Μόλις ένας χρόνος συμπληρώθηκε από το προηγούμενο βιβλίο του και ιδού ένα ολόφρεσκο μυθιστόρημα από τη γόνιμη γραφίδα του εκ Λέσβου λογοτέχνη της διασποράς Παναγιώτη Ν. Βέη με τίτλο "Οι αγνοούμενοι".
Θυμίζω ότι ο ερασιτέχνης (με την αυθεντική έννοια της λέξης) συγγραφέας, αφού επί δεκαετίες έζησε μια πλούσια σε εμπειρίες ζωή, τόσο στη θάλασσα, όσο και στη στεριά, αποφάσισε στα 65 του να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία παρουσιάζοντας στο διάστημα 2012-2018 μια δυνατή αυτοβιογραφική τριλογία ("Ως τα τριάντα έξι μου", "Από τα 36 έως τα 66", "Αυτοί που φεύγουν κι αυτοί που μένουν"), ενώ πέρσι μας έδωσε το τέταρτο μυθοπλαστικό του έργο με τίτλο "Το φράγμα" που έχουμε ήδη παρουσιάσει στο Δισκοβόλο.
Πρόσφατα λοιπόν στη Μυτιλήνη εκδόθηκε το πέμπτο κατά σειρά μυθιστόρημα του Παναγιώτη Βέη, "Οι αγνοούμενοι". Πρόκειται για μια δραματική περιπέτεια με κεντρικό θέμα το σκηνοθετημένο ναυάγιο του σαπιοκάραβου "Θεόδωρος" προκειμένου οι πλοιοκτήτες να εισπράξουν την αποζημίωση από την ασφαλιστική εταιρεία με πρωταγωνιστές τέσσερις ανυποψίαστους ναυαγούς που πασχίζουν υπεράνθρωπα να γλιτώσουν τη ζωή τους με μια σωστική σχεδία και καταφέρνουν τελικά να προσαράξουν κάπου στη Χιλή, για να περάσουν στη συνέχεια μια ολόκληρη οδύσσεια ως την επιστροφή τους στην πατρίδα. Ο συγγραφέας βρίσκει την ευκαιρία μέσα από την αποτρόπαιη αυτή πράξη των πλοιοκτητών να στηλιτεύσει την απάνθρωπη βουλιμία του κέρδους που αψηφά την ίδια την αξία της ανθρώπινης ζωής. Η αφηγηματική ευχέρεια που διακρίνει τη γραφή του δημιουργού και ο απόλυτος έλεγχος των εκφραστικών του μέσων με μια γλώσσα πηγαία και άμεση, ακόμη κι αθυρόστομη, όταν το επιβάλλει η περίσταση, με έντονα καταγγελτική διάθεση για τους άθλιους μηχανισμούς της αισχροκέρδειας, όλα αυτά μαζί διαμορφώνουν ένα συναρπαστικό ανάγνωσμα που σε παρασύρει στο ρυθμό του και σε κάνει χωρίς να τον καταλάβεις να ταυτιστείς με τη δική του οπτική των πραγμάτων.
Ιδού ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα που συμπυκνώνει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά της γλώσσας και του ύφους του συγγραφέα:
"...Όσο και να θέλεις να απαλλαχτείς από τις τελευταίες στιγμές του "Θεόδωρου", αυτές φυτρώνουν μπροστά σου και σου θυμίζουν προπάντων πως ο θάνατός του δεν προήλθε από φουρτούνα ή από μηχανική βλάβη, αλλά από χέρια ανθρώπων που κουβαλούσε μέσα του. Το σκότωσαν για το άτιμο κέρδος. μας είχε συνεπάρει το γεγονός ότι, όπως και να το κάνουμε, ζήσαμε μέσα του τόσα και τόσα ταξίδια, κάναμε όνειρα και σχέδια για το μέλλον της δικής μας ζωής...".
Πέρα από το κυρίως κείμενο του μυθιστορήματος η έκδοση είναι εμπλουτισμένη και με πρόσθετο υλικό που έχει το δικό του ενδιαφέρον. Στην αρχή του βιβλίου έχουμε ένα σύντομο πρόλογο του ίδιου του συγγραφέα, καθώς κι ένα χρήσιμο αναλυτικό κείμενο του φίλου Λέσβιου φιλολόγου Δημήτρη Πατίλα με καίριες κριτικές επισημάνσεις για το έργο, ενώ στο τέλος του βιβλίου φιλοξενούνται οι εξομολογητικοί "αναστοχασμοί" του συγγραφέα με την προσωπική του οπτική για τη στρεβλή αντιμετώπιση της ιστορίας διανθισμένη και με αυτοσχέδιους στίχους, αλλά κι ένα φωτογραφικό απάνθισμα με οικεία του πρόσωπα.