Συμπληρώθηκαν σήμερα έξι χρόνια από τις 22 Ιουλίου 2018, τη μέρα που έφυγε από τη ζωή ο κορυφαίος μας στιχουργός Μάνος Ελευθερίου (1938-2018), ένας πολυσχιδής δημιουργός με πλούσιο συγγραφικό και ερευνητικό έργο που κατάφερε με το πέρασμά του από το ελληνικό τραγούδι να μας αφήσει βαριά κληρονομιά με αξεπέραστες στιγμές, συχνά με μεγάλα λαϊκά σουξέ που τραγουδήθηκαν πολύ από τον κόσμο, έστω κι αν ο ίδιος κρυβόταν επιμελώς πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας αφήνοντας άλλους να καρπώνονται τη φήμη ή τα οικονομικά οφέλη. Πάντως οι συνεργασίες του από το 1963 που πρωτοεμφανίστηκε στο πεντάγραμμο με το τραγούδι "Το σπίτι γέμισε με λύπη" (σε μουσική Χρήστου Λεοντή) ήταν πολύ ανοιχτές με συνθέτες συχνά ετερόκλητης μουσικής αισθητικής, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Γιάννης Μαρκόπουλος, ο Λουκιανός Κηλαηδόνης, ο Γιάννης Σπανός, ο Δήμος Μούτσης, ο Σταύρος Κουγιουμτζής, ο Βασίλης Δημητρίου, ο Γιώργος Χατζηνάσιος, Χρήστος Νικολόπουλος, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Ηλίας Ανδριόπουλος, Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, ο Διονύσης Τσακνής, ακόμη και ο Μάνος Χατζιδάκις!
Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες και παραγωγικές συνεργασίες του μεγάλου στιχουργού ήταν αυτή με τον Μίκη Θεοδωράκη που ξεκίνησε στα χρόνια της Επταετίας και συνεχίστηκε ως τα τέλη της δεκαετίας του '90. Η αρχή έγινε στο διάστημα 1968-1969, όταν το καθεστώς είχε υποχρεώσει τον συνθέτη σε περιορισμό υπό στενή επιτήρηση στη Ζάτουνα της Αρκαδίας. Η βασανιστική μοναξιά δεν είχε άλλο αντίδοτο από τη δημιουργικότητα κι αυτό είχε την ευτυχή συνέπεια να γράψει ο συνθέτης μια μεγάλη σειρά δέκα κύκλων τραγουδιών, που ονομάστηκαν "Αρκαδίες", δύο από τις οποίες βασίστηκαν σε ποίηση του Μάνου Ελευθερίου.
Η "Αρκαδία ΙΙ" γράφτηκε πάνω σε μια σειρά εννέα ποιημάτων του Μάνου Ελευθερίου τον Ιανουάριο του 1969. Η πρώτη της ηχογράφηση έγινε στο Παρίσι το 1973 και περιλάμβανε 4 τραγούδια με ερμηνευτή τον Πέτρο Πανδή και συνοδεία κιθάρας από τους Νίκο Μωραΐτη και Νίκο Μανιάτη. Τον επόμενο χρόνο η Ντόρα Γιαννακοπούλου ηχογράφησε στην Ολλανδία 6 τραγούδια από τον ίδιο κύκλο, ενώ το 1976 ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης τραγούδησε και έπαιξε στο πιάνο 4 τραγούδια προσθέτοντας ένα οργανικό ιντερμέτζο κι ένα επιπλέον τραγούδι σε στίχους Γιώργου Φωτεινού ("Η αδελφή μας η Αθηνά").
Η "Αρκαδία ΙΙΙ" είναι ένας κύκλος έξι τραγουδιών σε στίχους και πάλι του Μάνου Ελευθερίου. Έχει για υπότιτλο "Για τη μάνα και τους φίλους". Η σύνθεση της μουσικής έγινε στις αρχές του 1969, ενώ η πρώτη ηχογράφηση πραγματοποιήθηκε το 1974 στη Νέα Υόρκη. Έπαιξε στο πιάνο και τραγούδησε ο ίδιος ο συνθέτης, όπως και στην ηχογράφηση του 1976 για αυτόν εδώ το δίσκο.
Ο Μάνος Ελευθερίου γράφει για τη σύνθεση αυτών των ποιημάτων:
Το πρώτο από τα τραγούδια που αποτέλεσαν την "Αρκαδία II", το "Ο άνεμος γέννησε τη νύχτα" είχε μπει σαν "μότο" στην δεύτερη συλλογή διηγημάτων μου, που εξέδωσα το 1964. Βλέποντας αυτό μάλιστα ο ποιητής Τάκης Σινόπουλος με προέτρεψε να ασχοληθώ αποκλειστικά με τα ποιήματα. Μέχρι τότε είχαν βγει δυο τρία τραγουδάκια μου από το Λεοντή και το Μυλωνά. Αν δείτε τα περισσότερα από τα τραγούδια της "Αρκαδίας II" είναι γραμμένα σ' ένα στυλ μπαλάντας. Ήθελα πολύ τότε να ακολουθήσω τη γραφή της μπαλάντας του Φρανσουά Βιγιόν. Χωρίς να ακολουθώ ιστορικά ένα θέμα, να υπάρχει ωστόσο σ' ολόκληρο το ποίημα μια ιστορία. Καθώς τα συγκεκριμένα τραγούδια γράφτηκαν κάτω από την πίεση της επιβολής της χούντας, ήθελα να δώσω το ιστορικό στίγμα της εποχής εκείνης. Ο καλύτερος τρόπος να καταγγέλλεις αυτά τα πράγματα βέβαια είναι να τα λες καθαρά. Τότε όμως δεν θα εκδίδονταν. Έπρεπε να βρω τρόπους να τα γράψω ποιητικά. Τα ποιητικά ξεσπάσματα να καλύπτουν εκείνα που κρύβουμε. "Πήρα τους δρόμους του ληστή": Ληστές δεν υπήρχανε πλέον. Η λέξη παρέπεμπε στον προηγούμενο αιώνα. "Στο παζάρι του φονιά σ' έφεραν σαν περιστέρι". Έπρεπε να ξεγελάσω. Τα τραγούδια αρχικά δεν προορίζονταν για το Μίκη Θεοδωράκη που τότε είχε χαθεί κυνηγημένος. Υπολόγιζα να βρω ένα νέο συνθέτη και να βρούμε τρόπο να τα βγάλουμε στις εταιρίες, νομίζοντας βλακωδώς ότι οι εταιρίες θα κάνουν αντίσταση με τα τραγούδια τα δικά μας. Τη στιγμή που ο Πυθαγόρας μεγαλουργούσε... Τρεις, τέσσερις μήνες τάγραφα. Όταν τα τελείωσα, αισθάνθηκα ότι δε θα γίνονταν από κανέναν άλλον και τα έστειλα στο Θεοδωράκη κάτω στη Ζάτουνα. Με τρόπο που μοιάζει λίγο με "Το μυστικό της κοντέσσας Βαλέραινας", αλλά καλό είναι να μην το αποκαλύπτουμε, γιατί δεν ξέρεις τι γίνεται αύριο. Η "Αρκαδία III", τα "τραγούδια για τη μάνα και τους φίλους" όπως τα ονόμαζα εγώ, ξεκίνησαν από ένα αφιέρωμα του περιοδικού "Γυναίκα" στη Θεοτόκο, τη μάνα του Χριστού, τη μάνα του καθένα που δημοσιεύτηκε με τον εορτασμό του Δεκαπενταύγουστου. Εκεί ανάμεσα σε μητέρες της βυζαντινής ζωγραφικής, μιλούσαν διάφοροι λογοτέχνες για το ρόλο της μάνας στη λογοτεχνία αλλά και για το ρόλο που έπαιξε στη δική τους ζωή. Θυμάμαι τον Αγγελο Τερζάκη... Ανάμεσα σ' αυτές τις συνεντεύξεις, υπήρχε και η συνέντευξη μιας ανώνυμης κοπέλας στην Πανεπιστημίου, που αφού έλεγε βέβαια τα δικά της καλά λόγια για τη μάνα, ξαφνικά καταλήγει ότι "εμείς έτσι ζούσαμε στο χωριό αλλά τώρα τα παιδιά ζούνε αλλού και οι γονείς αλλού κι αλλιώτικα. Ο κόσμος αγρίεψε ... "Αυτή η φράση ήταν η αφορμή για να γράψω τα τραγούδια. Και ξεκίνησα ακριβώς έτσι." "Και η ζωή αγρίεψε και αγρίεψε και μένα ...". Έβαλα βέβαια μέσα και το προσωπικό μου στοιχείο: "Σε λένε μάνα του Χριστού σε λένε κι Αγία Βαρβάρα" σε ανάμνηση ενός μοναστηριού στη Σύρο. Έτσι άρχισαν όλα και μετά από 6 - 7 μήνες έστειλα όλα τα κομμάτια στο Θεοδωράκη.
Εδώ ακούμε τους δυο αυτούς κύκλους τραγουδιών σε μορφή λιντ (για φωνή και πιάνο) από τον ίδιο τον Μίκη που τραγουδά και παίζει πιάνο σε μια μεταγενέστερη έκδοση της Lyra που κυκλοφόρησε το 1976.