Από τον Άρη Αλεξάνδρου ("Ανεπίδοτα γράμματα, 1977) στον Μανόλη Αναγνωστάκη ("Η αγάπη είναι ο φόβος", 1980) κι ύστερα στον Τάκη Σινόπουλο ("Ο Οδυσσέας στο ποτάμι", 1985) και τελικά στον Τάσο Λειβαδίτη ("Σκοτεινή πράξη", 1997). Η μεταπολεμική μας ποίηση κινητοποιεί σταθερά το δημιουργικό ταλέντο του Μιχάλη Γρηγορίου, στο δισκογραφημένο τουλάχιστον έργο του, και τα αποτελέσματα είναι δώρα ακριβά της ποιοτικής μας μουσικής κληρονομιάς, έστω κι αν δεν βρίσκουν απήχηση στο ευρύ κοινό, αλλά περιορίζονται σε ένα πιο ανήσυχο και απαιτητικό ακροατήριο που δεν αρκείται στα εύπεπτα σουξέ με ημερομηνία λήξης.
Η "Σκοτεινή Πράξη" αποτελεί ένα επιστέγασμα της πορείας του Μιχάλη Γρηγορίου στην ελληνική δισκογραφία, είκοσι χρόνια μετά την πρώτη του εμφάνιση. Είναι ένα έργο υψηλών απαιτήσεων, γραμμένο στη φόρμα του εκκλησιαστικού ορατορίου και καταγράφεται ως έργο 71 στην εργογραφία του συνθέτη. Γράφτηκε το 1993 πάνω στην κλασική φόρμα του είδους, όπως διαμορφώθηκε στα χρόνια του Μπαρόκ (1600-1750) με εμφανές πρότυπο το διαχρονικό αριστούργημα "Κατά Ματθαίον Πάθη" του J.S. Bach. Γιαυτό και ο συνθέτης ακολούθησε τη δοκιμασμένη μορφολογία του είδους, μοιράζοντας το μιάμισης ώρας έργο του σε τρεις πράξεις (μέρη), καθεμιά από τις οποίες περιλαμβάνει ένα πρελούδιο και αρκετά οργανικά ιντερλούδια πάνω σε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο (κάτι σαν leitmotif), με τραγουδιστικά μέρη για σόλο φωνές ή χορωδία και αφηγηματικές γέφυρες (recitativi) με συνοδεία τσέμπαλου.
Το έργο βασίζεται στην ομότιτλη ποιητική συλλογή του Τάσου Λειβαδίτη (1922-1988) που εκδόθηκε το 1974 κι έχει ως αφετηρία τις περιπέτειες τις αριστεράς μέσα από την οπτική της ιστορικής αναδρομής στην πολύπλαγκτη πορεία της εβραϊκής φυλής, αλλά και των λαών γενικότερα που έχουν βιώσει τον ξερριζωμό και την αναζήτηση σταθερής εστίας.
Η πρώτη παρουσίαση του έργου έγινε στις 18 και 19 Απριλίου 1994 στην αίθουσα Δημήτρη Μητρόπουλου του Μεγάρου Μουσικής, ενώ ακολούθησε μια δεύτερη εκτέλεση με μικρές αλλαγές στο Δημοτικό Θέατρο του Παιραιά την επόμενη χρονιά. Στην ηχογραφημένη καταγραφή του έργου συμμετέχουν οι ερμηνευτές: Σαβίνα Γιαννάτου (σοπράνο), Τάσης Χριστογιαννόπουλος (βαρύτονος) και Μιχάλης Χριστογιαννόπουλος (τενόρος). Συμμετέχει επίσης η χορωδία Fons Musicalis υπό τη διδασκαλία του Κωστή Κωνσταντάρα και η Ορχήστρα των Χρωμάτων υπό τη διεύθυνση του Μίλτου Λογιάδη.
Σχετικά με το έργο ο συνθέτης σημειώνει:
Η ιδέα να γράψω ένα μουσικό έργο βασισμένο σε ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη χρονολογείται από τα μέσα της δεκαετίας του ‘70, όταν διάβασα για πρώτη φορά τον “Νυχτερινό Επισκέπτη” και λίγο μετά την “Σκοτεινή Πράξη”. H πεποίθηση οτι είχα ανακαλύψει ένα πολύ σημαντικό ποιητή δεν με εγκατέλειψε από τότε, σήμερα μάλιστα θα έλεγα πως ο Λειβαδίτης δεν είναι μονό ένας μεγάλος Έλληνας ποιητής αλλά ίσως κι’ ένας από τους σημαντικότερους ποιητές του 20ου αιώνα. Ήταν ωστόσο αυτός ο θαυμασμός που μου γεννούσε ανέκαθεν ο συγκλονιστικός και τόσο προσωπικός ποιητικός του λόγος που με έκανε να διστάζω τελικά να γράψω ένα τέτοιο μουσικό έργο. Πάντα με σταματούσε η αίσθηση οτι δεν έχω να προσθέσω τίποτα σε κάτι που είναι από μονό του ολοκληρωμένο. Υστέρα από 20 σχεδόν χρόνια, τόλμησα να κάνω αυτό που δεν είχα τολμήσει να κάνω τότε. Ο θαυμασμός μου για το έργο του ποιητή παραμένει ο ίδιος, όμως, καθώς πέρασαν τα χρόνιο θαυμασμός άρχισε να συνοδεύεται και από μια διαφορετική κατανόηση, αλλά κι’ από μια αγάπη. Το να θαυμάζεις κάτι μπορεί να συνεπάγεται και κάποιο δέος που σε κρατάει σε απόσταση, όταν όμως αγαπάς τότε δεν διστάζεις να αγγίξεις, κάμπια φορά ακόμα και με λάθος τρόπο.
Αντιμετώπισα την “Σκοτεινή Πράξη” σαν ένα ορατόριο με σχεδόν βιβλικό περιεχόμενο. Ο Λειβαδίτης μιλάει για μεγάλες μνήμες, θρηνεί μεγάλες απώλειες και οδηγείται σε μια αποδοχή της ανθρώπινης μοίρας που δεν είναι ωστόσο εντελώς στερημένη από ελπίδα. Υπάρχουν στιγμές που μέσα από τους στίχους του διαφαίνεται μια σχεδόν πρωτοχριστιανική πιστή, μια εγκαρτέρηση και μια βαθύτατη αγάπη και κατανόηση για τον άνθρωπο. Ξερώ βεβαία οτι στις μέρες μας δεν γράφονται πλέον “ορατόρια” μιάμιση ώρας γιατί έχουν χαθεί τα συλλογικά σύμβολα που θα μπορούσαν να τα στηρίξουν κι’ ακόμα, γιατί έχουν επιταχυνθεί οι ρυθμοί ζώνης και έχουν μειωθεί τα όρια ανοχής του ακροατή. Το έργο που έγραψα θα μπορούσε λοιπόν να θεωρηθεί υπό μια έννοια σαν κάτι το ξεπερασμένο και το ανεδαφικό. Δεν με πειράζει όμως αυτό. Σήμερα που εξαπλώνεται ραγδαία ο μικροαστισμός κι’ η απάθεια, και πολύ συχνά ο φασισμός κι η βαρβαρότητα, σήμερα που η τέχνη μετατρέπεται όλο και περισσότερο σε υλικό επένδυσης του ελευθέρου χρόνου και χάνει την ικανότητα της να κινητοποιεί και να συγκλίνει, σήμερα που χάνεται κάθε μεταισθημα και κάθε απόηχος και μαζί τους κι η ικανότητα της αντίστασης απέναντι στον κυνισμό και στην βλακεία, ίσως η ανεδαφικότητα να αποτελεί την μοναδική στάση που μπορεί να προσφέρει μια αίσθηση ασφαλείας και ειρμού, στοιχειώδους αξιοπρεπείας αλλά και ελπίδας για το μέλλον.
(c) 2CD | Lyra | 1997 | Πηγή: d58
5 σχόλια:
Εξαιρετική η παρουσίαση του έργου του Μιχάλη Γρηγορίου.
Πολύ ενδιαφέρον, αγνοούσα την ύπαρξη αυτής της κυκλοφορίας! Ευχαριστούμε για την ενημέρωση. Κι όταν δεν σχολιάζουμε, πάλι ευχαριστούμε!
Ο σεμνός αλλά δημιουργικός Μιχάλης Γρηγορίου έχει και άλλη δισκογραφία?
Κάθε μέρα διαβάζοντας την ιστοσελίδα σας ανακαλύπτω πόσα λίγα ξέρω για την Ελληνική μουσική τους ερμηνευτές και τους συνθέτες!
Σας ευχαριστώ
@blackpepper
Η δισκογραφική παρουσία του Μιχάλη Γρηγορίου - όπως και κάθε συνθέτη άλλωστε του λόγιου χώρου - είναι δυσανάλογα μικρή σε σχέση με τη συνολική του εργογραφία που είναι αρκετά πλούσια. Πάντως έστω κι αυτά τα λίγα που ηχογράφησε, αξίζει να τα γνωρίσουμε, οπότε συνεχίζουμε...
Όχι,δεν το ήξερα καθόλου αυτό του το έργο.Και είναι τόσο ωραίο.
Ευχαριστώ πολύ.
Δημοσίευση σχολίου