Η «Μουσική Πράξη στον Μπρεχτ», το κορυφαίο - νομίζω - έργο του Θάνου Μικρούτσικου, χαρακτηρίζεται ως σύνθεση για 2 φωνές, 2 κλαρινέτα, ομάδα ηθοποιών και φωτεινές διαφάνειες. Γράφτηκε στο διάστημα 1972-1977. Στην πλήρη του μορφή παρουσιάστηκε στην αίθουσα του Φιλοπρόοδου Ομίλου Υμηττού στις 16 Γενάρη 1978. Στη συνέχεια πέρασε σε πολλούς άλλους χώρους της Αθήνας και της υπόλοιπης Ελλάδας αποσπώντας ενθουσιώδεις κριτικές, ιδιαίτερα μάλιστα από ανθρώπους του χώρου, όπως ο Μάνος Χατζιδάκις, ο οποίος σημείωνε για το έργο και τον νέο – τότε – συνθέτη:
"Ο Μικρούτσικος έρχεται στον χώρο με ένα τεράστιο πολιτικό κλίμα από πίσω του και το εκπροσωπεί αυτό το σύγχρονο κλίμα μουσικά. Το εκπροσωπεί με πολύ γερά στοιχεία. Όχι επιπόλαια. Δεν έφτιαξε απλώς μια όμορφη μελωδία. Είναι ήδη ένας ποταμός πού κουβαλάει στην κοίτη του πολύ σπουδαία πράγματα! Με εντυπωσίασε πάρα πολύ το κοντσέρτο του στην Πινακοθήκη! Είχε στιγμές εξαιρετικής δυνάμεως. Κατάλαβα ότι είχα να κάνω με ένα πρόσωπο πρωτογενές".
Στη δισκογραφημένη του εκδοχή βέβαια καταγράφεται μόνο το μουσικό μέρος του όλου εγχειρήματος κι αυτό όχι πλήρες. Ειδικότερα, περιλαμβάνονται οκτώ μελοποιημένα ποιήματα και τρία οργανικά μέρη. Τα ποιήματα ανήκουν στον κορυφαίο Γερμανό ποιητή και θεατρικό συγγραφέα Bertolt Brecht (1898-1956) που συχνά απoτέλεσε πηγή έμπνευσης για τους Έλληνες συνθέτες με πρώτο διδάξαντα τον Μάνο Χατζιδάκι στον περίφημο "Κύκλο με την κιμωλία" (1956).
Η ελληνική απόδοση των κειμένων έγινε από τον Μάριο Πλωρίτη, τον Πέτρο Μάρκαρη και την Αγγέλα Βερυκοκάκη. Το απόλυτα αφαιρετικό οργανικό μέρος λειτουργεί άλλοτε ως τρίο για πιάνο και δύο κλαρινέτα κι άλλοτε ως ντούο για δύο κλαρινέτα ή και σόλο για πιάνο. Καθεμιά από τις εκδοχές αυτές διαμορφώνει πρωτότυπους και συναρπαστικούς ηχοχρωματισμούς που αντλούν στοιχεία από το χώρο της λόγιας και τζαζ μουσικής, αλλά και από το μεσοπολεμικό γερμανικό τραγούδι των μεγάλων συνθετών Kurt Weill και Hanns Eisler, οι οποίοι βέβαια αποτελούν και τα μουσικά πρότυπα του συνθέτη για το συγκεκριμένο έργο. Το εναρκτήριο τραγούδι «Άννα μην κλαις», αφιερωμένο από τον συνθέτη στη Μελίνα Μερκούρη, είναι ίσως το συγκλονιστικότερο τραγούδι που έγραψε ποτέ ο συνθέτης, εφάμιλλο των εμβληματικών τραγουδιών των δύο μεγάλων Γερμανών ομολόγων του, οι οποίοι άλλωστε υπήρξαν και συνοδοιπόροι της τέχνης του Μπρεχτ.
Μεγάλη αποκάλυψη του δίσκου είναι ο βασικός ερμηνευτής του έργου, ο Γιάννης Κούτρας, ένα χρόνο πριν γίνει γνωστός στο πανελλήνιο με τον «Σταυρό του Νότου». Ο δεύτερος ερμηνευτής του έργου είναι ο ίδιος ο συνθέτης, που, παρά την μάλλον κακή του άρθρωση, αποδίδει εδώ πολύ εκφραστικά τα μέρη που ερμηνεύει μόνος ή σε διφωνία με τον Γιάννη Κούτρα.
Τα οργανικά μέρη αποτελούν αυτοσχεδιαστικές συνθέσεις για δύο κλαρινέτα με πλάγιες αναφορές στις μελωδίες των τραγουδιών. Τα ερμηνεύουν οι σπουδαίοι κλαρινετίστες Ηλίας Κολοβός και Γιώργος Καραγιάννης. Στο πιάνο ο ίδιος ο Θάνος Μικρούτσικος με εντυπωσιακή δεξιοτεχνική άνεση, ώστε ο μεγάλος μουσικολόγος Φοίβος Ανωγιανάκης να μιλήσει για "υπόδειγμα μουσικής διεύθυνσης, τέλειου συντονισμού και θαυμάσιας πιανιστικής ηχητικής". Τα αφηγηματικά μέρη αποδίδει ο σκηνοθέτης Γιάννης Μαργαρίτης.
(c) LP | Lyra | 1978 | πηγή: d58
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου