Το έργο «Ένας Όμηρος» αποτελεί μια κορυφαία δημιουργική στιγμή του Μίκη Θεοδωράκη από την κατηγορία των σκηνικών του συνθέσεων. Γράφτηκε για την ομώνυμη θεατρική παράσταση που βασίστηκε στο θεατρικό έργο του Ιρλανδού συγγραφέα Brendan Behan (1923-1964) και παρουσιάστηκε στην ελληνική σκηνή για πρώτη φορά το 1962 από το Κυκλικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Λεωνίδα Τριβιζά. Τη μετάφραση έκανε ο έμπειρος ποιητής και μεταφραστής Βασίλης Ρώτας, ενώ πρωταγωνιστούσαν οι: Κώστας Μπάκας, Χρήστος Πάρλας, Νέλλη Αγγελίδου, Ντόρα Γιαννακοπούλου και Τασσώ Καββαδία.
Στην πρώτη εκείνη παράσταση τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη συνόδευε με την κιθάρα του ο Δημήτρης Φάμπας. Τα τέσσερα χαρακτηριστικότερα τραγούδια της παράστασης ("Άνοιξε λίγο τα παράθυρο", "Το γελαστό παιδί", "Τον Σεπτέμβριο θυμάμαι", "Ποιος δε μιλά για τη Λαμπρή") ηχογραφήθηκαν αμέσως μετά και κυκλοφόρησαν το 1963 σε δίσκους 45 στροφών με τη φωνή της Ντόρας Γιαννακοπούλου.
Παράλληλα ηχογραφήθηκε ολόκληρο το έργο με τη φωνή του ίδιου του συνθέτη, ο οποίος, για ν’ αποφύγει τις επεμβάσεις της λογοκρισίας και τους ενδοιασμούς της δισκογραφικής εταιρίας, αποφάσισε να διαθέσει στο κοινό το έργο σε μορφή μαγνητοταινίας μέσω της εφημερίδας «Αυγή» (1963), αλλά τον επόμενο χρόνο (1964) από τη Lyra είχαμε την πρώτη επίσημη κυκλοφορία ολόκληρου του έργου με ερμηνευτή πάλι τον ίδιο τον συνθέτη.
Ωστσόσο χρειάστηκε να φτάσουμε στο 1966, για να εκδοθεί εκ νέου στην οριστική του μορφή το έργο από την Columbia (EMI) με τη φωνή της Μαρίας Φαραντούρη και αυτή η έκδοση είναι που ακούστηκε περισσότερο κι έκανε γνωστά στο πανελλήνιο αυτά τα σπουδαία τραγούδια. Αυτή ήταν η τρίτη μεγάλη συνεργασία της νεαρότατης τότε Φαραντούρη με τον Θεοδωράκη μετά τους κύκλους "Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν" και "Έξι τραγούδια" που εκδόθηκαν επίσης την ίδια χρονιά. Το εμβληματικό τραγούδι του έργου "Το γελαστό παιδί" αργότερα ο συνθέτης το χρησιμοποίησε και στο soundtrack της ταινίας "Ζ" ως σύμβολο του αγωνιστή Γρηγόρη Λαμπράκη.
Αλλά ας πούμε δυο λόγια παραπάνω για το θεατρικό έργο, το οποίο γράφτηκε το 1957 με πρωτότυπο τίτλο στα ιρλανδικά «An Giall». Θέμα του είναι η κράτηση ως ομήρου ενός Άγγλου στρατιώτη σ’ ένα πορνείο του Δουβλίνου ως αντίποινα για έναν φυλακισμένο του Απελευθερωτικού Ιρλανδικού Στρατού από τις Αγγλικές δυνάμεις. Ο στρατιώτης ερωτεύεται μια νεαρή ιρλανδέζα υπηρέτρια, αλλά στο τέλος πεθαίνει τυχαία, για ν’ αποδειχθεί έτσι το ασυμβίβαστο μεταξύ των ανθρώπινων αισθημάτων και του πολέμου. Ο Μίκης σημειώνει ότι η νεότερη ιρλανδική μυθολογία, απ’ όπου πηγάζει κι ο «Ένας Όμηρος», είναι δίδυμη αδελφή με τη δική μας τη νεοελληνική μυθολογία, που χτίστηκε πάνω στο αίμα του αδελφοκτόνου εμφύλιου και των αγώνων κόντρα στις ξένες δυνάμεις. Αυτός ο αγώνας για τη ζωή και την ελευθερία είναι πολύμορφος και πολυπρόσωπος και δεν είναι μόνο σημερινός, αλλά παντοτινός.
Κι αλήθεια ποιο ήταν το Γελαστό Παιδί που αποθανατίστηκε μέσα από το διασημότερο ίσως τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη; Ήταν αληθινό πρόσωπο ή δημιούργημα μυθοπλασίας; Η απάντηση είναι ότι όντως ήταν αληθινό πρόσωπο και το πραγματικό του όνομα ήταν Michael John Collins, ένας μεγάλος αγωνιστής του ιρλανδικού απελευθερωτικού στρατού και στενός φίλος της μητέρας του συγγραφέα. Το 1919, όταν ξέσπασε ο απελευθερωτικός πόλεμος, ο Collins εξελέγη πρόεδρος της Ιρλανδικής Ρεπουμπλικανικής Αδελφότητας (IRB) και ήταν αυτός που υπέγραψε το 1921 τη συμφωνία για κατάπαυση του πυρός με τους Άγγλους, πράγμα που οδήγησε αμέσως μετά στο ξέσπασμα του ιρλανδικού εμφύλιου, κατά τη διάρκεια του οποίου βρήκε κι ο ίδιος το θάνατο (1922).
(c) LP | EMI Columbia | 1966 | Πηγή: d58
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου