φαύλο κύκλο της αδιέξοδης περιδίνησης. 
Το βιβλίο έχει και μια δεύτερη, ιδαίτερα ενδιαφέρουσα ενότητα που καταγράφει συμβάντα, μνήμες και στοχασμούς του συγγραφέα ως απόσταγμα σοφίας από τις πλούσιες εμπειρίες του βίου του. Το λέει κι ο ίδιος χαρακτηριστικά: «Σε κάθε μου βιβλίο αφιερώνω ένα δεύτερο μέρος, όπου προσπαθώ να εκφράσω την πικρία και την αγανάκτησή μου. Δεν ισχυρίζομαι πως δίνω τις απόλυτες απαντήσεις, μονάχα προτάσεις, απόψεις, προβληματισμούς. Γνωρίζω πως τα γεγονότα είναι πολύπλοκα, οι αλήθειες πολλαπλές. Δεν γράφω ως ιστορικός ούτε ως κοινωνιολόγος. Γράφω ως άνθρωπος που κουβαλά βιώματα, αισθήματα, στοχασμούς, ως ένας που διάβασε, ταξίδεψε, έζησε...».
Την επιμέλεια της έκδοσης και των κειμένων έκανε ο Λέσβιος φιλόλογος Δημήτρης Πατίλας, ο οποίος μάλιστα στο προλογικό του σημείωμα επιχειρεί μιαν άκρως διαφωτιστική ενδοσκόπηση της προσωπικότητας και της λογοτεχνικής ταυτότητας του Παναγιώτη Βέη.

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2025

Γιάννης Σπανός: Πλησιάζοντας τον Καβάφη (2013)

Το 2013 κυκλοφόρησε η τελευταία πρωτότυπη δισκογραφική εργασία του Γιάννη Σπανού που συγχρόνως αποτελεί και την τελευταί συνεργασία του με τον σημαντικό ερμηνευτή Μανώλη Μητσιά. Πρόκειται για μια δισκογραφική έκπληξη, αφού έχουμε να κάνουμε με μια ολοκληρωμένη μελοποιητική εργασία πάνω στην ποίηση του μεγάλου Αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Καβάφη (1867-1933) με τίτλο: Πλησιάζοντας τον Καβάφη
Έχει μακριά προϊστορία αυτή η δουλειά. Πάει πίσω ίσως και δυο δεκαετίες! Θυμάμαι που πολύ παλιά η Γιάννης Σπανός είχε προαναγγείλει ότι ετοίμαζε μια Τέταρτη Ανθολογία, αλλά με υλικό αποκλειστικά βασισμένο στο έργο του Καβάφη. Ο καιρός περνούσε, αλλά η δουλειά αυτή δεν εμφανιζόταν. Κατά καιρούς ο συνθέτης ανανέωνε τις προσδοκίες μας επιβεβαιώνοντας ότι η μελοποίηση συνεχιζόταν, χωρίς να έχει πάρει κάποια τελική μορφή. Και νά που επιτέλους ο δίσκος, χωρίς καμία προειδοποίηση, έκανε ξαφνικά την εμφάνισή του! 
Είχα ακούσει τότε το δίσκο απανωτά 3-4 φορές και η πρώτη μου αντίδραση ήταν ότι είχαμε έναν Σπανό 100%. Όχι όμως τον Σπανό των ποιητικών "Ανθολογιών", αλλά τον άλλο Σπανό, τον πιο γνωστό, πάντα μελωδικό βέβαια με τα υπέροχα περάσματα του πιάνου του. Το ύφος ανήκει στο είδος που θα το λέγαμε της έντεχνης λαϊκής μπαλάντας. Και είναι φανερό ότι ο συνθέτης δεν διακατέχεται από κανένα άγχος πρωτοτυπίας! Αυτό που ξέρει να κάνει καλά, αυτό μας δίνει και πάλι με τον πιο φροντισμένο τρόπο. Δεν αποτελεούσε προτεραιότητά του να εκφράσει το κλίμα της καβαφικής ποίησης, αν και η χρήση του μαντολίνου προσπαθεί να αποδώσει μιαν ατμόσφαιρα εποχής. Του ήταν αρκετό να μαστορέψει ωραίες μελωδίες που θα μπορούσαν να επενδύσουν εξίσου ταιριαστά κι ευχάριστα οποιουσδήποτε άλλους στίχους. Έτσι λοιπόν αυτή η δουλειά ξεχωρίζει εντελώς από τις προσεγγίσεις άλλων μουσικών στο δύσκολο ποιητικό λόγο του Αλεξανδρινού ποιητή, είτε θυμηθούμε την πρωτοπόρα αλλά βιαστική προσπάθεια του Γιάννη Γλέζου, είτε τη σπουδαία μελοποίηση του Θάνου Μικρούτσικου, είτε ακόμα τις νεότερες του Χρήστου Παρμενίδη, του Γιάννη Πετρίτση, του Δημήτρη Παπαδημητρίου και του Νίκου Μαμαγκάκη. 
Η αλήθεια είναι ότι ο Σπανός απέφυγε τα πιο αβανταδόρικα και πασίγνωστα ποιήματα και, με εξαίρεση 3-4 γνωστά, γενικά διάλεξε "δεύτερα" ποιήματα με κύριο γνώρισμα τον λυρισμό και την εσωστρέφεια της ερωτικής θεματολογίας τους, πράγμα που εμφανώς ταιριάζει καλύτερα στο μουσικό του ύφος. Ο δίσκος ακούγεται ευχάριστα και η προσεγμένη ενορχήστρωση του Γιώργου Παγιάτη συμβάλλει στο εύηχο αποτέλεσμα. Το σχέδιο του εξωφύλλου ανήκει στον Αλεξανδρινό χαράκτη Γιάννη Καφαλληνό (1894-1957).
Όλα τα τραγούδια ερμηνεύονται από την άφθαρτη φωνή του Μανώλη Μητσιά. Ο τραγουδιστής κινείται σε γνώριμα μουσικά μονοπάτια κι έτσι αντεπεξέρχεται με άνεση κι απόλυτα ελεγχόμενη ερμηνευτική επάρκεια. Κι όμως! Εδώ εντοπίζεται η βασική μου ένσταση. Θα προτιμούσα μια πιο καινούργια φωνή, λιγότερο γνωστή, μάλλον γυναικεία, για να μην είναι τόσο έντονη η αίσθηση της επιστροφής στο παρελθόν. Μπορεί και να κάνω λάθος. Πάντως ο Κώστας Γεωργουσόπουλος με το ένθετο σημείωμά του και πάντα μ' εκείνο τον στοχαστικό, αλλά ενίοτε υπερβολικό του λόγο, φροντίζει με συνοπτικές διαδικασίες να με διαψεύσει! Παραθέτω αυτούσιο το κείμενό του:
«Επί τέλους, να, που ο Καβάφης τραγουδιέται και δεν είναι ένα μουσικό συγκεχυμένο ακροβατικό γύμνασμα, μια διανοητική άσκηση ύφους και ένα μουσικό σόφισμα. Ο Γιάννης Σπανός γεννημένος μελωδός ανακάλυψε στα ερωτικά ποιήματα του Καβάφη την καταγωγική τους λυρική ρίζα: τη Σαπφώ, τον Ανακρέοντα, την «Παιδική μούσα» των τολμηρών Αλεξανδρινών επιγραμμάτων της Ελληνιστικής εποχής και τα ερωτικά δίστιχα του δημοτικού τραγουδιού. Συνάμα ο κοσμοπολίτης Καβάφης βρήκε στον Ελληνοπαρισινό Σπανό την απαραίτητη ατμόσφαιρα του. Τα σκοτεινά μπαρ της Νέας Ορλεάνης, τα καταγώγεια του λιμανιού με την Τζαζ αλλά και τα θλιμμένα ρεμπέτικα του υπαρξιακού πένθους. Οφείλουμε λοιπόν στον Γιάννη Σπανό, μετά τις «Ανθολογίες» του με τους μεγάλους «Ελάσσονες» ποιητές που τραγουδήσαμε την αποκατάσταση του Καβάφη στο «μαζί» του Ελληνικού ποιητικού γαλαξία. Από την άλλη ο Καβάφης για να τραγουδηθεί θέλει ιδανικές φωνές κι αγαπημένες και βρίσκω την ερμηνεία του Μανώλη Μητσιά ίσως την πλέον ώριμη της πλούσιας σε ποιοτικές επιλογές ορειβασίας του στην κορυφογραμμή της νεοελληνικής ιστορίας των λυρικών αποδόσεων. Μέγα μάθημα πώς η λέξη των ποιητών γίνεται ρυθμός και πως ο ρυθμός απογειώνεται σε μέλος και πως το μέλος σε αγωγή ψυχών».
Έχουν περάσει ήδη δώδεκα χρόνια από τότε. Ο χρόνος δυστυχώς δε δικαίωσε την αισιοδοξία του Γεωργουσόπουλου, καθώς ο δίσκος παραμένει άγνωστος στο μουσικόφιλο κοινό και ξεχασμένος στις πίσω σελίδες των δισκογραφικών καταλόγων. Κρίμα. Του άξιζε καλύτερη τύχη...