Το 1987 σηματοδοτεί το ουσιαστικό τέλος της προσωπικής καριέρας του Κώστα Καράλη ως ερμηνευτή, αλλά συγχρόνως την αρχή μιας σύντομης καριέρας ως συνθέτη ολοκληρωμένων κύκλων τραγουδιών με άλλους ερμηνευτές.
Βέβαια ήδη έχουμε δει τον Καράλη ως συνθέτη στο δίσκο του "Είναι κάτι στιγμές..." (1979), όπου μοιράζεται τα τραγούδια με τον Τάκη Μπουγά, τον είδαμε επίσης να ανακατεύεται και στην ενορχήστρωση σε κάποιες άλλες δουλειές, όπως στα "Τραγούδια της θάλασσας" (1983) του Μιχάλη Τερζή ή στις "Ακροβασίες" (1986) του Γιάννη Σπυρόπουλου, αλλά η πρώτη ολοκληρωμένη συνθετική του δουλειά εκδόθηκε το 1987 με τίτλο "Φλας" και αποκλειστική ερμηνεύτρια την αδελφή του Ελπίδα, ενώ το 1990 μας παρουσίασε το δίσκο "Ρεβάνς" με ερμηνευτή τον Μιχάλη Μενιδιάτη.
Αλλά ας πούμε και δυο λόγια για την Ελπίδα, αυτή τη δημοφιλή ερμηνεύτρια της δεκαετίας του '70 που ξεκίνησε από το χώρο του ποπ τραγουδιού στις αρχές του '70, έκανε τη μεγάλη της επιτυχία το 1976 με το ωραίο τραγούδι "Άλλη μια μέρα", ενώ στη συνέχεια μετατόπισε το ενδιαφέρον της σε πιο "έντεχνα" μονοπάτια μέσα από τις συνεργασίες της με τον Κώστα Χατζή και τον Αργύρη Κουνάδη, χωρίς να ξεχνάμε βέβαια και τη συμμετοχή της στο Φεστιβάλ τραγουδιού της Eurovision το 1979 με το τραγούδι του Δώρου Γεωργιάδη "Σωκράτης" που είχε προκαλέσει τότε μεγάλη συζήτηση.
Μέσα στη δεκαετία του '80 η καριέρα της Ελπίδας έμοιαζε ήδη να παίρνει την κατιούσα, αν και προς το τέλος της είχαμε μια σχετική αναθέρμανση μέσα από δυο προσωπικούς δίσκους που συντήρησαν για λίγο ακόμη τον ενδιαφέρον του κοινού. Πρόκειται για τους δίσκους "Φλας" (1987) και "Έλα να παίξουμε" (1989).
Ο δίσκος λοιπόν "Φλας" εκδόθηκε από τη Philips το 1987 και περιλαμβάνει δέκα τραγούδια προσαρμοσμένα στα φωνητικά χαρακτηριστικά της Ελπίδας. Τα εννιά από αυτά έχουν μουσική του Κώστα Καράλη, ενώ ένα - το εναρκτήριο ("Κορμί με κορμί") - γράφτηκε από τον Φίλιππο Κουρίδη πάνω σε στίχους του Κώστα Τουρνά. Αυτό το τραγούδι άλλωστε γνώρισε τη μεγαλύτερη επιτυχία από το δίσκο, ενώ από τα υπόλοιπα ακούστηκε αρκετά και το "Όπως σε θέλω σ' ονειρεύομαι". Τα περισσότερα τραγούδια διακρίνονται από τον κυρίαρχο ήχο της εποχής με θορυβώθη ενορχήστρωση και ήχο με ροκ αποχρώσεις. Δυο τρία χαμηλόφωνα τραγούδια ακούγονται ίσως πιο ευχάριστα, όπως το αργό κρυφοζεϊμπέκικο "Ερημιά" και οι μπαλάντες "Στο τηλέφωνο πλάι" και "Εδώ που είμαι χάνομαι".