Ο τρίτος δίσκος της σειράς "Πρώτη Εκτέλεση" που εξέδωσε το 1965 η Columbia ήταν αφιερωμένος στον Σταύρο Ξαρχάκο που εξαρχής θεωρήθηκε ο φυσικός διάδοχος των δύο πρωτοπόρων του λεγόμενου "έντεχνου" τραγουδιού μας, δηλαδή του Μίκη Θεοδωράκη και του Μάνου Χατζιδάκι, και γιαυτό από το ξεκίνημα της συνθετικής του καριέρας η εταιρία τον πρόβαλε ως τη νέα μεγάλη δύναμη του τραγουδιού μας, πράγμα που ο νεαρός τότε συνθέτης επιβεβαίωσε πανηγυρικά, καθώς μέσα σε 2-3 χρόνια παρουσίασε κολοσσιαίο έργο με αριστουργηματικά τραγούδια, αλλά και μουσικές συνθέσεις που σχεδόν αποκλειστικά είχαν για αφετηρία τους το θέατρο και τον κινηματογράφο.
Χωρίς αμφιβολία το πορτρέτο του Ξαρχάκου μπορεί να χαρακτηριστεί πολύ πιο αντιπροσωπευτικό συγκριτικά με το αντίστοιχο του Θεοδωράκη ή ακόμη και του Χατζιδάκι. Εν μέρει βέβαια αυτό είναι και λογικό, καθώς το έργο των δύο μεγάλων πρωτοπόρων ήταν ήδη τεράστιο σε σχέση με το έργο του Ξαρχάκου που μόλις τότε είχε αρχίσει να οικοδομείται.
Το 1962 ήταν το έτος της πρώτης εμφάνισης του Ξαρχάκου στα μουσικά μας πράγματα κι αυτό έγινε μέσω της σκηνικής μουσικής που αποδείχθηκε και το προνομιακό του πεδίο. Εκείνη τη χρονιά λοιπόν έγραψε μουσική για την ιστορική θεατρική παράσταση "Κόκκινα φανάρια" του Αλέκου Γαλανού και παράλληλα για τις κινηματογραφικές ταινίες "Ο τρίτος δρόμος" και "Ταξίδι". Σ' αυτές τις τρεις συνεργασίες του λοιπόν καταγράφονται και τα πρώτα του τραγούδια. Από τα "Κόκκινα φανάρια" έχει ανθολογηθεί το τραγούδι "Τι να την κάνεις τη ζωή" με ερμηνεύτρια την Πόλυ Πάνου, ενώ από το "Ταξίδι" η τρυφερή λαϊκή μπαλάντα "Τα δάκρυά μου είναι καυτά" σε στίχους του Βαγγέλη Γκούφα με ερμηνεύτρια τη Ζωή Φυτούση.
Την επόμενη χρονιά τα "Κόκκινα φανάρια" μεταφέρθηκαν με μεγάλη επιτυχία και στον κινηματογράφο με σκηνοθέτη τον Βασίλη Γεωργιάδη που ζήτησε από τον Ξαρχάκο να γράψει μερικά ακόμη τραγούδια, για να προκύψουν έτσι τα δύο αξεπέραστα λαϊκά αριστουργήματα του συνθέτη και τα πρώτα πρώτα τραγούδια σε στίχους του μεγάλου στιχουργού Λευτέρη Παπαδόπουλου. Μιλώ φυσικά για την "Άπονη ζωή" και τη "Φτωχολογιά" που ερμήνευσε συγκλονιστικά ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, τα οποία μάλιστα λίγο αργότερα σε δεύτερη εκτέλεση "καταδέχθηκε" να ερμηνεύσει και ο Στέλιος Καζαντζίδης! Το τρίτο τραγούδι της ταινίας ήταν η τρυφερή ελεγεία "Παράπονο" που πρώτη το ερμήνευσε η Τζένη Καρέζη, αλλά στο δίσκο προτιμήθηκε η ερμηνεία της Αλέκας Μαβίλη.
Το 1964 ο Ξαρχάκος έγραψε τη μουσική και τα τραγούδια της ταινίας "Λόλα" του Ντίνου Δημόπουλου, απ' όπου έχει επιλεγεί το αριστουργηματικό χασάπικο "Όνειρο δεμένο" σε στίχους του Βαγγέλη Γκούφα με υπέροχη ερμηνεία από τον Πάνο Γαβαλά (και τη Ρία Κούρτη) και το γλυκύτατο "Χάθηκε το φεγγάρι" που αποτελεί και την πρώτη ουσιαστικά δισκογραφική εμφάνιση της Βίκυς Μοσχολιού. Την ίδια χρονιά ηχογραφήθηκαν για τις 45 στροφές τα τραγούδια "Δε σου χρωστάω τίποτα" με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και "Παλικαράκι που 'λιωσα" με τη Βίκυ Μοσχολιού, αμφότερα σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου, καθώς και το τραγούδι "Ο καιρός αλλάζει" με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση σε στίχους του Νίκου Γκάτσου σηματοδώντας το ξεκίνημα μιας μεγάλης συνεργασίας του συνθέτη με τον στιχουργό που θα καρποφορήσει πολύ ουσιαστικά τα επόμενα χρόνια. Σημειώνω πάντως ότι τα τραγούδια "Ο καιρός αλλάζει" (με διαφορετικούς στίχους) και "Δε σου χρωστάω τίποτα" είχαν γραφτεί αρχικά για την ταινία "Ζητιάνος της αγάπης", όπου τα ερμήνευσε ο Νίκος Ξανθόπουλος.
Ο δίσκος συμπληρώνεται με το κλασικό τραγούδι "Υπομονή", από τα εμβληματικότερα του συνθέτη, σε στίχους του Αλέκου Σακελλάριου από την ταινία του "Μοντέρνα Σταχτοπούτα" (1965), με ερμηνευτές τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και την Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Η έκδοση της "Πρώτης Εκτέλεσης" του Σταύρου Ξαρχάκου αποτυπώνει ανάγλυφα το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του νέου συνθέτη, ο οποίος εμφανίστηκε ξαφνικά στο προσκήνιο σε πλήρη ωριμότητα, σαν έτοιμος από καιρό, και κατάφερε σε σύντομο διάστημα (1962-1965) να μας δώσει αποστομωτικά δείγματα της ιδιοφυίας του, ενώ στη συνέχεια οικοδόμησε ένα πολυσήμαντο και πολυδιάστατο έργο που συνεχίζεται ακόμη! Ίσως θα μπορούσε κανείς να αντιπροτείνει και κάποια ακόμη σπουδαία τραγούδια του για ένα τέτοιο πορτρέτο, όπως η "Καισαριανή" ή "Τα τρένα που φύγαν" ή - το κορυφαίο όλων - "Να με θυμάσαι". Αλλά και πάλι το αποτέλεσμα παραμένει άκρως αντιπροσωπευτικό του συνθέτη.
(c) LP | EMI Columbia | 1965 | Πηγή: d58
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου